-του Κώστα Ήσυχου*

Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ανακουφίστηκαν με την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές των ΗΠΑ το 2020 και τη νίκη του δίδυμου Μπάιντεν-Χάρις. Είναι γεγονός  ό,τι η εσωτερική πολιτική του Τραμπ βύθισε μεγάλη μερίδα της κοινωνίας των ΗΠΑ σε άκρως συντηρητικές, ρατσιστικές «αξίες» . Ο συστημικός ρατσισμός των ΗΠΑ δεν είναι τίποτε άλλο από μια σαφώς σημαντική  πτυχή μιας βαθείας ταξικής αντίθεσης στις ΗΠΑ που έριξε  «στα βράχια» το λεγόμενο αμερικανικό όνειρο.

Η πλατιά φτώχεια που έχει αγκαλιάσει την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη, τους αφρό-Αμερικανούς , τους Λατίνους (με εξαίρεση την ισχυρή κοινότητα  Κουβανών της Φλόριντα που μαζικά ψήφισε Τραμπ, αφού παραμένει η πιο αντικομμουνιστική, ακροδεξιά έκφραση του Αμερικάνικου Νότου), η ολοένα αυξανόμενη οικονομική ισχυρή επιρροή  της  Γουόλ Στριτ και  των πολυεθνικών διασυνδέσεων με την χρηματοπιστωτική εξουσία , τους αμερικανικούς ενεργειακούς κολοσσούς και το στρατιωτικό- βιομηχανικό σύμπλεγμα σε συνδυασμό  με την μεγάλη πληθυσμιακή άνοδο των ευαγγελιστών (φανατικοί οπαδοί του Τραμπισμού) και άλλων ακραίων αιρέσεων, η ανοιχτή πλέον δραστηριοποίηση ναζιστικών ομάδων, η συγκλονιστική μαζική επανεμφάνιση του Κλου Κλουξ Κλαν, όπως και άλλων φονταμενταλιστών, αιρέσεων της χριστιανικής πίστης, όλα όσα προανέφερα συναποτελούν τον πιο ακραίο «εκρηκτικό κοκτέιλ» της ραγδαίας πολιτισμικής, κοινωνικής οικονομικής και πολιτικής παρακμής του «ιμπέριουμ» στην εποχή μας .

Η συνταγή Μπάιντεν δεν  αλλάζει τους βασικούς κανόνες του «modus vivendi» των ΗΠΑ .

Είναι απίθανο να υπερισχύσει η αξιοπρέπεια και το διεθνές δίκαιο στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Δομικές αλλαγές στην ιμπεριαλιστική πολιτική, όπως  έδειξε ο μεταπολεμικός κόσμος, δεν συμβαίνουν απλά με αλλαγές προέδρων στις ΗΠΑ.

Η αντιπροεδρία του Τζο Μπάιντεν επί προεδρίας  Ομπάμα 

Ως Αντιπρόεδρος υπό τον Μπαράκ Ομπάμα, ο Μπάιντεν καλλιέργησε μια στενή σχέση με τον ιρακινό ηγέτη Νούρι αλ-Μαλίκι, ο οποίος ήταν γνωστός ως «Σιάν Σαντάμ» για τις θρησκευτικές του πολιτικές, που οδήγησαν στην ανάπτυξη του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και της Μέσης Ανατολής  (ISIS) .

Ο Μπάιντεν ήταν επίσης πολύ στενός συνεργάτης με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Πέτρο Πόροσενκο, ο οποίος εγκαταστάθηκε με πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ το 2014, και ξεκίνησε εμφύλιο πόλεμο στην Ανατολική Ουκρανία, που άφησε πάνω από 13.000 ανθρώπους νεκρούς.

Απο ορισμένους κύκλους, ο Μπάιντεν επαινείται για το ότι είναι υπήρξε  μια προσεκτική και «προοδευτική» φωνή στη διοίκηση του Ομπάμα σε θέματα πολέμου και ειρήνης. Υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα πολιτικών σε πολλές χώρες (Στολτεμπεργκ, Τονι Μπλερ), που συχνά αναφέρονται στις εφηβικές τους αριστερές «παραδόσεις», Έλληνες πολιτικούς είχαμε και έχουμε σε αυτή την κατηγορία και ο νοών νοείτο…

Στην πραγματικότητα ο Μπάιντεν, παρέα με την Χιλαρι Κλίντον,  υπερασπίστηκε τις αεροπορικές επιθέσεις και τις σκοτεινές επιχειρήσεις των Ειδικών Δυνάμεων ως εναλλακτική λύση για τη βαριά ανάπτυξη των επίγειων στρατευμάτων, η οποία είναι η προτιμομενη στρατηγική της CIA σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο, όπου διακυβεύεται η επιρροή των ΗΠΑ.

Μετά τον βομβαρδισμό του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στη Λιβύη, ο Μπάιντεν δήλωσε ότι «δεν χάσαμε ούτε μία ζωή» και ότι ο πόλεμος «χρησίμευσε ως συνταγή για το πώς να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο καθώς προχωράμε…..»

Αυτή η δήλωση είναι βαθύτατα υποκριτική  υπό το φως του γεγονότος ότι εκατοντάδες Λίβυοι σκοτώθηκαν σε αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ, και η χώρα μετατράπηκε σε ερείπια και γύρισε αιώνες πίσω, μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Καντάφι. Παραμένει σήμερα η πιο ασταθής χώρα της Μεσογείου, με εμπλοκή Ευρωπαϊκών χωρών και Τουρκίας. Έχει μετατραπεί σε ένα κέντρο δουλεμπορίου ανθρώπων από την κεντρική και υποσαχάρια Αφρική. Ένας «παράδεισος» καταλήστευσης πετρελαίου των πολυεθνικών  ενέργειας.

Μπάιντεν: από φωνή ειρήνης σε «γεράκι πολέμου»

Όταν έκανε εκστρατεία για τη Γερουσία το 1972, ο νεαρός Μπάιντεν τοποθετήθηκε ως «περιστέρι» που αντιτάχθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ. Το δε 1974, υποστήριξε νομοσχέδιο που ζήτησε την παύση και απαγόρευση όλων των μυστικών επιχειρήσεων.

Αντιλαμβανόμενος τον τρόπο με τον οποίο φυσούσαν οι πολιτικοί άνεμοι, ωστόσο, ο Μπάιντεν είπε σε επιτροπή της Γερουσίας το 1976 ότι «δεν είχε ψευδαισθήσεις για τις σοβιετικές προθέσεις και δυνατότητες στον κόσμο», εξέφρασε και επισφράγισε συμφωνία με τον νεοσυντηρητικό γερουσιαστή Ντάνιελ Πάτρικ Μουγιάνεν ότι «από μόνη της η απομόνωση ήταν ένα αφελές θεμέλιο πάνω στο οποίο στηριζόμαστε την εξωτερική μας πολιτική ή την κοινότητα πληροφοριών που πρέπει να υπηρετήσει αυτήν την πολιτική».

Αργότερα, όταν ο Τζίμι Κάρτερ προσπάθησε να μειώσει το προσωπικό της CIA κατά το ένα τρίτο, ο Μπάιντεν τοποθετήθηκε αντίθετα: υποστήριξε τις αυξήσεις στη χρηματοδότηση των μυστικών εταιριών πληροφοριών και την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης στις μυστικές υπηρεσίες και το 1980, ψήφισε να εγκρίνει ως Διευθυντής της Κεντρικής Πληροφορίας (DCI) Ουίλιαν Κάσεϊ, ένθερμο αντικομμουνιστή που αύξησε τα κονδύλια μυστικών εξοπλισμών και τις προμήθειες στους Αφγανούς  μουτζαχεντίν, στους κόντρας της Νικαράγουα και τις βάναυσες φασιστικές δυνάμεις UNITA του Τζόνας Σαβίμπι στην Αγκόλα.

Καθώς προχωρούσε η δεκαετία του 1980, ο Μπάιντεν έγινε ένθερμος υποστηρικτής του Πολέμου κατά των Ναρκωτικών – παρόλο που «επιδερμικά εξέτασε» τις εκθέσεις της DEA σχετικά με το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών, που έδειχναν τη διαφθορά και την άμεση  εμπλοκή της CIA στις υποθέσεις αυτές.

Το 1999, ο Μπάιντεν έπαιξε βασικό ρόλο στην άσκηση πίεσης στη Γερουσία για το «Σχέδιο Κολομβία», ένα πρόγραμμα ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο συνέβαλε στον πόλεμο του Κολομβιανού στρατού εναντίον της αριστερής πολιτικής αντιπολίτευσης και των δυνάμεων του FARC οι οποίοι συκοφαντήθηκαν ως αντάρτες εμπλεκόμενοι με το εμπόριο ναρκωτικών, ενώ οι εκθέσεις του Αμερικανικού κογκρέσου « έδειχναν» την CIA και οι στρατιωτικοί  ηγέτες της Κολομβίας, αλλά και μέρος του πολιτικού της προσωπικού, ως τους ενορχηστρωτές του ναρκεμπορίου.

Ο γερουσιαστής Πολ Ουέλστον είχε τότε προωθήσει μια εναλλακτική λύση στο «Σχέδιο Κολομβία», που θα μετέφερε 225 εκατομμύρια δολάρια από στρατιωτική βοήθεια σε προγράμματα θεραπείας ναρκωτικών κατ΄οίκον των χρηστών. Υποστήριξε ότι «περισσότεροι στρατιώτες και περισσότερα όπλα δεν έχουν και δεν θα νικήσουν την πηγή του εμπορίου  ναρκωτικών». Ο Μπάιντεν δεν βρέθηκε ούτε τότε στο πλευρό του επίσης δημοκρατικού γερουσιαστή.

Ο Μπάιντεν στήριξε δυναμικά και  αμέσως την «προστασία» της Κολομβίας στη Γερουσία, δηλώνοντας ότι το Κογκρέσο «θα προκαλούσε ανεμοστρόβιλο» αν «αποτύχει να επιτεθεί στους διακινητές ναρκωτικών».  Μια δεκαετία αργότερα, η Κολομβία παρέμεινε «ο παγκόσμιος ηγέτης» στην παραγωγή κόκας ενώ είχε πληγεί από τη βία που είχε προκύψει τόσο από τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών όσο και από τον πόλεμο κατά του FARC, αλλά και από τους ίδιους εμπόρους ναρκωτικών, που στράφηκαν ομού και κατά της πολιτικής εξουσίας και κατα των ανταρτών. Μια χώρα «ερείπιο», έτοιμη να γίνει το Ισραήλ της περιοχής …

Κατά τη δεκαετία του 1990, εκτός από την σταυροφορία κατά των ναρκωτικών, ο Μπάιντεν ανέλαβε την εκστρατεία της επέκτασης του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, έθεσε τις βάσεις του νέου ψυχρού πολέμου της εποχής μας, η οποία ανταγωνίστηκε άσκοπα τη Ρωσία και βοήθησε να διασφαλιστεί η αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου που σήμερα επηρεάζει καθοριστικά  την κατάρρευση κάθε συμφωνίας ελέγχου πυρηνικών όπλων που είχε υπάρξει από την περίοδο ψυχρού πολέμου ΗΠΑ – ΕΣΣΔ .

Ο Μπάιντεν υπερασπίστηκε επίσης τον βομβαρδισμό του Κοσσυφοπεδίου, του οποίου στόχος ήταν να υπονομεύσει την κυβέρνηση της Σερβίας , να ολοκληρώσει την διάλυση και να δημιουργηθεί μετέπειτα  μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές  βάσεις  των ΗΠΑ, στην Ευρώπη, το στρατόπεδο Μποντστέλ στην καρδιά του Κοσσυφοπεδίου.

Το 2010, ο Μπάιντεν χαρακτήρισε τον Χασίμ Θάτσι ως «Τζορτζ Ουάσιγκτον» του Κοσσυφοπεδίου, τον ίδιο Θάτσι που αναγκάστηκε να ακυρώσει ταξίδι στην Ουάσιγκτον το 2020 ως κατηγορούμενος για εγκλήματα πολέμου (κάτι που και σήμερα συνεχίζεται με ένδικα μέσα)  που περιελάμβαναν εγκληματική ευθύνη για χιλιάδες  δολοφονίες αμάχων, εμπόριο ναρκωτικών, εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων κ.λπ.

Η εξέλιξη του Μπάιντεν από ένα περιστέρι σε ένα γεράκι έφτασε στην τραγική της κορύφωση σε ακροάσεις στη Γερουσία, που συγκέντρωσαν αντιφρονούντες κατά του Σαντάμ, που ήθελαν αλλαγή καθεστώτος. Ο Μπάιντεν μέσω αυτών των ακροάσεων βοήθησε στην εξασφάλιση υποστήριξης για την εισβολή στο Ιράκ που είχε ως αποτέλεσμα πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς. Ο νεαρός ιδεαλιστής που είχε συμμετάσχει το κύμα των κινημάτων διαμαρτυρίας της δεκαετίας του 1960 κατα τη πολέμου του Βιετνάμ, είχε εξελιχθεί αυτή τη φορά σε ένα έμπειρο και αδίστακτο πολιτικό πρόσωπο  που είχε πουλήσει την ψυχή του για την εξουσία.

Η έλλειψη αρχών γίνεται ακόμη πιο εμφανής αν εξετάσουμε τη συμπεριφορά του στην Ουκρανία. Υπηρέτησε εκεί ως ο κορυφαίος άνθρωπος της κυβέρνησης Ομπάμα στην προσπάθειά του να στηρίξει το καθεστώς του Πέτρο Πόροσενκο, ενός διεφθαρμένου ολιγάρχη που εγκαταστάθηκε με το πραξικόπημα του Φεβρουαρίου 2014 (γνωστό ως «πραξικόπημα της πλατείας Μαϊντάν»), το οποίο έδιωξε τον νόμιμο εκλεγμένο πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς.

Μετά το πραξικόπημα, ο Μπάιντεν πραγματοποίησε πολλές επισκέψεις στο Κίεβο και βοήθησε να δημιουργηθεί  ένας συνασπισμός μεταξύ Ποροσένκο και Αρσένι Γιάτσενιουκ, ενός νεοφιλελεύθερου, ορκισμένου ακροδεξιού που ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ.

Ο «ευσεβής» γιος του Μπάιντεν, ο Χάντερ, εν τω μεταξύ διορίστηκε στο διοικητικό συμβούλιο μιας εταιρείας ενέργειας, της Μπουρίσμα, της οποίας τα στελέχη της ακόμα και σήμερα ελέγχονται για φοροδιαφυγή. Ο Μπάιντεν βοήθησε τον γιο του με την απομάκρυνση του Γενικού Εισαγγελέα που ερευνούσε την Μπουρίσμα και τον πρόεδρο της, τον Βίκτορ Σόκιν, απειλώντας να παρακρατήσει δάνειο ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων του Δ.Ν.Τ προς την Ουκρανία εάν οι απαιτήσεις του δεν γίνονταν δεκτές.

Η κυβέρνηση Ομπάμα τότε προμήθευε  στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία για χρήση στον πόλεμό της στις ανατολικές επαρχίες. Το ανθρώπινο κόστος δεν αφορούσε τον μελλοντικό εκλεγμένο πρόεδρο ούτε το γεγονός ότι η Ουκρανική  κυβέρνηση υποστηρίχθηκε από νεοναζιστικά στοιχεία που λάτρευαν ως ήρωα τον Στεφάν Μπαντέρα, έναν Ουκρανό ναζί, συνεργάτη της Βέρμαχτ κατα τον   Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα αρχεία καταγραφής του Λευκού Οίκου έδειξαν ότι ο Μπάιντεν έκανε τις περισσότερες τηλεφωνικές κλήσεις κατά τη διάρκεια της Αντιπροεδρίας του στο Ιράκ. Στην άλλη γραμμή βρίσκονταν ο Νούρι αλ-Μαλίκι, ο οποίος πληρούσε τις απαιτήσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για έναν «ισχυρό ηγέτη» που θα μπορούσε να προωθήσει τα αμερικανικά συμφέροντα. Όταν ξέσπασαν διαδηλώσεις  εναντίον του Αλ Μαλίκι, ο Μπάιντεν και ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι εργάστηκαν σιωπηλά για να βοηθήσουν στην εγκατάσταση του Χαϊντάρ αλ-Αμπάντι, ο οποίος δεσμεύτηκε να ιδιωτικοποιήσει ταχύτατα την οικονομία του Ιράκ, σύμφωνα με τους αρχικούς στόχους της Αμερικανικής στρατιωτικής εισβολής του 2003.

Κατά τη διάρκεια των προεκλογικών διαδικασιών και την αρχηγία του Δημοκρατικού Κόμματος, ο Μπάιντεν ανέφερε τον ρόλο του στην ανάπτυξη της «Συμμαχίας για την Ευημερία στην Κεντρική Αμερική», η οποία προώθησε έργα υποδομής μεγάλης κλίμακας και προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων που συνεπάγονταν πώληση εθνικών πόρων σε πολυεθνικές εταιρείες με έδρα τις ΗΠΑ.

Η σκηνή που στήθηκε το σώου για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή «Σχέδιο Μπάιντεν», ήταν η Ονδούρα, όπου η κυβέρνηση Ομπάμα είχε υποστηρίξει άλλο πραξικόπημα το οποίο βοήθησε να τροφοδοτήσει την κρίση μετανάστευσης στις ΗΠΑ λίγους μήνες αργότερα. Η Ονδούρα είναι η χώρα που βρίσκεται εδώ 27 χρονια σε συνεχή «προγράμματα του Δ.Ν.Τ».

Δεξιές επιθέσεις στον Τραμπ και Ρωσοφοβία

Κατά τη διάρκεια της προεδρικής εκστρατείας του 2020, ο Μπάιντεν επιτέθηκε χαρακτηριστικά στον Ντόναλντ Τραμπ για την εξωτερική πολιτική του, αλλά από τα δεξιά.

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης δημόσιας συζήτησης μεταξύ των δύο υποψηφίων προέδρων, ο Μπάιντεν επέκρινε τον Τραμπ για τη συνάντηση με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιογκ Ουν. Όταν ο Τραμπ είπε: «Έχουμε διαφορετική σχέση. Έχουμε μια πολύ καλή σχέση με την Β. Κορέα  και δεν υπάρχει πόλεμος», ο Μπάιντεν απάντησε:« Είχαμε και εμεις  μια καλή σχέση με τον Χίτλερ πριν τον πόλεμο, αλλά μετά εισέβαλε στην υπόλοιπη Ευρώπη ….».

Η ακραία Ρωσοφοβία του Μπάιντεν ήταν εμφανής σε ένα δοκίμιο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2018 στις Εξωτερικές Υποθέσεις του Κογκρέσου όπου ισχυρίστηκε ότι η Ρωσία αρνήθηκε τη συνεργασία με τη Δύση στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τώρα «επιθετικά ενεργεί ενάντια στα θεμέλια της Δυτικής δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο» με εισβολή στα εδάφη γειτονικών της χωρών όπως η Γεωργία και η Ουκρανία.

Αυτά ενώ είναι γνωστό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν τήρησαν την υπόσχεση της κυβέρνησης Μπους, ότι δεν θα επεκτείνουν το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη, και όταν έρευνα της ΕΕ χαρακτήρισε τον τότε Γεωργιανό ηγέτη Μιχαήλ Σακασβίλι ως τον υπεύθυνο για υποκίνηση του πολέμου Ρωσίας-Γεωργίας, το 2008, όταν προσπάθησε να καταλάβει τη Νότια Οσετία. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν το πραξικόπημα στην Ουκρανία, που πυροδότησε τον εμφύλιο πόλεμο που συνέβη στην Ανατολική Ουκρανία.

Τι μπορούμε να περιμένουμε από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ 

Αν και είναι πιθανό να αποκαταστήσει τη στήριξη στη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και να συνεχίσει το δειλό άνοιγμα του Ομπάμα προς την Κούβα, οι «εργολάβοι» στο στρατιωτικό βιομηχανικού σύμπλεγμα είναι πεπεισμένοι ότι δεν θα υπάρξουν σημαντικές περικοπές στις στρατιωτικές δαπάνες υπό τον Μπάιντεν. Αντπίθετα θα αυξηθούν, όπως ήδη το λένε.

Ο νέος εκλεγμένος πρόεδρος είπε ότι δεν υπόσχεται πλήρη απόσυρση στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία και έχει μιλήσει για την ανάγκη ενίσχυσης του κυβερνο-πολέμου και του αμερικανικού οπλοστασίου, ιδαίτερα των μη επανδρωμένων φονικών αεροσκαφών, με αποστολές σε όσα σημεία του πλανήτη συγκεντρώνουν τον ενδιαφέρον των ΗΠΑ . 

Ο Μπάιντεν, επίσης, σίγουρα θα κλιμακώσει τον νέο Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία, θα στηρίξει την Αφρικανική  στρατιωτική διοίκηση, την ΑΦΡΙΚΟΜ, την οποία απειλούσε ο Τραμπ να μειώσει.

Σε συνέντευξή του στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, ο Μπάιντεν ζήτησε μεγαλύτερες κυρώσεις σε ορισμένες χώρες, και τόνισε ότι ήταν από τους πρώτους που αναγνώρισαν τον δεξιό ηγέτη, φίλο αμερικανών στην Βενεζουέλα,  τον Χουάν Γουαϊδό ως «νόμιμο ηγέτη» της Βενεζουέλας, ενώ πιέζει για την απομάκρυνση των σοσιαλιστών στην Βενεζουέλα, και του πρόεδρου Νικόλαος Μαδούρο τον οποίο έχει χαρακτηρίσει τύραννο.

Σήμερα, οι επιτελείς του Μπάιντεν τονίζουν την εχθρότητα τους έναντι της Κίνας και την επιθυμία να «αναζωογονηθούν» οι Ηνωμένες Πολιτείες ως δύναμη του Ειρηνικού αυξάνοντας τη ναυτική παρουσία των ΗΠΑ στην  Ασία, κυρίως τον  Ειρηνικό, και ενισχύοντας τους δεσμούς με χώρες όπως  η Αυστραλία, η Ινδονησία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, ώστε να καταστήσουν σαφές στο Πεκίνο ότι η Ουάσιγκτον «δεν θα υποχωρήσει».

Οι κύριοι δικαιούχοι αυτής της πολιτικής θα είναι οι κατασκευαστές όπλων που, σύμφωνα με το περιοδικό The Nation, έδωσαν 2,4 εκατομμύρια δολάρια στον Μπάιντεν κατά την προεκλογική εκστρατεία 2020 σε σύγκριση με 1,6 εκατομμύρια δολάρια στον Τραμπ.

Ένας από τους κορυφαίους δωρητές καμπάνιας του Μπάιντεν, η Παλμόρα Πάρτνερς (Palmora Partners), μία εταιρία επενδύσεων πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, έχει περισσότερες από 260.000 μετοχές στην Ρέιθιον (Raytheon), σημαντικό κατασκευαστή και προμηθευτή όπλων στη Σαουδική Αραβία.

Ένας άλλος από τους κορυφαίους δωρητές του Μπάιντεν, ο Τζιμ Σίμονς, ο οποίος έδωσε πάνω από επτά εκατομμύρια δολάρια, ίδρυσε τη Ρένεσενς Κάπιταλ (Renaissance Capital), η οποία κατέχει 1,2 εκατομμύρια μετοχές στο Ρέιθιον, αξίας άνω των 75 εκατομμυρίων δολαρίων και 130.000 μετοχές στη Λόκχιντ Μάρτιν, αξίας 50 εκατομμυρίων δολαρίων.

Ο Τζο Μπάιντεν  μεταφέρει μια εικόνα σχετικής αξιοπρέπειας στα ματιών των περισσότερων πολιτών των ΗΠΑ, σε σύγκριση με τον Τραμπ και μοιάζει, από άποψη εικόνας, να φέρνει κάποια είδους λογική στον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, οι προτεραιότητες του Μπάιντεν είναι πολύ σαφείς και πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη καχυποψία, κυρίως για τα σχέδια που τώρα βρίσκονται σε εξέλιξη στην γεω- πολιτικη σκακιέρα, αλλα δεν έχουν βγει ακέραια στην επιφάνεια.

Τέλος, τουλάχιστον αφελής  μπορεί να χαρακτηριστεί η  θέση που διατυπώνεται από σειρά φιλομαμερικάνων αναλυτών και ΜΜΕ στην Ελλάδα ο,τι με την προεδρεία Μπάιντεν θα καλυτερέψουν τα πράγματα για την Ελλάδα σε σχέση με τον Τουρκικό αναθεωρητισμό στην ευρύτερη περιοχή μας, και όχι μόνο.

Ο μεταπολεμικός Αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν συμπεριφέρεται στα πλαίσια του  διεθνούς δικαίου όπως αυτά τίθενται από τον ΟΗΕ και τις διεθνείς συνθήκες. Αντίθετα  η Κυπριακή τραγωδία, η αμερικανικής  έμπνευσης  χούντα των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα, τα εκατοντάδες πραξικοπήματα ανά τον κόσμο, οι δολοφονίες ξένων  ηγετών και πολιτικών αντιπάλων των ΗΠΑ, οι εξαφανίσεις και φυλακίσεις δημοσιογράφων και ακτιβιστών που μάχονται για την Αλήθεια και την Ειρήνη, είναι ιστορικά καταγεγραμμένες και αυταπόδεικτες .

Όσο νωρίτερα κατανοήσουμε ως λαός ό,τι  η κινητήρια δύναμη στην ιστορία που μας κατευθύνει  ως ανθρωπότητα σε προοδευτικές λύσεις ήταν,  είναι και θα είναι οι μεγάλοι αγώνες των λαών, τόσο καλύτερα. Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά την ήττα του  ναζισμού δεν χρειάζεται να προχωρήσουμε  σε βαθυστόχαστες αναλύσεις. Η Ειρήνη στην περιοχή μας , η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, απορρέουν από την δική μας αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα στην υπεράσπιση του διεθνούς δικαίου. Η πραγματική πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όμως, βρίσκεται σήμερα στο απόλυτο περιθώριο στην Ελλάδα.

Όσοι περιμένουν ουσιαστικές λύσεις από τον …θείο απο την Αμερική, ας περιοριστούν στις καθ’ όλα συμπαθείς παλιές καλές ελληνικές ταινίες που μας χαρίζουν εφήμερα χαμόγελα…

 

* Ο Κωστας Ήσυχος διετέλεσε βουλευτής και αναπλ. υπουργός Εθνικής Άμυνας, πρώην συμπρόεδρος της ΕλληνοΡωσικής διυπουργικής επιτροπής. Παραιτήθηκε από όλα τα αξιώματα του πριν από την ψήφιση του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015.