Η Ολομέλεια του ΣτΕ υπό την προεδρεία του Νικόλαου Σακελαρίου και  εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας, Κωνσταντίνο Κουσούλη δημοσίευσε την Τρίτη την απόφασή της, με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη η αίτηση ακύρωσης των προσφευγόντων. 
 
Η απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής ανέφερε πως το ελληνικό Δημόσιο θα παραιτούνταν από αξιώσεις τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ, με την υπογραφή του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα. Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που τότε βρισκόταν στην αντιπολίτευση χαρακτήρισαν τον συμβιβασμό ως σκάνδαλο και εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση κατά του υπουργού.
 

Δεν αποδείχθηκε έννομο ενδιαφέρον
 

Σύμφωνα με την Ολομέλεια, τόσο το Σωματείο «Έλληνες Φορολογούμενοι», όσο και οι τέσσερις φορολογούμενοι που είχαν προσφύγει στο δικαστήριο, δεν απέδειξαν το έννομο συμφέρον τους, καθώς η συμφωνία δεν είναι εν τη στενή έννοια φορολογικό θέμα, αλλά ούτε αρκεί απλώς η επίκληση της ιδιότητας του φορολογούμενου για την τεκμηρίωση του έννομου συμφέροντος.
 
Ο εισηγητής της υπόθεσης Κωνσταντίνος Κουσούλης, όπως και οι σύμβουλοι Επικρατείας Αναστασία Παπαδημητρίου και Όλγα Παπαδοπούλου μειοψήφησαν. Ο Κ. Κουσούλης ανέφερε ότι από απάντηση της αρμόδιας επιτροπής εποπτείας σε ερώτημα του ΣτΕ, προκύπτει πως από την παροχή των 90 εκ. ευρώ που προβλέπει η συμφωνία, η Siemens έχει καταβάλει μόνο τα 19,1 εκ. ευρώ, ενώ οι επενδύσεις των 60 εκ. ευρώ δεν έχουν πραγματοποιηθεί. Επίσης, η μειοψηφία υποστήριξε ότι οι προσφεύγοντας είχαν έννομο συμφέρον.
 

Μείζονος σημασίας για το δημόσιο συμφέρον
 

Σύμφωνα με την μειοψηφία, η επίμαχη υπόθεση εμφανίζει «μείζονα σημασία για το δημόσιο συμφέρον» και τίθενται «σοβαρά ζητήματα τα οποία αφορούν τις συνταγματικές προϋποθέσεις συμβιβασμού του ελληνικού Δημοσίου».
 
Η Ολομέλεια του ΣτΕ κλήθηκε να αποφανθεί για την συνταγματικότητα και τη νομιμότητα της συμφωνίας, που ολοκληρώθηκε το 2012 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των εταιρειών της Siemens, έπειτα από αναφορές για μίζες. Το 2015 το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ με πρόεδρο την Ειρήνη Σάρπ και εισηγητή τον πάρεδρο Νίκο Μαρκόπουλο είχε κρίνει ότι ο τότε υπουργός Οικονομικών Ιωάννης Στουρνάρας «δεν διέθετε ευχέρεια» να μην υπογράψει την επίμαχη συμφωνία συμβιβασμού, αλλά ούτε είχε την δυνατότητα να τροποποιήσει τους όρους της «μονομερώς ή συμβατικώς».
 
Το Σωματείο «Έλληνες Φορολογούμενοι» και οι φορολογούμενοι, με την προσφυγή τους στο ΣτΕ υποστήριζαν ότι η συμφωνία συμβιβασμού είναι αντίθετη σε διατάξεις του συντάγματος, ενώ υποστήριζαν ότι είναι αντίθετη στο δημόσιο και εθνικό συμφέρον, καθώς από την παράνομη δραστηριότητα της Siemens στην Ελλάδα, προκλήθηκε ζημία στο ελληνικό Δημόσιο ύψους άνω των 2 δισ. ευρώ, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνεται η αποθετική ζημία και η ηθική βλάβη.