Του Γιώργου Μυζάλη

Η εμφάνιση αυτή ήταν η τελευταία από μια σειρά έξι εμφανίσεων και το Γυάλινο ήταν κατάμεστο, σαν πιο γεμάτο κι από γεμάτο. Βλέπετε, οι περισσότεροι (εμού συμπεριλαμβανομένου) είμαστε της «τελευταίας στιγμής». Το είπε και από σκηνής οΘανάσης Παπακωνσταντίνου, χαριτολογώντας: «τις προηγούμενες βραδιές βαράγαμε μύγες, απόψε θα πρέπει να κάνετε λίγη υπομονή». Και έτσι έγινε. Κάναμε υπομονή. Και άξιζε τον κόπο.

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο σπουδαιότερος τραγουδοποιός ετούτης της χώρας τα τελευταία είκοσι χρόνια, δεν με έχει απογοητεύσει σε κανένα live του. Διαλέγει πάντοτε σπουδαίους μουσικούς, φροντίζει τα playlists του για να μη λείψει τίποτα και διανθίζει με εξαιρετικές ιστορίες και ωραίες κουβέντες τα τραγούδια του. Παράλληλα, φιλοξενεί στη σκηνή και τραγουδιστές που «έχουν κάτι να πουν». Όλα αυτά έχουν γραφτεί κατά κόρον και θα συνεχίσουν να γράφονται όσο ο αγαπημένος τραγουδοποιός συνεχίζει αυτές τιςυψηλές επιδόσεις. Από ένα σημείο και μετά, δεν μπορείς να γράψεις πολύ διαφορετικά πράγματα σε ένα review, άλλωστε.

Ωστόσο, το Σάββατο το βράδυ στο Γυάλινο, ήμουν μάρτυρας ενός περιστατικού που μπορεί να μη σημαίνει και τίποτα, αλλά μπορεί και να σημαίνει πολλά και αυτό ελπίζω να διαφοροποιήσει λίγο ετούτο το σημείωμα: η συναυλία είχε τελειώσει και ο χώρος άδειαζε σιγά – σιγά από την πολυκοσμία. Στο βάθος του μαγαζιού, όπου καθόμουν, είχε ξεμείνει μια παρέα «φωνακλάδων», που σε κάποιες στιγμές της βραδιάς το είχε παρακάνει (και δεν θα ήταν μεμπτό αυτό αν δεν ήμασταν τόσο στριμωγμένοι). Αυτή, λοιπόν, η φωνακλάδικη παρέα, που είχε παραμείνει ως το τέλος, με τα μέλη τηςαγκαλιασμένα και συνωστισμένα στην είσοδο, τραγουδούσε (ίσως και ούρλιαζε) επηρεασμένη και από το αλκοόλ, τα λόγια του «Αποσπερίτη», όταν έκανε την εμφάνισή του ο ίδιος ο δημιουργός του τραγουδιού στο δρόμο για την έξοδο. Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου πέρασε δίπλα από τα αγκαλιασμένα παιδιά που τραγουδούσαν το τραγούδι του απέξω, σκύβοντας το κεφάλι και χωρίς να τους μιλήσει. Και εκείνα, ούτε που κατάλαβαν ότι δίπλα τους, σχεδόν ακουμπώντας τα, πέρασε ο αγαπημένος τους τραγουδοποιός. Γιατί, ποιος θα περίμενε ότι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου θα χρησιμοποιούσε την μπροστινή πόρτα και ότι δεν θα διέφευγε από κάποια πλαϊνή, προκειμένου να «γλυτώσει». Αντ’ αυτού, βγαίνοντας από το μαγαζί, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου βρισκόταν στην είσοδο για να χαιρετίσει όσους πρόλαβε (και πρόλαβαν – φαντάζομαι και οι «φωνακλάδες» τον αντάμωσαν βγαίνοντας) και να υπογράψει δίσκους και cds του.

Και σκέφτομαι: ένας καλλιτέχνης αποκομμένος, ένας καλλιτέχνης «προστατευμένος», ένας καλλιτέχνης «καβαλημένος», δεν θα μπορούσε – κατά τη γνώμη μου – να είναι ο σημαντικότερος τραγουδοποιός μιας χώρας για κανένα χρονικό διάστημα.

  Γιώργος Μυζάλης