Έπειτα από δύο εκλογικούς κύκλους, ο Άρμιν Λάσετ είναι ο νέος αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, θέση που κατείχε η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ. Πιο συγκεκριμένα ο Λάσετ έλαβε 521 ψήφους, στο πλαίσιο του συνεδρίου του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο πραγματοποιήθηκε τη Παρασκευή και το Σάββατο ψηφιακά. Ο δεύτερος ήταν ο Φρίντριχ Μερτς ο οποίος και έλαβε 466 ψήφους. Παρ’ όλα αυτά το συγκεκριμένο αποτέλεσμα θα επικυρωθεί εν τέλει στις 22 Ιανουαρίου όταν θα πραγματοποιηθεί η καταμέτρηση των επιστολικών ψήφων των 1.001 συνέδρων.

Ο Λάσετ είναι ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας του κρατιδίου με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στη χώρα που φτάνει τα 18 εκατομμύρια, πράγμα το οποίο και του δίνει σημαντικό πλεονέκτημα. Μάλιστα το ένα τρίτο των 1.001 συνέδρων προέρχεται από το κρατίδιό του.

Σημαντικό θεωρείται το γεγονός ότι ο Λάσετ αν και θεωρείται «κεντρώος« κατόρθωσε να καταρτίσει κοινό ψηφοδέλτιο με τον υπουργό Υγείας Γενς Σπαν, προσκείμενο στη δεξιά, συντηρητικό και μεγάλο πολέμιο του προσφυγικού αφού έχει ταχθεί κατά της πολιτικής ανοικτών θυρών της Μέρκελ. Ωστόσο η συγκεκριμένη συμμαχία ίσως να σημαίνει και μεγάλη εισροή συνέδρων στο στρατόπεδο του Λάσετ.

Ο 59χρονος πολιτικός, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, παρουσιάστηκε στο συνέδριο του CDU ως «φυσικός διάδοχος» της Άνγκελα Μέρκελ αλλά και εγγυητής της κληρονομιάς της. Όπως φαίνεται κατόρθωσε να καθησυχάσει την πλειοψηφία των συνέδρων, σχετικά με την παραμονή στην κεντρώα πολιτική του κόμματος. Η λέξη «εμπιστοσύνη» που επανέλαβε πολλές φορές, αποτέλεσε τον χαρακτηρισμό της πολιτικής που θα ακολουθήσει.

Η εκλογή του Λάσετ στην ηγεσία του CDU θεωρείται νίκη του «κέντρου» αλλά και θρίαμβο των κομματικών μηχανισμών, αφού η επικράτηση του πρωθυπουργού της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, δεν αναμενόταν βάσει των δημοσκοπήσεων που τον ήθελαν τελευταίο στην προτίμηση των πολιτών.Τα στελέχη του CDU φαίνεται όμως να είχαν άλλη άποψη.

Ο Λάσετ φέρεται να ήταν και η προτίμηση της Μέρκελ σε αντίθεση με τον Φρίντριχ Μερτς ο οποίος επιθυμούσε πλήρη αλλαγή πορείας. Ωστόσο ο Λάσετ έχει διαφωνήσει τον τελευταίο χρόνο σε όλα με τη Γερμανίδα καγκελάριο. Αρχικά είχε υποστηρίξει χαλαρότερα μέτρα αναφορικά με τη διαχείριση της πανδημίας, ενώ είχε υιοθετήσει και επιφυλακτικότερη στάση στις πολιτικές για την κλιματική αλλαγή.

Παρά το γεγονός ότι μέχρι το 2017 ήταν ένθερμος υποστηρικτής της προσφυγικής πολιτικής της καγκελαρίου, η προεκλογική του καμπάνια χαρακτηρίστηκε από την έγερση ζητημάτων «εσωτερικής ασφάλειας» και «κατάχρησης ασύλου». Ωστόσο όταν ήταν υπουργός Ενσωμάτωσης στην Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία του είχαν προσδώσει πλήθος προσωνυμίων, λόγω της φιλελεύθερης στάσης του απέναντι στους μετανάστες, ενώ το 2014 δέχθηκε δριμεία κριτική στην Γερμανία, όταν μέσω Twitter, απευθύνθηκε στο. Μάλιστα το 2014, με μια ανάρτησή του στο twitter είχε προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων, αφού είχε κατηγορήσει τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι ότι η Ουάσιγκτον στήριζε το «Ισλαμικό Κράτος» και την «Αλ Νούσρα» κατά του Προέδρου Άσαντ στην Συρία.

Μεταξύ των επικριτών του βρίσκονται εκείνοι που τον κατηγορούν ότι οι θέσεις του για τα μεγάλα ζητήματα της Γερμανίας όπως η μετάβαση στη ψηφιακή πολιτική, η απολιγνιτοποίηση και άλλα μεγάλα θέματα που είχε εγείρει η καγκελαρία και με τα οποία είχε διαφωνήσει έντονα ο Λάσετ, εμφορούνται από τοπικιστικά κριτήρια.

Έπειτα από την εκλογή του Άρμιν Λάσετ στην αρχηγία του CDU, το επόμενο βήμα, δηλαδή αν θα ανέβει στη θέση της καγκελαρίας στις ομοσπονδιακές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου παραμένει ανοιχτό. Πλήθος ενδεχόμενων διεκδικητών του «θρόνου» της Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται να υπάρχουν σύμφωνα με τους αναλυτές με τα ονόματα του υπουργού Υγείας Γενς Σπαν, αλλά και του ηγέτη του αδελφού κόμματος του CDU, της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Σέντερ, φιγουράρουν. Ο Σέντερ έχει αφήσει ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο ωστόσο δεν έχει εκδηλώσει κανένα ενδιαφέρον με επίσημο τρόπο.

Σε κάθε περίπτωση όποιος εκ των υποψηφίων να βρεθεί στην θέση του καγκελαρίου, θα έρθει αντιμέτωπος με πλήθος θεμάτων τόσο σε σχέση με την εσωτερική γερμανική πολιτική, όσο και με την εξωτερική είτε αυτή έχει να κάνει με τα εντός των τειχών της ΕΕ θέματα είτε ξεπερνούν την Ένωση των 27.