της Τζένης Τσιροπούλου

Οι δρόμοι είναι σχεδόν άδειοι από αυτοκίνητα και ανθρώπους εκείνο το βράδυ στις 22 του Γενάρη και μόνα τα αιωρούμενα γιορτινά φωτάκια λαμπυρίζουν. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που έχουν καταφτάσει στο αεροδρόμιο για να παραλάβουν τους δικούς τους είναι σιωπηλοί και τρομοκρατημένοι. Δεν ακούς γέλια ούτε ψιλή κουβεντούλα. Η κόρη της Fang Fang φτάνει και χαιρετιούνται με τα μάτια πίσω από τις μάσκες τους. Εκείνες οι μέρες είναι οι μέρες του πανικού στη Γιουχάν. Σε λίγες ώρες, στις 6 το πρωί, η Γιουχάν θα είναι η πρώτη πόλη στον κόσμο που θα μπει σε καραντίνα για 76 ολόκληρες μέρες.

Στο Λος Άντζελες είναι ακόμα πρωί. Ο Michael έχει τελειώσει για σήμερα με το βιβλίο που μεταφράζει και ετοιμάζεται για το πανεπιστήμιο. Πρέπει να πάρει την κόρη του από το σχολείο και να την πάει στο μάθημα μουσικής της. Έχει ήδη διαβάσει τα νέα για τη Γιουχάν και σκέφτεται τη Fang Fang. Μόλις γυρίσει σπίτι πρέπει οπωσδήποτε να της τηλεφωνήσει να δει τι συμβαίνει.

H 65χρονη Fang Fang είναι βραβευμένη πολυγραφότατη συγγραφέας ενώ για πολλούς βιβλιόφιλους Γιουχάν ίσον Fang Fang. Εργαζόταν ως εργάτρια στο λιμάνι για τέσσερα χρόνια πριν να αποφοιτήσει από το τμήμα Κινέζικης Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γιουχάν και να εμφανιστεί στα γράμματα στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 με το πρώτο της μυθιστόρημα. Στις 25 Γενάρη ξεκίνησε να γράφει το Ημερολόγιο της Γιουχάν ή ημερολόγιο καραντίνας, το οποίο ανέβαζε καθημερινά, αργά τη νύχτα, στα social media WeChat και Weibo. Τα «ενοχλητικά», επικριτικά προς τους κυβερνήτες ποστ κατέβαιναν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, όμως ευτυχώς είχαν ήδη προλάβει να γίνουν viral.

O Michael Berry στα 19 του αποφάσισε να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι στην Κίνα. Αγάπησε τη γλώσσα, την κουλτούρα, την ιστορία και τους ανθρώπους της χώρας και σήμερα είναι καθηγητής πανεπιστημίου και διευθυντής του Κέντρου Κινεζικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο UCLA των ΗΠΑ. Έπεισε την Fang Fang να μεταφράσουν το Ημερολόγιο της Γιουχάν στα αγγλικά και εργάζονταν παράλληλα σε πυρετώδεις ρυθμούς όσο όλος ο πλανήτης ξυπνούσε μουδιασμένος μετρώντας κρούσματα και αγωνίες. Το βιβλίο, αλλά και η μετάφρασή του στα αγγλικά, δεν έγιναν αναίμακτα αφού η συγγραφέας και ο μεταφραστής δέχονται εδώ και αρκετό καιρό απειλές ακόμα και για τη ζωή τους από ανώνυμα γκρουπ Κινέζων cyber-εθνικιστών. Τις μέρες που τους αναζήτησα για τη συνέντευξη, η Fang Fang ήταν απομονωμένη στο σπίτι της, απέχοντας από τα social media και την επικοινωνία με δημοσιογράφους μέχρι να ξανανιώσει ασφαλής.

«Αυτό που ποτέ μου δεν φανταζόμουν ήταν ότι, ενώ η εξάπλωση του κορονοιού στη Γιουχάν είχε αρχίσει να καταλαγιάζει, ο ιός θα άρχιζε να εξαπλώνεται στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. […] Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να συνεχίσει μέσα στην αλαζονεία της. Δεν μπορούμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας το κέντρο του κόσμου, δεν μπορούμε να πιστεύουμε ότι είμαστε ανίκητοι και δεν μπορούμε άλλο να αγνοούμε τις καταστροφικές δυνάμεις ακόμα και των πιο μικρών πραγμάτων, όπως είναι ένας ιός. Ο ιός είναι κοινός εχθρός της ανθρωπότητας» γράφει στην εισαγωγή του Ημερολογίου της.

«Αντιγόνη της Γιουχάν» ονόμασε η γαλλική εφημερίδα LeMonde την Fang Fang καθώς με πρωτοβουλία της, όλα τα έσοδα από το βιβλίο διατίθενται σε οικογένειες γιατρών, νοσηλευτών και νοσοκόμων που πέθαναν από τον κορονοϊό.

 

Συνέντευξη με τον μεταφραστή του Ημερολογίου της Γιουχάν, Michael Berry

Ποια είναι η σχέση του Michael και της Fang Fang πριν από το Wuhan Diary;

Πριν από δύο χρόνια, ένας κοινός φίλος μού έγραψε για να δει αν θα μ’ ενδιέφερε να μεταφράσω ένα από τα μυθιστορήματά της, το Soft Burial. Γνώριζα ήδη το συγκεκριμένο βιβλίο γιατί είχε προκαλέσει τρομερές αντιδράσεις στην Κίνα, μέχρι που απαγορεύτηκε και κατέβηκε οριστικά από τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Ξεκινήσαμε να ανταλλάζουμε μηνύματα με την Fang Fang και αποφάσισα ότι θα την μεταφράσω. Αυτό συνέβη πριν έναν χρόνο περίπου. Μόλις ξέσπασε ο κορονοϊός στη Γιουχάν, στις αρχές του χρόνου, της έγραψα για να δω αν είναι καλά η ίδια και οι δικοί της. Δεν μου ανέφερε τίποτα για το ημερολόγιό της. Ήταν μερικές μέρες αργότερα όταν ένας φίλος και συνάδελφος από το Χάρβαρντ μού είπε “αυτό πρέπει να το διαβάσεις!”. Αμέσως σκέφτηκα ότι αυτό το ημερολόγιο πρέπει πάση θυσία να το μεταφράσω γιατί τα νέα στη Δύση για τη Γιουχάν ήταν ελάχιστα και κυρίως πολύ αποστασιοποιημένα, χωρίς καμία ανθρώπινη υφή. Εμείς ακόμα τότε δεν ξέραμε καλά-καλά τη λέξη “κορονοϊός”.

«Να αφήσουμε για λίγο στην άκρη το μυθιστόρημα και να μεταφράσουμε το ημερολόγιό σου;» έγραφε το μήνυμά μου στη Fang Fang.

«Όχι» μου απάντησε.

Και έπειτα;

Μετά από μια βδομάδα με πήρε τηλέφωνο και μου είπε “Ας το κάνουμε!”. Η ιστορία του κορονοϊού εξελισσόταν, οι εκδοτικοί οίκοι είχαν ήδη αρχίσει να αναζητούν την Fang Fang και έτσι άλλαξε γνώμη και ξεκινήσαμε.

Είπες ότι και το μυθιστόρημά της Soft Burial, το οποίο δεν έχει μεταφραστεί ακόμα στα αγγλικά, είχε ξεσηκώσει έριδες και απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του από την κυβέρνηση. Η Fang Fang είναι μία αντικαθεστωτική συγγραφέας-ακτιβίστρια;

Το Soft Burial είναι η ιστορία μιας γυναίκας που υποφέρει από αμνησία. Δεν θυμάται το παρελθόν της αλλά είναι ξεκάθαρο ότι έχει υποστεί βία και βιώνει κάποιο τραύμα. Στο βιβλίο αποκαλύπτεται ότι υπήρξε θύμα του Land Reform Movement, μία από τις πρώτες μεγάλες πολιτικές κινήσεις που υλοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας όταν πήρε την εξουσία το 1949. Όταν είσαι ένα κομμουνιστικό κόμμα, το πρώτο πράγμα που θα κάνεις είναι να πάρεις τη γη από τους πλούσιους που εκμεταλλεύονται τους εργάτες και να την αναδιανείμεις στους φτωχούς. Αυτοί που κυνήγησαν το βιβλίο θεώρησαν ότι στεκόταν με συμπάθεια απέναντι στην τάξη των γαιοκτημόνων και το κατηγόρησαν ως ρεβιζιονιστικό. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι η ιστορία είναι άσπρο ή μαύρο. Η ιστορία, όπως και ο άνθρωπος, είναι πολύ πιο περίπλοκη από αυτό.

Πάντως η Fang Fang δεν θεωρείται ακτιβίστρια ή αντικαθεστωτική συγγραφέας. Μάλιστα για πολλά χρόνια ήταν πρόεδρος της Ένωσης Συγγραφέων της Χουμπέι, ενός κυβερνητικού θεσμού. Οι απειλές και ο πόλεμος εναντίον της ξεκίνησε το 2017 με το Soft Burial και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με το Wuhan Diary. Το Ημερολόγιο δεν είναι ένα στοχευμένα αντικυβερνητικό έργο αλλά ασκεί κριτική στο πώς αντιμετωπίστηκε το θέμα του κορονοϊού και αυτό είναι αρκετό για να κυνηγήσουν τη συγγραφέα. Να σας θυμίσω ότι το ίντερνετ στην Κίνα είναι εξαιρετικά ελεγχόμενο – υπάρχουν λέξεις που μόνο και μόνο που θα τις εντάξεις στο ποστ σου, το ποστ σου απαγορεύεται και κατεβαίνει. Δεν λέω ότι η κυβέρνηση υποστηρίζει την επίθεση εναντίον της Fang Fang αλλά τίποτα τέτοιου βεληνεκούς δεν συμβαίνει στην Κίνα χωρίς κάποιος να το επιτρέπει να συμβαίνει. Κυκλοφόρησαν βίντεο που δημοσιοποιούν τα μέρη που έχει ταξιδέψει η συγγραφέας και τα φορολογικά της στοιχεία μέχρι και ραπ τραγούδια εναντίον της ή βίντεο από μάστερ πολεμικών τεχνών που καλεί για εκδίκηση για την «προδοσία» της.

Μιλώντας για λογοκρισία, πώς κατάφερε να την προσπεράσει η Fang Fang;

Το Weibo λειτουργεί όπως το Facebook, δηλαδή ένα ποστ μπορεί να κατέβει μετά από report άλλων χρηστών. Η ίδια δεν θέλει να λέει ότι το έκανε η κυβέρνηση. Υποθέτουμε ότι επικριτές της κατήγγειλαν αυτά που έγραφε ως “προσβλητικά”, ως αντιπατριωτικά, και κάποια στιγμή ο λογαριασμός της είχε μπλοκαριστεί τελείως. Έπειτα άρχισε να χρησιμοποιεί μια άλλη πλατφόρμα, το WeChat, αλλά είχε κι εκεί προβλήματα και αναγκάστηκε να επινοήσει μια άλλη λύση: επικοινώνησε με έναν άλλον συγγραφέα που είχε πολλούς followers και ο οποίος δέχτηκε να ποστάρει στον δικό του λογαριασμό τα κείμενα της Fang Fang. Συχνά τους τα έριχναν αλλά είχαν γίνει ήδη τόσα share που ήταν ανεξέλεγκτο. Μιλάμε για 2-3 εκατομμύρια views που στην πορεία έγιναν 10-15 εκατομμύρια. Εν τω μεταξύ το Ημερολόγιο ανέβαινε πάντα αργά το βράδυ και υπήρχε κόσμος που ξαγρυπνούσε για να το διαβάσει, δημιουργώντας τελικά μια κοινότητα και αποκτώντας μια φωνή σε μια στιγμή που ο κόσμος προσπαθούσε να χαρτογραφήσει το άγνωστο. Η Γιουχάν είναι τότε η μοναδική πόλη στον κόσμο σε καραντίνα και κανείς δεν γνωρίζει πόσο μεταδοτικός και πόσο θανατηφόρος είναι ο κορονοϊός.

Ο Michael Berry. 

Αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον λογοκρισίας, στην πράξη ελαχιστοποιεί την οντότητα του καλλιτέχνη ή μεγιστοποιεί τον λόγο υπάρξής του στη δημόσια σφαίρα; Και τι τρόπους καλείται να επινοήσει για να υπάρχει;

Νομίζω ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη σήμερα στην Κίνα είναι ζωτικής σημασίας αλλά και πολύ επισφαλής. Ο χώρος έκφρασης και ελευθερίας του λόγου στενεύει συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Σκεφτείτε ότι, βιβλία που μπορούσαν να εκδοθούν πριν 10 χρόνια, σήμερα δεν μπορούν. Οι καλλιτέχνες, όπως οι συγγραφείς, πρέπει να προσέχουν, ενώ συχνά χρησιμοποιούν αλληγορίες και υπαινιγμούς. Το να έχεις μια φωνή, όπως της Fang Fang, που προσπαθεί να αντιμιλήσει στην εξουσία είναι κάτι που σπανίζει όλο και περισσότερο γιατί θέτεις εαυτόν σε κίνδυνο.

Υπάρχουν καλλιτέχνες που αποφασίζουν να δημιουργήσουν μόνο πολιτικώς ορθά έργα γιατί ξέρουν ότι στην Κίνα η αγορά είναι τεράστια και αν παίξεις το παιχνίδι με ασφαλή τρόπο τότε σίγουρα θα μπορέσεις να ταΐσεις την οικογένειά σου. Πίσω στα 80s και τα 90s υπήρχε μια μεγάλη underground κινηματογραφική σκηνή, υπήρχε πειραματικό σινεμά καθώς και πολλά ανεξάρτητα φεστιβάλ κινηματογράφου. Πολλοί από αυτούς τους καλλιτέχνες κάνουν σήμερα εμπορικές, mainstream ταινίες, ρομαντικές κωμωδίες, ταινίες δράσης ή ακόμα και πολεμικές, πατριωτικές ταινίες γιατί μόνο έτσι μπορούν να επιβιώσουν. Υπάρχει και μια αβαντ-γκαρντ, οι πιο ριζοσπαστικοί, που εγκαταλείπουν τη χώρα γιατί δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τα καλλιτεχνικά τους πιστεύω, όπως ο Άι Γουέι Γουέι ή ο Gao Xingjian που κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Και υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία, οι «λαθραίοι», που μένουν στην Κίνα και προσπαθούν μέσα από πιο αμφίσημα έργα να περάσουν αυτό που θέλουν με τρόπο που δεν θα επισύρει την τιμωρία. Αυτοί δημιουργούν σε ένα περιθώριο, σε μια γκρίζα ζώνη η οποία είναι ζωτικής σημασίας, γιατί εκδίδονται και διαβάζονται στην Κίνα αλλά και διεθνώς – μιλάω για βιβλία όπως είναι το The Explosion Chronicles του Yan Lianke ή το China in Ten Words του Yu Hua. Αυτή η γκρίζα ζώνη καταρρέει δυστυχώς και τα πράγματα τείνουν να γίνουν «μαζί μας ή εναντίον μας».

Μπορoύν οι Κινέζοι καλλιτέχνες της διασποράς να δημιουργήσουν τον χώρο για νέες φωνές έκφρασης και γέφυρες επικοινωνίας με αυτούς που ζουν εντός των συνόρων ή είναι κι αυτό δυσχερές λόγω του ελεγχόμενου ίντερνετ;

Είναι πράγματι δύσκολο γιατί στην Κίνα δεν υπάρχει Facebook, δεν υπάρχει Twitter ούτε YouTube ή άλλες πλατφόρμες που στη Δύση τις θεωρούμε δεδομένες, και για να επικοινωνήσεις με την Κίνα πρέπει να χρησιμοποιήσεις τις εφαρμογές που επιτρέπονται εντός της χώρας. Η σφαίρα ελέγχου εκτείνεται και πέρα από τα φυσικά σύνορα. Γίνεται όλο και δυσκολότερο οι Κινέζοι που έχουν μεταναστεύσει σε άλλες χώρες να ασκήσουν κριτική είτε ζουν στη Νέα Υόρκη, στο Βερολίνο ή το Παρίσι, γιατί κι αυτοί μπορεί να υποστούν συνέπειες.

  Η Fang Fang. 

«Πού είναι η δική μας Fang Fang;»

Πώς είναι εκείνες οι μέρες και οι νύχτες που μεταφράζεις το Ημερολόγιο της Γιουχάν;

Η Fang Fang ξεκίνησε να γράφει τον Ιανουάριο και περίπου έναν μήνα μετά, στις 25 Φλεβάρη, ξεκίνησα κι εγώ να το μεταφράζω ενώ παράλληλα εκείνη έγραφε κάθε μέρα. Βρισκόμουν έναν μήνα πίσω και για να πω την αλήθεια, ένιωθα μια πολύ μεγάλη πίεση να τελειώσω όσο πιο γρήγορα γινόταν γιατί ήταν κάτι τόσο επίκαιρο. Σταδιακά όλος ο κόσμος επηρεαζόταν από τον κορονοϊό και ένιωθα ότι υπήρχαν τόσα μαθήματα να μάθουμε από τη Fang Fang και το βιβλίο της.

7 μέρες τη βδομάδα, 10 ώρες και 5.000 λέξεις τη μέρα. Είχα 10 μέρες που τα παιδιά μου πηγαίναν ακόμα στο σχολείο και μπορούσα να αφοσιωθώ στη μετάφραση. Μόλις ξεκίνησε και σε εμάς η καραντίνα έπρεπε να φροντίζω τα παιδιά στο σπίτι, να διδάσκω online, να μεταφράζω μέχρι τις 2 το βράδυ και έπειτα να ξυπνάω νωρίτερα από όλους στο σπίτι για να προλάβω να δουλέψω και το πρωί. Δεν νομίζω να έχω ξαναδουλέψει ποτέ στη ζωή μου τόσο έντονα!

Τι σου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ως αναγνώστη, ειδικά σε σύγκριση με το τι διαβάζαμε στη Δύση εκείνες τις μέρες; Μίλησες και για μαθήματα που έχουμε να πάρουμε από τη Γιουχάν.

Ναι, πολύ βασικά πράγματα. Αν ακούσετε τις ειδήσεις στην Αμερική, αν δείτε CNN για παράδειγμα, ακόμα [σ.σ. τον Ιούλιο] γίνεται ντιμπέιτ μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών για το αν οι μάσκες είναι χρήσιμες ή όχι, το ζήτημα έχει πολιτικοποιηθεί, ενώ υπάρχουν και οι αρνητές της μάσκας να φωνάζουν. Αν διαβάσεις το Ημερολόγιο της Γιουχάν, από τις πρώτες μέρες που κυκλοφορεί η φήμη για κάποιον ιό στην πόλη, η Fang Fang ήδη πηγαίνει παντού φορώντας μάσκα. Οι περισσότεροι πολίτες το παίρνουν σοβαρά και φέρονται υπεύθυνα ενώ εμείς στις ΗΠΑ, 7 μήνες μετά και ακόμα συζητάμε το ίδιο πράγμα.

Σε μια σελίδα της στο Ημερολόγιο, η συγγραφέας ασκεί κριτική γιατί σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή, [σ.σ. στις 18 Ιανουαρίου, πέντε μέρες πριν την έναρξη της καραντίνας] πραγματοποιείται στη Γιουχάν ένα μαζικό πικ-νικ με 40.000 οικογένειες που γιορτάζουν τον ερχομό του νέου κινέζικου έτους. Μια βδομάδα μετά, τα κρούσματα εκτοξεύονται. Σκέψου ότι τη μέρα που το μετέφραζα αυτό, στην Αμερική τα πρωτοσέλιδα έγραφαν: «Ο Τραμπ επιμένει στις προεκλογικές συγκεντρώσεις αψηφώντας τον κορονοϊό».

Πώς υποδέχτηκαν αλήθεια το βιβλίο στην Αμερική; Υπήρξαν απόπειρες εργαλειοποίησης προς επίρρωση της κριτικής ενάντια στην Κίνα και τη διαχείριση της – τότε ακόμα -επιδημίας;

Δεν θα το έλεγα, όχι. Θεωρώ ότι το βιβλίο δημιουργεί μια σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων, ένα αίσθημα συμπόνιας και ταύτισης για αυτά που βίωσαν οι άνθρωποι στη Γιουχάν και αυτά που βιώσαμε κι όλοι εμείς στη συνέχεια. Έχει ιστορική αξία. Ζήσαμε αυτό το ανεπανάληπτο γεγονός, σχεδόν ολόκληρος ο πλανήτης να βρίσκεται σε καραντίνα και εδώ έχουμε τη μαρτυρία από το μέρος που ξεκίνησαν όλα. Τα περισσότερα μεγάλα αμερικανικά μίντια και αρκετά ευρωπαϊκά έγραψαν κριτικές, οι οποίες ήταν ως επί το πλείστον θετικές. Δυστυχώς όμως η λογοκρισία και οι απειλές, η φασαρία γύρω από το βιβλίο, επισκίασε την ουσία του.

Μία σκηνή που με ακολουθούσε για ώρες μετά, ήταν οι άρρωστοι που δεν έβρισκαν ούτε μία θέση στα υπερπλήρη νοσοκομεία, και καθώς στη Γιουχάν οι περισσότεροι δεν έχουν δικά τους αυτοκίνητα, οι άνθρωποι περιφέρονταν μέσα στη βροχή και τον αέρα στους δρόμους της Γιουχάν…

Υπάρχουν αρκετές τέτοιες περιγραφές. Τα νοσοκομεία ήταν τόσο ξεχειλισμένα από κόσμο που οι άνθρωποι περιφέρονταν με τα πόδια όλη τη νύχτα από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, χωρίς φυσικά να υπάρχει συγκοινωνία ή ταξί. Αυτοί ήταν άρρωστοι, με πυρετό, που περπατούσαν για να βρουν ένα νοσοκομείο να τους χωράει. Ήταν μία από τις στιγμές που σε στοιχειώνουν, όπως και η ιστορία με τη νοσοκόμα, τον μικρό της αδερφό και τους γονείς της, που πέθαναν όλοι από κορονοϊό. Μέσα από εκείνη την ιστορία συνειδητοποίησα πόσο βίαιο ήταν αυτό που ερχόταν. Μάλιστα εκείνες τις μέρες είχα ραντεβού με τον παθολόγο μου και όταν του μίλησα για αυτό μού είπε να μην ανησυχώ, ότι «ήταν απλώς κάτι σαν τη γρίπη». Τρεις βδομάδες αργότερα έχασα έναν παλιό μου συμμαθητή και τους γονείς του. Ως μεταφραστής ένιωσα ότι όφειλα να βιαστώ, να δουλέψω ακόμα πιο γρήγορα.

Πρέπει να ήταν πραγματικά ιδιαίτερη εμπειρία το να ζεις, μεταφράζοντας, μέσα στα δύο παράλληλα σύμπαντα της Γιουχάν και της Αμερικής.

Ειλικρινά ένιωθα σαν να έμπαινα σε χρονοκάψουλα. Είμαι στο Λος Άντζελες, βρίσκομαι σε καραντίνα, οι άρρωστοι πληθαίνουν και μεταφράζω το τι συνέβαινε στην άλλη άκρη του κόσμου έναν μήνα νωρίτερα, αλλά αυτά που διαβάζω είναι το δικό μας μέλλον εδώ, με τα νοσοκομεία που γεμίζουν, κλπ. Ένιωθα σαν να ζούσα σε τρεις ζώνες χρόνου: το παρελθόν, το παρόν και αυτό που ερχόταν. Η ζωή της Fang Fang και των ανθρώπων της Γιουχάν γινόταν η δική μας ζωή εδώ.

Η Fang Fang γράφει ένα ερωτικό γράμμα για τη Γιουχάν, την πόλη που μεγάλωσε και ζει από τότε που ήταν δύο χρονών, και τους ανθρώπους της που παλεύουν μόνοι και όλοι μαζί – τους γείτονες που βοηθούν ο ένας τον άλλον στα ψώνια, τους εργάτες που καθαρίζουν καθημερινά τους δρόμους… Αλλά είναι θυμωμένη και πολύ επικριτική απέναντι στην κυβέρνηση και τα λάθη που αυτή διέπραξε. Ενημέρωσε με καθυστέρηση τους πολίτες, ενώ τις πρώτες 20 μέρες η ενημέρωση δεν ήταν καν αυτή που θα ‘πρεπε. Είναι πολύ αποφασισμένη ότι δεν πρέπει να την γλιτώσουν έτσι απλά, απαιτώντας να ζητήσουν συγγνώμη ή ακόμα και να παραιτηθούν.

Η Fang Fang έγινε η φωνή του πολίτη που με κουράγιο μπαίνει στην καρδιά του προβλήματος και ζητά δικαιοσύνη και κοινή λογική. Για τον Δυτικό αναγνώστη ίσως να μην είναι τόσο τρομερό κάποιος να υψώνει τη φωνή του και να επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση αλλά για τον Κινέζο αναγνώστη είναι, γιατί οι συνέπειες μπορεί να είναι επώδυνες. Αν η Fang Fang, που ζει υπό ένα αυταρχικό καθεστώς με περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης, καταφέρνει να ορθώσει το ανάστημά της και φωνάζει να αναλάβουν οι πολιτικοί τις ευθύνες τους, εμείς τι κάνουμε; Πού είναι η δική μας Fang Fang; Ποιος ζητάει ευθύνες από τον Ντόναλτ Τραμπ ή τους πολιτικούς αρχηγούς στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Βραζιλία, την Ελλάδα και όλες τις χώρες που εφαρμόζουν ανεπαρκείς και φτωχές πολιτικές για τους πολίτες τους; Μακάρι να είχαμε και εδώ μια τέτοια φωνή. Για μένα η Fang Fang έγινε κάτι σαν ήρωας, αλλά δεν θα ‘πρεπε. Θα ‘πρεπε απλώς να λέμε, «έγραψε ένα ημερολόγιο».

Αποσπάσματα* από το Ημερολόγιο της Γιουχάν:

30 Ιανουαρίου
Εδώ και δύο μέρες γίνεται χαμός στο ίντερνετ με τα νέα για τους ειδικούς που επισκέφτηκαν τη Γιουχάν. Ναι, είναι οι ίδιοι αξιοσέβαστοι «ειδικοί» που μας έλεγαν ελαφρά τη καρδία ότι ο ιός «Δεν Μεταδίδεται Μεταξύ Ανθρώπων» και ότι μπορεί να «Ελεγχθεί και να Προβλεφθεί». Διέπραξαν πραγματικά ένα ειδεχθές έγκλημα με τα ανεύθυνα αυτά λόγια τους. Τώρα που φτάσαμε σε αυτό το σημείο που οι άνθρωποι δεν είναι ασφαλείς, πώς μπορούν να μην αναλαμβάνουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί;

6 Φεβρουαρίου
Ο γιατρός Li Wenliang είναι νεκρός. Ήταν ένας από τους οκτώ γιατρούς που τιμωρήθηκαν γιατί μίλησαν από νωρίς για τον ιό, και έπειτα μολύνθηκε κι ο ίδιος. Αυτή τη στιγμή όλη η πόλη θρηνεί. Νιώθω διαλυμένη.

7 Φεβρουαρίου
Άκουσα ότι τουλάχιστον άλλοι τρεις γιατροί υπέκυψαν στον ιό. Στην ουσία σε όλα τα νοσοκομεία έχουν αρρωστήσει γιατροί και νοσηλευτές. Θυσίασαν την υγεία τους και κάποιες φορές μέχρι και τη ζωή τους για να σώσουν τους ασθενείς τους. Ένας φίλος γιατρός μού είπε: «όταν όλοι αυτοί οι γιατροί ξεκίνησαν να αρρωσταίνουν, όλοι ήξεραν ότι ήταν μια μεταδοτική ασθένεια αλλά κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει γιατί ήταν φιμωμένοι».

13 Φεβρουαρίου
Ακόμα πιο θλιβερή ήταν η φωτογραφία που μου έστειλε ένας φίλος γιατρός. Ήταν μια φωτογραφία με μια στοίβα από κινητά τηλέφωνα στο πάτωμα ενός γραφείου τελετών. Οι ιδιοκτήτες των κινητών είχαν ήδη γίνει στάχτες. Δεν υπάρχουν λόγια.

15 Φεβρουαρίου
Χτες τη νύχτα ο αέρας ούρλιαζε και έπιασε καταιγίδα, ενώ σήμερα άρχισε να χιονίζει. Είναι πάρα πολύ σπάνιο να βλέπεις τόσο βαρύ χιόνι στη Γιουχάν. Άκουσα ότι ένα κομμάτι από τη στέγη του προσωρινού νοσοκομείου [για τον κορονοϊό] το πήρε ο αέρας.

25 Φεβρουαρίου
Σήμερα ένας από τους παλιούς μου συμφοιτητές μού είπε ότι ετοιμαζόταν να βγει έξω όταν η 3χρονη εγγονή του τον ικέτευσε: «Παππού μην βγεις έξω σε παρακαλώ! Έχει μια αρρώστια έξω!»

Η πιο στενάχωρη ιστορία είναι αυτή με τον παππού που είχε πεθάνει εδώ και μέρες αλλά ο εγγονός του φοβόταν να βγει έξω εξαιτίας του κορονοϊού και τρεφόταν μόνο με κράκερς για αρκετές μέρες.

13 Μαρτίου
Τις τελευταίες μέρες το ξέσπασμα του κορονοϊού έχει μειωθεί σημαντικά, παρ’ όλα αυτά η κατακραυγή του κόσμου είναι εκκωφαντική. Όλοι διαμαρτύρονται ηχηρά για τη χρήση σκουπιδιάρικων για τη διανομή φαγητού στους κατοίκους της Γιουχάν. Ποιος μπορεί να σκέφτηκε να μοιράζουν το φαγητό με σκουπιδιάρικα; Τα επίπεδα άγνοιας και θράσους είναι απλώς εξοργιστικά. Αυτοί οι αξιωματούχοι δεν έχουν ίχνος κοινής λογικής ή βλέπουν τους πολίτες σαν κάτι κατώτερο από ανθρώπους;

22 Μαρτίου
Οι κοινότητες χωρίς κρούσματα βγαίνουν σταδιακά από την καραντίνα. Σήμερα άκουσα μέχρι και το γέλιο ενός παιδιού να ‘ρχεται απ’ έξω – πάει τόσος καιρός που είχα ν’ ακούσω αυτό το γέλιο.

 

*Η μετάφραση των αποσπασμάτων έγινε από τη συντάκτρια.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο ΖΗΝ του Αυγούστου.

Το Ημερολόγιο της Γουχάν κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis.