Στις 7 Ιουλίου του 2017 ο Τ. Θεοφίλου άκουγε το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων να τον κρίνει αθώο για όλες τις κατηγορίες, μετά από πέντε χρόνια χρόνια φυλάκισης. ο Τ. Θεοφίλου, βρισκόταν στο εδώλιο του κατηγορούμενου ως μέλος εγκληματικής οργάνωσης, και με την επιβαρυντική νομική διάταξη περί τρομοκρατίας (187Α).
 
Σύμφωνα με την ετυμηγορία του δικαστηρίου, ο Τ. Θεοφίλου αθωώθηκε για το σύνολο των κατηγοριών και συγκεκριμένα για συγκρότηση και ένταξη τρομοκρατικής οργάνωσης, ανθρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα ανθρωποκτονίας, ληστεία, κατασκευή-προμήθεια-κατοχή εκρηκτικών υλών, διακεκριμένη κατοχή όπλων κ.ά.
 
Η πρωτόδικη απόφαση, προέβλεπε για τον Τ. Θεοφίλου καταδίκη σε 25 χρόνια κάθειρξη για ληστεία στην Πάρο τον Αύγουστο του 2012.
 
Η αθωότητα του, που χαρακτηρίστηκε ως «ιστορική νίκη του νομικού πολιτισμού», κρίθηκε τότε κατά πλειοψηφία, καθώς σύμφωνα με την ψηφοφορία μεταξύ των δικαστών, τρεις τάχθηκαν υπέρ της αθωότητας του και δύο κατά. Μάλιστα, η μία εφέτης τον έκρινε ένοχο για όλες τις κατηγορίες, ενώ η δεύτερη τον έκρινε ένοχο μόνο για τη ληστεία στην Πάρο.
 
Στις αρχές Απριλίου, ο αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου, Ιωάννης Αγγελής, αποφάσισε να ασκήσει αναίρεση κατά της αθωωτικής απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Εάν η αναίρεση γίνει δεκτή, ο Τ. Θεοφίλου θα αναγκαστεί να επιστρέψει στη φυλακή, όπου έμεινε άδικα για πέντε χρόνια, με τις αρχικές κατηγορίες να τον βαραίνουν και την δίκη να αναμένεται να επαναληφτεί από άλλους δικαστές.
 

Περιπέτεια πέντε ετών

 
Η αρχή έγινε όταν ο Τάσος Θεοφίλου κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε ληστείας τράπεζας στην Πάρο τον Αύγουστο του 2012, κατά την οποία υπήρξε ένας νεκρός. Ο ίδιος συνελήφθη στην Αθήνα ως ύποπτος, γνωστός στον αναρχικό χώρο, με τα ΜΜΕ να τον αντιμετωπίζουν ως ένοχο.
 
Έτσι, ο Τ. Θεοφίλου δικάστηκε ως μέλος εγκληματικής οργάνωσης και με την επιβαρυντική διάταξη του νόμου περί τρομοκρατίας (187Α). Σημειώνεται πως κατά τη διάρκεια της δίκης του, αλλά και την έφεσης, το μοναδικό στοιχείο που παρουσιάστηκε εναντίον του, ήταν ένα καπέλο, το οποίο μάλιστα δεν υπήρχε στα αρχικά ευρήματα της ληστείας.
 
Βάσει αυτού του «στοιχείου», ο Θεοφίλου καταδικάστηκε το 2014 σε 25 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή στη ληστεία της Πάρου, με τη δεύτερη δίκη να ακολουθεί κατόπιν άσκησης έφεσης τόσο του ίδιου του κατηγορουμένου όσο και υπέρ του νόμου.
 
Μετά από πολυήμερη διαδικασία, και αφού κανένας αυτόπτης μάρτυρας δεν αναγνώρισε τον κατηγορούμενο ως έναν από τους δράστες της ληστείας, όπως και στην πρωτόδικη διαδικασία, η εισαγγελέας Έδρας, με την σημερινή αγόρευσή της, εξέφρασε την απόλυτη πεποίθησή της πως ο Θεοφίλου «υπήρξε μέλος της οργάνωσης «Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς» και προχώρησε με άγνωστους -για τη Δικαιοσύνη- συνεργούς στη ληστεία της τράπεζας, με απολογισμό έναν νεκρό».
 
Απολογούμενος στο πρώτο δικαστήριο, ο Θεοφίλου ερωτηθείς από τον πρόεδρο είχε υποστηρίξει ότι η «ΣΠΦ» είναι «αναρχομηδενιστική οργάνωση» η οποία δεν πιστεύει «στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης» κάτι στο οποίο ο ίδιος πιστεύει «ως αναρχοκομμουνιστής».

Απολογούμενος στην δίκη που τον αθώωσε, μεταξύ άλλων ο Θεοφίλου είπε, ότι «η μόνη φορά που βρέθηκα κοντά σε όπλο, ήταν όταν μου το έβαλαν στον κρόταφο κατά την σύλληψή μου» ενώ επανέλαβε ότι διώκεται γιατί είναι αναρχικός: «Δεν διέπραξα κανένα από τα αδικήματα που με κατηγορούν. Διέπραξα ένα αδίκημα το οποίο περικλείει όλα τα… αδικήματα: στον ταξικό πόλεμο πήρα θέση με τους αδικημένους, είμαι αναρχικός».