Του Αχιλλέα Φακατσέλη

 ‘Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από την αντιμνημονιακή Ελλάδα. Το φάντασμα του Μπερλινγκουέρ. Και θα πρέπει- αν έχει αισθήματα-  να διακατέχεται από θαυμασμό: βλέπει το πρόγραμμα του Compromesso Storico που είχε υλοποιήσει με αποτυχία στην Ιταλία της δεκαετίας του ‘70, να υλοποιείται τώρα στην χώρα μας, επιτυχώς αλλά ανάποδα.

Εδώ, δεν είναι η Δεξιά που καλεί στην πολιτική διαχείριση την Αριστερά, αλλά είναι η Αριστερά που καλεί σε συνδιαχείριση τη Δεξιά. Δεν είναι το PCI που «ακόμη και με 51%, δεν μπορεί να κυβερνήσει» αλλά είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνά με μόλις κάτι περισσότερο από 36 %.Η στρατηγική του κυβερνητισμού  δεν ανοίγει την είσοδο στην Αριστερά, αλλά στην Δεξιά. Δεν χρειάστηκε διαφάνεια και αποσαφήνιση των στόχων του αριστερού κυβερνητισμού του ΣΥΡΙΖΑ όπως έκανε το PCI τότε, αλλά συγκρατημένες δηλώσεις για τον νεφελώδη στόχο μιας ευρείας κοινωνικής πλειοψηφίας.

Ό,τι είχε τεθεί ως στόχος για τον ιταλικό ευρωκομουνισμό τότε, σήμερα αποτελεί την αφετηρία του ΣΥΡΙΖΑ για μια πραγματικότητα που πρέπει να ανατραπεί –λιτότητα για την αντιμετώπιση της ύφεσης, αντίθεση στις εθνικοποιήσεις, άνευ όρων φιλοευρωπαϊκό πνεύμα, συγκρατημένη στήριξη του Δυτικού μιλιταρισμού. Αυτά έβαζε ως στόχο ο ιταλικός Ιστορικός Συμβιβασμός, αυτά ξεκινά να ανασχέσει η ελληνική εκδοχή του, σήμερα.  Έτσι, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται αλλά επανέρχεται αντεστραμμένη, όπως το είδωλο στον καθρέφτη της πραγματικότητας. Κανονικά λοιπόν, όσοι ξέρουν από ιστορία (εκτός από τον Μπερλινγκουέρ που έχει χάσει συνέχειες) δεν θα έπρεπε να εκπλαγούν για όσα συμβαίνουν εδώ, όπως για παράδειγμα η επιλογή του κ. Πάκη στην Προεδρία.

Όπως οι Τράπεζες, έτσι κι η Ιστορία ξεπλένει τα «μαύρα» της κέρδη. Κέρδη που μπορεί να είναι και ψήφοι. Όπως είναι (για παράδειγμα) τα κέρδη που χωρίς τυμπανοκρουσίες προέκυψαν για τον ΣΥΡΙΖΑ από την θεμιτή ψηφοθηρία των πικραμένων της Δεξιάς. Εκείνοι, συν όλοι οι άλλοι πικραμένοι της εργατικής τάξης και των ριζοσπαστικών κοινωνικών κινημάτων που αφομοιώθηκαν στην, και από την, στρατηγική του ελληνικού αριστερού κυβερνητισμού, έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ  την ευρεία πλειοψηφία που φαντασιώνονταν και οι παλιοί, υπέροχοι Ιταλοί κομμουνιστές. Κατά συνέπεια ο (οποιοσδήποτε) κ. Πάκης είναι ακριβώς αυτό το ξέπλυμα των «μαύρων ψήφων» που έφεραν την ευρεία πλειοψηφία στον ΣΥΡΙΖΑ, και τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση.

Με άλλα λόγια, είναι το κόστος που πρέπει να καταβάλει η αριστερή αξιοπρέπεια, προκειμένου να επιτευχθεί ο έσχατος στόχος του σημερινού, ώριμου, ελληνικού ευρωκομουνισμού, του σημερινού ώριμου ελληνικού Ιστορικού Συμβιβασμού. Αν λοιπόν κάποιοι δυσαρεστούνται ή εκπλήσσονται, δεν θα πρέπει να το κάνουν επειδή διαφωνούν με την επιλογή του συγκεκριμένου παίκτη της πολιτικής μας ζωής, αλλά επειδή διαφωνούν με την στρατηγική του κυβερνητισμού. Ο κ. Πάκης ως πρόεδρος της ελληνικής Δημοκρατίας, όσο κι αν δεν του φαίνεται, αποτελεί προϊόν της ιδεολογικής ζύμωσης της ελληνικής, πατριωτικής, ευρωκομουνιστικής, ρεφορμιστικής ή ό,τι άλλο, Αριστεράς.

Της  ζύμωσης, που αφού το ανέλυσε, κι αφού διδάχτηκε από την πείρα των άλλων, κι αφού κατέκτησε ως πολιτικό πρόγραμμα την κορυφή της κομματικής διαστρωμάτωσης στον ΣΥΡΙΖΑ, υπέδειξε έναν άνθρωπο που αν μη τι άλλο «δεν κάνει ξαφνικές κινήσεις» όπως απέδειξε το ιστορικό επεισόδιο στο τηλεοπτικό στούντιο, όπου κατάφερε και ήταν ο μόνος ακίνητος. Δεν πρόκειται λοιπόν για κάποια ανησυχητική διαπίστωση περί από-ιδεολογικοποίησης των πολιτικών κομμάτων στην χώρα μας, διότι η επιλογή του δεν συνιστά ούτε ΣΥΡΙΖΑϊκή μικροπολιτική αναδίπλωση, ούτε σχέδιο επιρροής εξελίξεων σε άλλα κόμματα, ούτε κάτι άλλο από την σφαίρα της πολιτικής παραφιλολογίας.

Η από-ιδεολογικοποίηση των πολιτικών κομμάτων έχει επιτευχθεί προ πολλού, όταν στο όχι μακρινό παρελθόν, οι πολιτικοί επιστήμονες αδρανοποίησαν τις αρχές της πολιτικής δεοντολογίας επισημαίνοντας ότι αυτή δεν έχει θέση στην πολιτική πραγματικότητα. Έτσι, εκείνο που απομένει είναι να ζήσουμε με αυτή την πραγματικότητα : ο κ. Πάκης θα κοσμεί το προεδρικό μέγαρο θυμίζοντάς μας τις αρετές της ευρείας πλειοψηφίας, του αριστερού κυβερνητισμού και του ανανήψαντος ευρωκομουνιστικού οράματος, για τον σοσιαλισμό και τη δημοκρατία όλων υμών των υπολοίπων.