Του Θέμη Τζήμα

Δε σχολιάζω το τί έλεγαν πολλοί από αυτούς λίγα χρόνια πριν. Ούτε θα αναφερθώ στο πώς κρίνονται τα όσα υποστηρίζουν από διεθνοδικαιική σκοπιά ή – για όσους αυτοπαρουσιάζονται ως αριστεροί κατά τα άλλα- υπό αντί- ιμπεριαλιστικό πρίσμα.

Ας εξετάσουμε τα λεγόμενά τους υπό μια καθαρά ρεαλιστική ματιά, βάσει των “συμφερόντων της χώρας μας”. Παρότι βέβαια θα έπρεπε να γνωρίζουν όλοι αυτοί- ιδίως- οι αριστεροί κατά τα άλλα σχολιαστές, ότι η ρεαλιστική ανάλυση των διεθνών σχέσεων είναι πολύ ρεαλιστική για τα συμφέροντα της εκάστοτε αστικής τάξης ή ολιγαρχίας και ελάχιστα ρεαλιστική για το λαό. Ας προχωρήσουμε ωστόσο μέσα από αυτή τη σκοπιά σε μια πολύ πρόχειρη προσέγγιση του ιδεολογήματος περί Ελληνό- Ισραηλινού άξονα.

Ξεχνούν οι “αναλυτές” αυτοί ότι στη σημερινή εποχή οι γεωπολιτικοί άξονες αποδεικνύονται συνηθέστατα όνειρα θερινής νυκτός. Έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όξυνσης των ενδό- ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και γενικευμένης αστάθειας, με αποτέλεσμα τέτοιοι άξονες να ανατρέπονται ταχύτατα και συχνά να αποδεικνύονται ανισοβαρείς και ευκαιριακές συμμαχίες.

Όταν λοιπόν η μια πλευρά αντιλαμβάνεται τη διεθνή της πολιτική με όρους προσκόλλησης σε τέτοιους άξονες- όποιοι κι αν είναι αυτοί- υποχωρώντας από πλευράς κινητικότητας και ευρύτητας των επιλογών της κινδυνεύει να βρεθεί εγκλωβισμένη σε αποτυχημένες ψευτό- συμμαχίες.

Το πρόβλημα εν προκειμένω δεν είναι γιατί η Κύπρος προχώρησε σε συμφωνίες με το Ισραήλ επί ενεργειακών ζητημάτων. Αλλά γιατί στο όνομα μιας τέτοιας συμφωνίας, που καθόλου δεν αποκλείει μελλοντικές επανασυγκλήσεις Τουρκίας και Ισραήλ- το αντίθετο μάλιστα, ήδη λαμβάνουν χώρα σε άλλα πεδία όπως πχ στο Ιρακινό Κουρδιστάν και εν μέρει ή τουλάχιστον μέχρι ενός σημείου στην επιχειρούμενη ανατροπή Άσαντ- η Ελλάδα έχει αποστεί κάθε ουσιαστικής σύνδεσής της με τον αραβικό κόσμο.

Γιατί η χώρα μας πρέπει να σωπαίνει ως προς το τί συμβαίνει στην Παλαιστίνη χάνοντας τον ιστορικά μοναδικό της ρόλο- δεδομένου του μεγέθους της και του ότι δεν είναι αραβική χώρα- στους λαούς της περιοχής, προς όφελος της Τουρκίας, η οποία μάλιστα στη διεθνή διπλωματία αναβαθμίζεται ως μεσολαβητής προς την πλευρά της Χαμάς.

Γιατί πρέπει να εγκαταλείπει τη σχέση της με τη Συρία προς όφελος και πάλι έμμεσα της Τουρκίας, υποστηρίζοντας τις δυνάμεις που επιδιώκουν την ανατροπή  Άσαντ και που εν τέλει είτε συνειδητά είτε εξαιτίας της αδυναμίας τους επέτρεψαν στο πλέον σκοταδιστικό τμήμα του Ισλάμ να απλώνει τον τρόμο στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής.

Γιατί στο όνομα του άξονα με το Ισραήλ κρατά παγωμένες τις σχέσεις της με το Ιράν, με μια αναδυόμενη περιφερειακή δύναμη, που μέχρι τώρα έχει κινηθεί ως δύναμη σταθερότητας, δεδομένου μάλιστα ότι οι σχέσεις του με την Τουρκία μόνο ως θερμές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.

Από πότε μια συμφωνία επί ενός ζητήματος ή μια συμμαχία έστω- χαρακτηρισμός με τον οποίο προσωπικά δε συμφωνώ ως προς την ακρίβειά του για τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Ισραήλ- πρέπει να εξελίσσεται σε σχεδόν εναπόθεση της ασφάλειας της χώρας μας σε μια άλλη χώρα, με διαφορετικά συμφέροντα, ακόμα δε και σε έμμεση εμπλοκή στην επεξεργασία επιθετικών σχεδίων από πλευράς του Ισραήλ, σύμφωνα με κατά καιρούς πληροφορίες;

Οι ένθερμοι “πατριώτες, ρεαλιστές” στο βαθμό που δεν είναι απολύτως ελεγχόμενοι με άλλους τρόπους ως προς τα όσα γράφουν, εκφράζουν μια νέα εκδοχή ραγιαδισμού και εξάρτησης: αντιλαμβάνονται την Ελλάδα ως ευρισκόμενη σε μόνιμη θεση αδυναμίας και περικύκλωσης από έναν ισχυρότερο γείτονα- την Τουρκία- και άρα ως εξαρτημένο δορυφόρο ισχυρών πατρώνων στους οποίους πρέπει να εναποθέτει την ασφάλειά της.

Ο ψευτό- ρεαλισμός τους πέρα από προσαρμοσμένος στα συμφέροντα της ελληνικής ολιγαρχίας και της ξενοκρατίας που θέλει μια Ελλάδα νεοαποικιακά εξαρτημένη σε κάθε τομέα και φυσικά και στη διεθνή της πολιτική είναι επιπλέον και μυωπικός: εκεί που η συστημική κρίση, εκδηλούμενη μέσα από ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς στο διεθνές επίπεδο, απαιτεί ευέλικτες και πολύπλευρες συμμαχίες αυτοί πρεσβεύουν τη στατικότητα και την προσκόλληση με όρους δορυφοριοποίησης.
Θέμης Τζήμας