Ο «Άνθρωπος του Θεού» έχει ως θέμα του τη ζωή του Αγίου Νεκταρίου, ο οποίος υπήρξε επίσκοπος στην Πεντάπολη (ή σε πέντε πόλεις, η ταινία δεν το ξεκαθαρίζει), προτού εκδιωχθεί από την Αίγυπτο χάρη σε δολοπλοκίες ενδο-εκκλησιαστικών αντιπάλων του, παυθεί από ιερέας, καταφύγει στην Αθήνα και τη Χαλκίδα, δικαιωθεί, οριστεί διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής, και επιστρέψει δριμύτερος ιδρύοντας μοναστήρι στην Αίγινα στο οποίο στεγάζει «τέσσερις γυναίκες που ήσαν μόνες και συνδέονταν μαζί του, με σχέση πνευματικής καθοδήγησης» αλλά και «άλλες τρείς που ήδη μόναζαν στο νησί» [1] ― έτσι, για να σκάσουν οι οχτροί του.
Το έργο παρακολουθεί τη ζωή του Αγίου από τα παιδικά του χρόνια ως την κοίμησή του, ξεκινώντας από το bullying που υπέστη στο δημοτικό, περνώντας στο bullying που υπέστη στην Αλεξάνδρεια, συνεχίζοντας με το bullying που υπέστη στην Αθήνα, και καταλήγοντας με το bullying που υπέστη στην Χαλκίδα και την Αίγινα.
Γενικά, κεντρικό άξονα της αφήγησης αποτελεί το bullying που υφίσταται κάθε φορά ο Νεκτάριος από κύκλους της εκκλησιαστικής ηγεσίας, τα εμπόδια που συναντάει στην τέλεση του έργου του, αλλά και η υπομονή του να μην τους σαπίσει όλους αυτούς στα μπουκετίδια (η οποία ασφαλώς και συνυπολογιστηκε στην αγιοποίηση του).
Η ταινία είναι διεθνής συμπαραγωγή, σε σενάριο και σκηνοθεσία της Σέρβας Γελένα Πόποβιτς, πρώην ηθοποιού και μοντέλου, η οποία αποφάσισε να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη ζωή του Αγίου Νεκταρίου όταν ναυάγησε η προηγούμενη της προσπάθεια για μια βιογραφία της Γκρέτα Γκάρμπο.
Στη παραγωγή συμμετέχουν οι εταιρείες Simeon Entertainment, View Master Films, αλλά και η Μονή Βατοπεδίου, ή οποία και παραχώρησε την Λίμνη Βιστωνίδα για τις ανάγκες της σκηνής της διαφυγής του Αγίου Νεκταρίου εκτός Πενταπόλεως (ή εκτός πέντε πόλεων, το σενάριο δεν διευκρινίζει) με μηχανοκίνητη ψαρότρατα.
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Αγίου Νεκταρίου παίζει ―αριστουργηματικά― ο Άρης Σερβετάλης, ο οποίος καθηλώνει το θεατή σε καθεμία από τις έξι φράσεις που του αντιστοιχούν, σε μια υποβλητική ερμηνεία χαμηλών τόνων για την οποία ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις θα έδινε και το δεξί του πόδι.
Τον Άγιο σε νεαρή ηλικία ερμηνεύει ο Χρήστος Σαντικάι, ο οποίος τραγουδάει υπέροχα το «Χάνομαι χωρίς ελπίδα, μέρα νύχτα στη Χαλκίδα» κατά το μουσικό ιντερμέτζο που ακολουθεί την αποπομπή του Αγίου Νεκταρίου από τη θέση του αρχιεπισκόπου Πενταπόλεως (ή πέντε πόλεων, το σενάριο δεν διευκρινίζει).
Στο υπόλοιπο καστ, η Τόνια Σωτηροπούλου γοητεύει στο ρόλο της μοναχής που ψάχνει παρέα, ο Χρήστος Λούλης επιστρέφει στο γνώριμο ρόλο του Βαρουφάκη ο οποίος μαζί με τον Brian Eno (ο Γιάννης Ζουγανέλης σε cameo-έκπληξη) προσπαθούν να εντάξουν τον Άγιο Νεκτάριο στο DiEM25, ενώ ο Γιάννης Στάνκογλου δανείζει το μουστάκι του στον Νικήτα Τσακίρογλου (απολαυστικός στο ρόλο του Πατριάρχη Σωφρόνιου).
Στην ταινία παίζει επίσης ο Μίκι Ρουρκ, στο ρόλο του παράλυτου στα μάγουλα από τα μπότοξ που καταφεύγει στον Άγιο Νεκτάριο ο οποίος και επιστρέφει θαυματουργά την εκφραστικότητα στο πρόσωπό του.
Η σκηνοθέτις, καίτοι πρωτοεμφανιζόμενη, δεν διστάζει να αναμίξει πολλά και διαφορετικά κινηματογραφικά είδη. Έτσι, εκτός από ταινία «εποχής», ο «Άνθρωπος του Θεού», περιέχει στοιχεία γουέστερν, φιλμ νουάρ, αλλά και επιστημονικής φαντασίας (για παράδειγμα η σεκανς κατάρριψης του Εντερπράιζ με τα υπερόπλα Τέσλα).
Η Πόποβιτς, παρά ή ίσως εξαιτίας της απειρίας της, κατορθώνει εντέλει να εντάξει όλες τις επιρροές της στον «Άνθρωπο του Θεού» με ιδιαίτερη μαεστρία, αν και το εικοσάλεπτο μονοπλάνο με τους μαχητές νίντζα κουράζει, και προσωπικά θεωρώ ότι θα μπορούσε να λείπει χωρίς η ταινία να χάσει σε δραματικό βάρος. Αξίζει να τονιστεί ότι η φωτογραφία της ταινίας οφείλει πολλά στους πειραματισμούς των αδελφών Λυμιέρ.
Δεν θα μπορούσαμε όμως να μη μιλήσουμε και για την ηχητική επένδυση της ταινίας, την οποία υπογράφει ο Ζμπίγκνιου Πράισνερ (μόνιμος συνεργάτης του Κριστόφ Κισλόφσκι). Ειδικά το μουσικό «λαιτ μοτιφ» που συνοδεύει κάθε εμφάνιση του Αγίου Νεκταρίου, με την περίτεχνη διαπλοκή τσέλου, τσαμπούνας, και γκιμπάρντας, είναι σίγουρο ότι θα μαγέψει το θεατή.
Παρόλα τα θετικά της, η ταινία παραμένει φιλμικά άνιση, καθώς χωρίζεται σε δύο μέρη 58 και 51 λεπτών, με ένα ενδιάμεσο διάλειμμα για να δουλέψει και το κυλικείο του κινηματογράφου.
Καταλήγοντας, αν και σε καμία περίπτωση δεν πλησιάζει αντίστοιχης θεματολογίας έργα, όπως «Ο Τελευταίος Πειρασμός» (Σκορτσέζε), «Το Ημερολόγιο Ενός Εφημέριου» (Μπρεσόν) ή έστω «Ο Παπαφλέσσας» (Ανδρέου), ο «Άνθρωπος του Θεού» βλέπεται ευχάριστα, χάρη στο καλοδουλεμένο σενάριο, τις καλές ερμηνείες του καστ, αλλά και την καλή δουλειά που έχει γίνει σε σκηνικά και κοστούμια, η οποία και εισάγει το θεατή στο κλίμα της εποχής.
3.5 / 5