Όσον αφορά τον Στουρνάρα το πρόβλημα του Αντώνη ήταν ότι δεν πετύχαινε το γνωστό κόλπο της «απογοήτευσης» του πρωθυπουργού. Χρόνια τώρα κάθε φορά που έρχεται η ώρα να αποσυμπιεστεί η βαλβίδα της οργής κατά των κυβερνώντων οι πρωθυπουργοί αφήνουν μέσω των καναλιών επικοινωνίας τους να διαφανεί μια απογοήτευση. Και καλά δηλαδή οι υπουργοί οικονομικών κάνουν κακά την δουλειά τους αν δεν κάνουν και του κεφαλιού τους και ο πρωθυπουργός κάποια στιγμή λέει «ως εδώ» και τους πετάει έξω.

Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα γιατί αφενός ο Στουρνάρας χαίρει της εμπιστοσύνης των δανειστών (περίεργο ε;) και αφετέρου γιατί δεν ήταν διατεθειμένος να δεχτεί αυτό το παιχνίδι, φροντίζοντας να ξεκαθαρίσει δημόσια τη θέση του. Αυτοπρωτάθηκε για διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και φυσικά πέτυχε το στόχο του.

Και είναι πραγματικά κρίμα που ο απογοητευμένος πρωθυπουργός δεν περίμενε λίγες εβδομάδες ακόμα πριν προχωρήσει στην αντικατάστασή του γιατί στο μικρό αυτό χρονικό διάστημα τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας έχουν βγάλει τρεις αποφάσεις που κρίνουν αντισυνταγματικά τα νομοσχέδια  που με τόση ένταση υπερασπίστηκε ο κύριος Στουρνάρας στη Βουλή, ενώ ήδη άλλα 4 βρίσκονται υπό εξέταση.

Ο Αντώνης Σαμαράς θα είχε λοιπόν σήμερα μια μοναδική ευκαιρία να αποπέμψει τον πρώην υπουργό Οικονομικών ως άχρηστο και εχθρό της δημοκρατίας. Ως έναν άνθρωποι που κουρέλιασε το σύνταγμα και αγνόησε τις ενστάσεις των επιτροπών περί αντισυνταγματικότητας εν γνώση του αφού εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι όχι μόνο δεν έκανε καλά τη δουλειά του (το κόστος των αναδρομικών που θα πρέπει να καλύψει η κυβέρνηση περνάει κατά πολύ το περιβόητο πλεόνασμα) αλλά επιπλέον πλήγωσε τον θεσμό που κλήθηκε να υπηρετήσει, χωρίς βέβαια να έχει εκλεγεί.

Κρίμα δηλαδή γιατί στο μεταξύ πρόλαβε να του δώσει την θέση του απόλυτου άρχοντα των τραπεζών (οι πρακτικές των οποίων επίσης έχουν καταδικαστεί πολλάκις από τα ελληνικά δικαστήρια).

Όσο για το άλλο πρόβλημα του Αντώνη, με τον ψυχοπαθή, αυτό αναγκάστηκε να το λύσει βγαίνοντας στα σκαλιά του Μαξίμου για να δηλώσει τον θαυμασμό του στο έργο του (μόνο τα νοσοκομεία που έκλεισε να μετρήσεις αξίζει τον κόπο) και χρίζοντάς τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο.