Η στάνταρ αυτή απορία διατυπώθηκε από τη νορβηγίδα δημοσιογράφο  Ίγκεμποργκ Ελίασεν, στο πλαίσιο μακροσκελούς συζήτησης που είχαμε προχθές για τις ανάγκες ενός βιβλίου που γράφει με θέμα την ευρωπαϊκή κρίση.
 
Γενικά δεν τους γουστάρω τους ψηλομύτηδες ξένους δημοσιογράφους που έρχονται για λίγες μέρες στην Ελλάδα, σαν αλεξιπτωτιστές, προκειμένου να επιβεβαιώσουν την προκατασκευασμένη άποψή τους, να στείλουν το άρθρο τους και να επιστρέψουν ανεπηρέαστοι στη βάση τους.
 
Η Ίγκεμποργκ δεν ανήκει σ’ αυτή τη συνομοταξία. Έχει έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα για λογαριασμό σουηδικών και νορβηγικών ΜΜΕ, το ’χει ψάξει πολύ, έχει πιάσει το νόημα και, παρά το γεγονός ότι δεν ξέρω ούτε σουηδικά ούτε νορβηγικά για να την τσεκάρω, τα λόγια που της έχω κατά καιρούς ψιθυρίσει φαίνεται να πιάνουν τόπο. (Ή τουλάχιστον αυτό βαυκαλίζομαι να νομίζω)
 
Το ερώτημα διατυπώθηκε εντελώς καλοπροαίρετα, αλλά αυτό δεν βοήθησε και πολύ. Της είπα ότι ναι, τα φαινόμενα απατούν. Ότι η κρίση έχει μεταβάλει τις συνήθειες των ανθρώπων, ακόμα και της νεολαίας, που δίνει κυρίως τον τόνο σ’ αυτά τα πράγματα. Ότι οι ακριβές έξοδοι έχουν υποκατασταθεί από φθηνότερες. Ότι οι εξορμήσεις προς την παραλιακή και τα ακριβά προάστια έχουν μειωθεί δραστικά. Ότι ο κόσμος συγκεντρώνεται κυρίως στο κέντρο και στις γειτονιές του. Ότι η εβδομάδα έχει ως προς τις νυχτερινές εξόδους συρρικνωθεί, και έχει γίνει week end.
 
Αλλά αυτά από μόνα τους δεν ηχούσαν αρκετά πειστικά, οπότε αποδύθηκα σε δεύτερο μπαράζ επιχειρηματολογίας: Ότι ένα τρίτο του πληθυσμού έχει πληγεί λιγότερο. Ότι ένα κομμάτι της παραοικονομίας αντέχει ακόμα. Ότι παρά τη μακρά διάρκεια της κρίσης, ίσως υπάρχει ακόμα κάποιο λίπος σε ορισμένα στρώματα να καεί. Ότι το κλίμα στην Ελλάδα, όπως και η κουλτούρα, διαφέρουν ριζικά από της Νορβηγίας. Ότι παρόλα αυτά, η κατανάλωση κατ’ άτομο -και κατά συνέπεια και οι τζίροι- έχουν πέσει δραματικά. Ότι μπορεί οι θαμώνες να παραμένουν κατά κάποιον τρόπο χαρούμενοι – όχι όμως και οι μπάρμαν.
 
Επειδή όμως η Ίγκεμποργκ είναι καλή συνάδελφος κι έχουμε γίνει και φιλαράκια, εν κατακλείδι ομολόγησα ότι και για μένα τον ίδιο, για μας τους ίδιους, το φαινόμενο συνιστά εντέλει μυστήριο – ένα μεγάλο μυστήριο. Ότι οπωσδήποτε θα υπάρχουν κάποιες καλές απαντήσεις οι οποίες προσώρας φαίνεται να μας διαφεύγουν.
 
Μ’ αυτή την ευκαιρία, καλό είναι να αναφέρω ότι η στήλη αυτή αποτελεί μία από τις ελάχιστες στη χώρα που δεν παριστάνει ότι διαθέτει απαντήσεις επί παντός. Όταν δεν ξέρει, σηκώνει τα χέρια.
 
Αλλά όπως όλοι ξέρουμε, στη… δημοσιογραφία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Όταν τα βρίσκει σκούρα, η στήλη ζητάει τη βοήθεια του κοινού. Όποιος έχει κάποια ιδέα για το τι παίζεται, εδώ είμαστε. Γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν από κάτω απ’ το άρθρο τα κουτάκια των σχολίων, για να γίνεται διάλογος. Αν έχεις κάτι να πεις και να μας διαφωτίσεις, γράψ’ το τώρα.