«Σύμφωνα με το υφιστάμενο πλαίσιο στην Ελλάδα υπάρχει γάλα χαμηλής παστερίωσης διάρκειας μέχρι 5 ημερών, που μπορεί να ονομάζεται και «φρέσκο» και γάλα υψηλής παστερίωσης- μακράς διάρκειας (συνήθως 40 ημερών).
 
Γιατί πρέπει να αλλάξει το σημερινό πλαίσιο λειτουργίας αγοράς γάλακτος
 
Το υφιστάμενο πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς γάλακτος έχει οδηγήσει σε:
 
• ακριβές τιμές για τον καταναλωτή
• μείωση του αριθμού των αγελαδοτρόφων
• μείωση της ελληνικής παραγωγής γάλακτος
 
παρά το γεγονός ότι η ζήτηση για γαλακτοκομικά προϊόντα αυξάνεται.
 
Συγκεκριμένα:
 
• Στη χώρα μας καταγράφεται μια από τις υψηλότερες τιμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τον καταναλωτή. Το παστεριωμένο γάλα πωλείται ακριβότερα μόνο στην Ιταλία και στην Κύπρο (Πηγή: Eurostat, 2013).
 
• Παρά τη βαθιά οικονομική κρίση, η μέση τιμή του παστεριωμένου γάλακτος αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό από ότι ο συνολικός δείκτης της κατηγορίας διατροφή. Από το 2009 μέχρι σήμερα, οι τιμές του γάλακτος κατέγραψαν σωρευτική αύξηση κατά +8,5% ενώ οι τιμές της συνολικής κατηγορίας της διατροφής +4,9%. Για το 2013 οι τιμές του παστεριωμένου γάλακτος συνέχισαν να αυξάνονται (+3,5% την περίοδο Δεκ. 2012-Δεκ. 2013), τη στιγμή που η γενική κατηγορία της διατροφής παρουσίασε πτώση (-0,6%).
 
• Ακόμη χειρότερα για το παστεριωμένο γάλα 5 ημερών, η μέση τιμή ενός λίτρου (πλήρες) αυξήθηκε από 1,12 € το 2009 σε 1,27 € το 2012 (αύξηση +13,4%).
 
• Το σημερινό καθεστώς λειτουργίας της αγοράς γάλακτος επιβαρύνει κατά 25% όλο το κύκλωμα μεταποίησης, διανομής, λιανεμπορίου και κατανάλωσης γάλακτος. Η ανάγκη διανομής καθημερινά σε πολλά μικρά σημεία της επικράτειας και μάλιστα σε μικρό χρονικό περιθώριο, σε συνδυασμό με το κόστος των επιστροφών και την απουσία εναλλακτικών δικτύων διανομής κάνουν επιτακτική την ανάγκη μεταρρυθμίσεων.
 
• Το γάλα που διακινείται στην ελληνική αγορά είναι παστεριωμένο. Το σχετικό ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει μόνο δυνητικά την αναφορά «φρέσκο». Επίσης, κατά την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο ισχυρισμός «φρέσκο» δεν συνιστά ισχυρισμό υγείας ή διατροφής.
 
• Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κανένα άλλο τρόφιμο ζωικής προέλευσης (π.χ. κρέας, ψάρι) δεν προκύπτει από τη νομοθεσία η ημερομηνία λήξης αλλά ορίζεται με ευθύνη του παραγωγού ανάλογα με την επεξεργασία που έχει υποστεί το κάθε προϊόν. Το ίδιο ισχύει σε όλη την Ευρώπη και για το γάλα. Επομένως δεν τίθεται θέμα δημόσιας υγείας.
 
• Η διάκριση ανάμεσα στο παστεριωμένο γάλα και στο γάλα «υψηλής παστερίωσης – μακράς διαρκείας» – που ισχύει μόνο στην Ελλάδα και σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης – οδηγεί σε μια τεχνητή «πόλωση» της αγοράς. Εφόσον το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για το γάλα είναι είτε η μακρά διάρκεια είτε ο τεχνητός προσδιορισμός «φρέσκο», η παραγωγή τείνει να κινείται μόνο στα δύο αυτά άκρα, χωρίς ενδιάμεσες επιλογές. Ως γνωστόν, περισσότερες επιλογές σημαίνει αύξηση του ανταγωνισμού και μείωση τιμών.
 
• Το γάλα που αγοράζει ο Έλληνας καταναλωτής από τα ψυγεία είναι είτε διάρκειας 5 ημερών είτε 40 και πάνω. Οι ενδιάμεσες επιλογές είναι ελάχιστες. Συγκεκριμένα, στην αγορά σήμερα δεν υπάρχει κανένα προϊόν με διάρκεια ζωής από 5 έως 15 ημέρες και μόνο 6 προϊόντα, με διάρκεια ζωής από 15 έως 40 ημέρες. Αντίθετα, εντοπίζονται 17 προϊόντα στην κατηγορία των 5 ημερών και 17 προϊόντα πάνω από τις 40 ημέρες. Αυτό εξηγεί το φαινόμενο του τεχνητού διαχωρισμού.
 
 
• Οι καταναλωτές προτιμούν όλο και περισσότερο το υψηλής παστερίωσης – μακράς διαρκείας γάλα, ακριβώς λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας ζωής. Ειδικά σήμερα, με τις συνθήκες που δημιουργεί η κρίση, είναι περισσότερο διατεθειμένοι να αγοράσουν γάλα μακρύτερης διάρκειας, το οποίο θα καταναλώσουν, αντί για γάλα μικρότερης διάρκειας, που ενδεχομένως θα πετάξουν μετά την ημερομηνία λήξης.
 
 
• Πρέπει να γίνει σαφές ότι το γάλα υψηλής παστερίωσης – μακράς διαρκείας δεν μπορεί να συγκρίνεται με το γάλα χαμηλής παστερίωσης, αφού πρόκειται για άλλο προϊόν, με άλλη διαδικασία παστερίωσης, άλλη συσκευασία, άλλα logistics και άλλο δίκτυο διάθεσης. Η αλήθεια παραμένει ότι με δύο ουσιαστικά είδη γάλακτος, η αγορά παραμένει πολωμένη, οι επιλογές του καταναλωτή περιορισμένες και η θέση του αδύναμη.
 
• Παρά τις υποτιθέμενες προστατευτικές ρυθμίσεις, η εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος την τελευταία πενταετία συρρικνώνεται ενώ η εθνική ποσόστωση ανεβαίνει: Από περίπου 700.000 τόνους με ποσόστωση 837.000 τόνους προ 5 ετών, φέτος πέσαμε σε περίπου 600.000 τόνους με ποσόστωση 871.000.
 
• Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ο αριθμός των αγελαδοτρόφων που πριν πέντε χρόνια υπερέβαινε τις 5.000, σήμερα, μόλις φθάνει τις 3.500.
 
• Το αυστηρό όριο των 5 ημερών δεν επιτρέπει στις μικρές μονάδες να πουλήσουν στις τοπικές κοινωνίες γιατί με το ισχύον καθεστώς των 5 ημερών εξαφανίζεται το συγκριτικό πλεονέκτημα τους αφού εξομοιώνονται όλοι σε γάλα 5 ημερών.
 
• Επιπλέον, το όριο 5 ημερών δεν επιτρέπει σε μικρές μονάδες παραγωγών – κτηνοτρόφων, να προωθήσουν το προϊόν τους στην αγορά της Αθήνας και της νησιώτικης Ελλάδας. Πρόκειται για ένα πλαίσιο που τους επιβάλλει είτε να πωλούν αποκλειστικά το προϊόν τους στις λίγες μεγάλες βιομηχανικές μονάδες παραγωγής γάλακτος  είτε να κλείνουν και να αποχωρούν από την αγορά γάλακτος.  
 
• Είναι σαφές ότι το σημερινό πλαίσιο λειτουργίας συνέβαλε στην παρακμιακή πορεία της ελληνικής κτηνοτροφίας
και της αγοράς γάλακτος.
 
• Η ψευδαίσθηση προστασίας για τους αγελαδοτρόφους μάλλον τους παγίδευσε και δεν οδηγήθηκαν σε εκσυγχρονισμό στην παραγωγή και τη διακίνηση της παραγωγής τους.
 
Τα χαρακτηριστικά του υφιστάμενου πλαισίου είναι ακριβή τιμή, πόλωση της αγοράς και λιγότερες επιλογές για τον καταναλωτή, ενώ ταυτόχρονα το σημερινό πλαίσιο δεν δίνει κίνητρα για εκσυγχρονισμό στην παραγωγή και ακυρώνει το συγκριτικό πλεονέκτημα της τοπικής παραγωγής, επομένως οι αγελαδοτρόφοι μειώνονται.
 
Η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης που συμφωνήθηκε είναι η ακόλουθη:
 
• Εναρμονιζόμαστε με την κοινή πρακτική όλων σχεδόν των χωρών της Ευρώπης. Δίνεται η δυνατότητα στο σύνολο των εγχώριων συνεταιριστικών και ιδιωτικών μονάδων παραγωγής γάλακτος να αυτοδεσμεύονται για τη διάρκεια ζωής του παραγόμενου προϊόντος γάλακτος, με βάση τη χρησιμοποιούμενη σε κάθε μονάδα τεχνολογία και μέθοδο παστερίωσης και με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι πληρούν όλους τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας που έχει θέσει ο νόμος. Έτσι θα έχουμε παστεριωμένο γάλα όχι μόνο 5 αλλά και περισσότερων ημερών προσφέροντας στους καταναλωτές περισσότερες επιλογές. Η λύση αυτή αναμένεται να μειώσει το κόστος επιστροφών, να αλλάξει τις ώρες και τον τρόπο μεταφοράς, να συμβάλει στην ανάπτυξη εναλλακτικών δικτύων διανομής, να οδηγήσει γρήγορα σε ουσιαστική μείωση της τιμής του γάλακτος.
 
• Θεσπίζεται ειδική κατηγορία παστεριωμένου γάλακτος ημέρας, το οποίο συλλέγεται και συσκευάζεται εντός 24 ωρών με διάρκεια ζωής συνολικά 2 ημερών. Με τον τρόπο αυτό, δίνεται η δυνατότητα σε τοπικούς παραγωγούς και συνεταιρισμούς, να πωλούν απευθείας φρέσκο γάλα σε καταναλωτές της περιοχής. Ανάλογη πρακτική εφαρμόζεται ήδη σε επαρχιακή πόλη της Ελλάδος, όπου ο τοπικός συνεταιρισμός έχει εγκαταστήσει  μηχανές αυτόματης πώλησης γάλακτος νέας τεχνολογίας. Έτσι οι μικροί τοπικοί παραγωγοί όχι μόνο δεν αποδυναμώνονται, αλλά αποκτούν τη δυνατότητα να διαφοροποιηθούν ανταγωνιστικά και να ισχυροποιήσουν τη θέση τους, έναντι των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων.
 
• Εισάγουμε το Ελληνικό σήμα ώστε να στηρίξουμε την ελληνική παραγωγή. Για  την προώθηση του Ελληνικού γάλακτος μπορεί να απονέμεται Ελληνικό σήμα σε όσες επιχειρήσεις πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις. Η προεργασία για τη διαμόρφωση των σχετικών κριτηρίων έχει προχωρήσει και η διαδικασία είναι στην ολοκλήρωσή της.
 
Τα οφέλη από την πρόταση της κυβέρνησης
 
1. Η προωθούμενη λύση θα δώσει περισσότερες επιλογές στον καταναλωτή, ομαλοποιώντας  την αγορά και οδηγώντας σε αποκλιμάκωση των τιμών. Το γάλα είναι είδος πρώτης ανάγκης και ιδιαίτερα σε εποχή κρίσης δεν μπορεί να γίνεται ανεκτό να έχουμε το 3ο ακριβότερο γάλα σε όλη την Ευρώπη. Η εναρμόνιση με την πρακτική όλων των άλλων ευρωπαϊκών χωρών που έχουν φθηνότερο γάλα από εμάς θα οδηγήσει προς αυτή την κατεύθυνση.
 
2. Με την καθιέρωση του γάλακτος ημέρας – παρά τις αντιρρήσεις της τροϊκας ως προς αυτό – στηρίζεται ουσιαστικά η ελληνική αγελαδοτροφία και οι τοπικές γαλακτοβιομηχανίες, καθώς αποκτούν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την τοπική αγορά.
 
3. Με την καθιέρωση του ελληνικού σήματος από την πλευρά της κυβέρνησης μπαίνει μια σφραγίδα εμπιστοσύνης ως προς το ελληνικό γάλα και την προέλευσή του και προωθείται με αποτελεσματικότερο τρόπο η κατανάλωσή του από τους καταναλωτές που επιλέγουν ελληνικά προϊόντα.»

(Πηγή: Το Ποντίκι)