Συγκεκριμένα, σε δημοσίευμά τους οι Financial Times τονίζουν την συμφωνία πλήθους πολιτικών για την ανάγκη επίτευξης σημαντικής προόδου στην επικείμενη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. Παράλληλα ωστόσο, υπογραμμίζεται πως οι αμφιβολίες για το εάν το θέμα της Ελλάδας μπορεί να διευθετηθεί στη συνεδρίαση αυτή παραμένουν, σύμφωνα με δήλωση αξιωματούχου που επικαλείται η εφημερίδα.
 
«Ο Φεβρουάριος δεν είναι τυπικά, αλλά είναι ρεαλιστικά, ο χρόνος που πρέπει να επιτευχθεί πολιτική συμφωνία» αναφέρει το δημοσίευμα, χωρίς να συνοδεύεται από την ταυτότητα του αξιωματούχου.
 
Όπως εξηγείται παρακάτω, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται νέα δόση έως τον Ιούλιο για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της, αξιωματούχοι της ΕΕ φοβούνται ένα σενάριο παρατεταμένης αβεβαιότητας που θα πλήξει την επενδυτική εμπιστοσύνη στην Ελλάδα, μετατρέποντας τις προβλέψεις του ΔΝΤ σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
 
Επιπλέον, η σύνοδος του Eurogroup στις 20 Φεβρουαρίου θα είναι η τελευταία πριν από τις γενικές εκλογές στην Ολλανδία, που είναι οι πρώτες σε μία σειρά κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη φέτος, σημειώνει το δημοσίευμα.
 

Bloomberg: Εγκαταλείποντας την Ελλάδα σε αβεβαιότητα δεν θα βοηθήσει κανέναν

 
Το δημοσίευμα των Financial Times, έρχεται μία ημέρα μετά από αντίστοιχο του Bloomberg που τονίζει, επίσης, την ανάγκη να εγκριθεί η επόμενη δόση μέχρι την 20η Φεβρουαρίου.
 
«Η Ελλάδα είναι πάλι στη δημοσιότητα για όλους τους λάθος λόγους. Η διαμάχη μεταξύ του ΔΝΤ και της ΕΕ απειλεί να αποτρέψει μία συμφωνία διάσωσης στις 20 Φεβρουαρίου, όποτε θα συνεδριάσουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης. Και οι δύο πλευρές πρέπει να παραδεχθούν τις προσπάθειες που έχει κάνει η Ελλάδα για να ενισχύσει τα φορολογικά έσοδα, να πουλήσει δημόσια περιουσία και να επαναφέρει την οικονομία στην ανάπτυξη», τονίζεται στο δημοσίευμα. Υπάρχει ο κίνδυνος, προσθέτει, να συρθεί η συζήτηση έως το καλοκαίρι, όταν οι αυξημένες λήξεις ελληνικού χρέους θα προσδώσουν μία νέα αίσθηση επείγοντος στην αποτυχία.
 
Ακολούθως, γίνεται ειδική αναφορά στο αποτέλεσμα του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ της περασμένης Δευτέρας, που έκανε εμφανείς τις αυξανόμενες διαφορές και εντός του Ταμείου για το ελληνικό ζήτημα.
 
«Οι περισσότεροι εκτελεστικοί διευθυντές συμφώνησαν με τα βασικά σημεία της αξιολόγησης των στελεχών του Ταμείου, ενώ κάποιοι διευθυντές είχαν διαφορετικές απόψεις για τη δημοσιονομική πορεία και τη βιωσιμότητα του χρέους», ανέφερε η ανακοίνωση. Αν και οι περισσότεροι διευθυντές θεώρησαν αποδεκτό ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, κάποιοι τάχθηκαν υπέρ ενός πλεονάσματος 3,5%, «ένα επίπεδο που λίγες χώρες έχουν επιτύχει ποτέ και που φαίνεται απίθανο να επιτύχει η Ελλάδα», σημειώνεται στο δημοσίευμα.
 
Οι Ευρωπαίοι πιστωτές της Ελλάδας θέλουν το ΔΝΤ να εγκρίνει την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος πριν προχωρήσουν στην εκταμίευση της επόμενης δόσης. Το ΔΝΤ, ωστόσο, βλέπει την ανάγκη για «εξορθολογισμό των συνταξιοδοτικών δαπανών», διεύρυνση της βάσης για τη φορολογία φυσικών προσώπων και επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αναφορικά με τις ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.
 
Επανέλαβε, επίσης, την έκκλησή του για ελάφρυνση του χρέους, δηλώνοντας ότι «η περαιτέρω ελάφρυνση θα χρειασθεί για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους», καθώς προβλέπει ότι αυτό θα αυξηθεί στο 275% του ΑΕΠ το 2060 από 181% φέτος. Χωρίς την αναγνώριση από τους πιστωτές της Ελλάδας ότι η δυνατότητα της οικονομίας της «να επιτυγχάνει πλεονάσματα στον προϋπολογισμό είναι περιορισμένη και ότι χρειάζεται περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, η Ελλάδα θα παραμείνει μία περίπτωση χωρίς ελπίδα», καταλήγει το άρθρο.