Το να έχει κανείς τις συμπάθειες του βάσει ιδεολογίας και κοσμοθεωρίας εκτός από θεμιτό, είναι και ευκταίο. Αν μη τι άλλο δεν υπάρχουν πιο βαρετοί άνθρωποι από αυτούς που στέκονται απαθείς σε πολιτικά κρίσιμες συγκυρίες. Όμως οι ιδεολογικές πυξίδες εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε παρωπίδες που, αποστρέφοντας μας από το φως της αλήθειας, μας εκθέτουν μεσοπρόθεσμα σε πολιτικούς φίλους και αντιπάλους. Τα όσα εξελίχθηκαν στη δημόσια σφαίρα στον απόηχο της δολοφονίας Σολεϊμανί είναι μια αξιόλογη μελέτη περίπτωσης, ή πιο απλά μια πρώτης τάξης ευκαιρία να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να διορθώσουμε τυχόν ατέλειες.

Ας αρχίσουμε με τα χονδροειδή ψεύδη από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η πολιτική ηγεσία των ΗΠΑ αποφασίζει να δολοφονήσει με «καουμπόικο» τρόπο τον επιφανή στρατηγό και de facto κορυφαίο πολιτικό πρόσωπο του Ιράν στη Βαγδάτη. Μια καλή αναλογία, για να καταλάβουμε το τι ακριβώς διέταξε ο Τραμπ, θα ήταν η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να σήκωνε οπλισμένο drone που θα στόχευε και θα εξουδετέρωνε τον Χουλουσί Ακάρ, όταν αυτός θα βρισκόταν στα Σκόπια. Η αιτιολόγηση της ακραίας αυτής ενέργειας είναι πραγματικά αστεία. Αλλά ακόμα πιο αστείο, ή μάλλον τραγικο, ήταν το πώς αυτή αναπαράχθηκε αυτούσια από σχεδόν το σύνολο μέσων ενημέρωσης και πολιτικού προσωπικού των ΗΠΑ. Αν μη τι άλλο είδαμε την προοδευτική Ελίζαμπεθ Γουόρεν να τουιτάρει αλά Τραμπ ότι ο Σολεϊμανί ήταν υπεύθυνος για τις δολοφονίες εκατοντάδων Αμερικανών. Γιατί το έκανε; Προφανώς για να μην αποξενωθεί από μια ευρύτερη δεξαμενή ψηφοφόρων που πιστεύουν, ή καλύτερα θέλουν να πιστεύουν, τη συγκεκριμένη άποψη.

Ήταν όμως ο Σολεϊμανί στα αλήθεια δολοφόνος Αμερικανών; Στο βαθμό που η αναφορά γίνεται για τους νεκρούς των δυνάμεων κατοχής του Ιράκ μετά την εισβολή του 2003 η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Και αυτό γιατί αν κάποιος μελετήσει το αντάρτικο στο κατεχόμενο Ιράκ θα δει ότι η πλειοψηφία των απωλειών που δέχθηκε ο αμερικάνικος στρατός οφειλόταν σε επιθέσεις σουνίτικων οργανώσεων. Αν για κάτι ήταν μερικώς υπεύθυνος ο Σολεϊμανί αυτό ήταν η «κλοπή» του Ιράκ για λογαριασμό του Ιράν μετά την ανατροπή του Σαντάμ από τους Αμερικανούς. Φυσικά αυτό δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλλη και είναι πολύ σύνθετο για να παρουσιαστεί σε λίγες γραμμές αλλά είναι αυτό ακριβώς που συνοψίζει το φιάσκο, από πλευράς αμερικανικών συμφερόντων, της εισβολής και κατοχής του Ιράκ το 2003.

Εξίσου αδύναμη στο χρόνο ήταν και η δικαιολόγηση της δολοφονίας στη βάση αποτροπής επιθέσεων εναντίον Αμερικανών. Κανείς κοινός θνητός δεν μπορεί να έχει πρόσβαση ούτε στους σχεδιασμούς του αεικίνητου στρατηγού, ούτε στις βάσεις δεδομένων της CIA αλλά πάντα υπάρχει η κοινή λογική. Με πολύ απλά λόγια η «δουλειά» του Σολεϊμανί ήταν να κινείται πέριξ Βηρυτού, Δαμασκού και Βαγδάτης για να αξιολογεί την κατάσταση και να διαπραγματεύεται τις επόμενες κινήσεις με τους κατά τόπους ισχυρούς άνδρες. Συνεπώς, το πιθανότερο σενάριο είναι ότι βρέθηκε στη Βαγδάτη λιγότερο για να σχεδιάσει νέες επιθέσεις, και περισσότερο για να συναντήσει κορυφαίους αξιωματούχους διερευνώντας την αποκλιμάκωση της έντασης που είχε προηγηθεί.

Αλλά μεγάλη σημασία έχει να δούμε με ψυχραιμία την επικοινωνιακή διαχείριση και από την άλλη πλευρά. Το Ιράν με τη δολοφονία Σολεϊμανί δεν δέχθηκε απλά ένα πολύ ισχυρό πλήγμα, αλλά σύρθηκε στην άβολη θέση να πρέπει να αποφασίσει αν θα συγκρουστεί ή όχι κατά μέτωπο με τις ΗΠΑ. Η ιρανική ηγεσία, ευτυχώς για όλους μας, ακολούθησε την οδό της αποκλιμάκωσης. Από την άλλη όμως όφειλε να προβεί σε κάποιας μορφής αντιποίνων αφενός για να κατευνάσει τις πιέσεις από τα κάτω και αφετέρου για να περισώσει την αξιοπιστία του σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Έτσι, προχώρησε στο χτύπημα αμερικάνικων βάσεων στο Ιράκ με πυραύλους εδάφους-εδάφους που συνοδεύτηκαν από διθυραμβικές ανακοινώσεις για απώλειες έως και 80 Αμερικανών «τρομοκρατών».

Υπήρχαν τελικά απώλειες κατά το βομβαρδισμό των αμερικάνικων βάσεων; Ο Τραμπ είπε πως όχι, αλλά γιατί να τον πιστέψουμε; Προφανώς και δεν μπορούμε να πάμε να ελέγξουμε τη βάση «Άιν αλ-Άσσαντ» (μτφ. Το Μάτι του Λιονταριού) στο Ιράκ αλλά μπορούμε να καταφύγουμε στην κοινή λογική και την ψύχραιμη ανάλυση. Η δημόσια συζήτηση στο ελληνικό internet έδειξε ότι οι ιρανικοί ισχυρισμοί δεν απορρίπτονταν a priori προτάσσοντας επιχειρήματα πως βαλλιστικοί πύραυλοι δεν μπορούν να πέφτουν χωρίς να προκαλούν καταστροφές και επισημαίνοντας πως οι ΗΠΑ δεν έχουν απλά λόγο να πουν ψέματα, αλλά το έχουν κάνει επανειλημμένα στο παρελθόν. Φυσικά και οι Αμερικανοί έχουν κατά καιρούς διασπείρει ψευδείς ισχυρισμούς αλλά καμιά φορά το θέμα είναι τι ψέμα σου επιτρέπουν οι συνθήκες να πεις. Με άλλα λόγια είναι δυνατόν οι αμερικάνικες υπηρεσίες να μπορούν στην εποχή μας να κρύψουν το θάνατο 80 στρατιωτών τους; Επίσης, ακόμα και αν ο Λευκός Οίκος το επιχειρούσε θα έπρεπε κάπως να ενημερωθεί το Κογκρέσο και η Γερουσία. Αν κάποιος λάβει υπόψη την πόλωση που επικρατεί στις ΗΠΑ αυτήν την στιγμή είναι πρακτικά αδύνατο η Πελόσι και οι Δημοκρατικοί να άφηναν τον Τραμπ να ξεφύγει με κάτι τέτοιο. Συνεπώς στο βαθμό που δεν βρισκόμαστε ενώπιον μιας συνομωσίας εφάμιλλής της απόδρασης των τελευταίων Ναζί με τη βοήθεια εξωγήινων, τότε οι επιθέσεις του Ιράν στις αμερικάνικες βάσεις ήταν αναίμακτες. Από την άλλη οι ιρανικοί πύραυλοι έστειλαν ένα μικρό μήνυμα καθώς, όπως επιβεβαιώνουν δυτικά αξιόπιστα μέσα, τα πλήγματα ήταν ακριβείας.

Η πιο σοβαρή όμως συζήτηση για τα γεγονότα των τελευταίων ημερών έχει αναντίρρητα να κάνει με το μοιραίο Boeing των ουκρανικών αερογραμμών. Είναι χαρακτηριστικό πως το ελληνικό internet σχεδόν είτε δεν άγγιζε το θέμα, ή απλά το υποβάθμιζε όπως έκανε και με το ποδοπάτημα στο Κερμάν κατά τη διάρκεια της κηδείας του Σολεϊμανί. Προφανώς η άρνηση πολλών να προχωρήσουν στη συσχέτιση της πτώσης του αεροπλάνου με την κρίσιμη συγκυρία συνδέεται με τις ιδεολογικές τους αφετηρίες. Και κάπως έτσι επιβεβαίωναν άθελα τους τον Τόμας Χομπς που έλεγε πως μόνο «η αλήθεια που δεν είναι αντίθετη στο συμφέρον ή την ευχαρίστηση των ανθρώπων είναι καλοδεχούμενη».

Πάλι δεν θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να ξέρει τι συνέβη τα ξημερώματα της 8ης Ιανουαρίου στον ουρανό της Τεχεράνης. Αλλά η σύμπτωση της συντριβής με τη νύχτα που το Ιράν χτύπησε αμερικάνικους στόχους στο Ιράκ ήταν τουλάχιστον ακραία με τους νόμους των πιθανοτήτων. Εκείνο το βράδυ ήταν λογικό όλες οι μονάδες της ιρανικής αεράμυνας να ήταν σε ύψιστη επιφυλακή και δυστυχώς κάποιος νευρικός αξιωματικός αντέδρασε πολύ λάθος σε κάτι που στιγμιαία θεώρησε ως απειλή. Τόσο το βίντεο των New York Times, όσο κυρίως οι δηλώσεις του Τριντό έδειχναν πως το σενάριο του κατά λάθος χτυπήματος κέρδιζε έδαφος. Μια εφημερίδα, καίτοι έγκριτη και σταθερά απέναντι στον Τραμπ, θα μπορούσε υπό κάποιες συνθήκες να λειτουργήσει ως δούρειος ίππος προπαγάνδας, αλλά ο πρωθυπουργός του Καναδά δύσκολα θα έβγαινε να αποδώσει την πτώση του αεροπλάνου σε πυραυλικό χτύπημα αν δεν είχε σοβαρά στοιχεία που τις επόμενες μέρες θα γίνονταν γνωστά και θα έφερναν τους Ιρανούς σε ακόμα πιο δυσχερή θέση. Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων η Τεχεράνη αποφάσισε να παραδεχθεί τι έγινε.

Δίχως αμφιβολία η ιρανική παραδοχή έκανε τα πράγματα πολύ απλά. Αλλά ακόμα και αν δεν είχαμε ευθεία ανάληψη ευθύνης, θα οφείλαμε να δούμε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το Ιράν είχε περισσότερους λόγους από τις ΗΠΑ να υποστηρίξει μια ψεύτικη εκδοχή. Πολλοί εξ ημών επιλέξαμε για μέρες να εθελοτυφλήσουμε. Μας βγήκε σε καλό; Μάλλον όχι. Ας μας γίνουν λοιπόν όσα εξελίχθηκαν την τελευταία εβδομάδα μάθημα για την επόμενη φορά που κράτη και οργανώσεις θα ερίζουν για την αλήθεια προασπιζόμενοι απλά τη δημόσια εικόνα τους.