Ραδιοφωνική συνέντευξη στην Τζένη Τσιροπούλου και τη Νάντια Ρούμπου

Επιμέλεια κειμένου: Τζένη Τσιροπούλου

Ο Reda Zine είναι σκηνοθέτης, παραγωγός και μουσικός με καταγωγή από την Καζαμπλάνκα που εδώ και αρκετά χρόνια ζει κι εργάζεται ανάμεσα στην Ιταλία και το Μαρόκο. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος καλλιτεχνικών πρότζεκτ, έχοντας συνεργαστεί μεταξύ άλλων με το δημοφιλές hip hop συγκρότημα Public Enemy. Πριν μερικές μέρες βρέθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, καλεσμένος από τον Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο Nosotros ως κεντρικός ομιλητής στην εκδήλωση Χιπ Χοπ και Πολιτικός Ακτιβισμός. Έκανε βόλτες στα Εξάρχεια και συνάντησε Μαροκινούς πρόσφυγες καθώς και πολλούς νέους Έλληνες.

«Αυτή είναι η ελπίδα. Όλοι αυτοί οι νέοι που ανοίγουν χώρο στη ζωή τους και στην καρδιά τους για να καταλάβουν τον Άλλον» μας είπε όταν ήρθε στο ραδιοφωνικό στούντιο του TPP, σε μία από τις σπάνιες φορές που συζητάμε δημόσια με έναν Μαροκινό «πολίτη του κόσμου» για θέματα όπως η Αραβική Άνοιξη, η βιωμένη ισλαμοφοβία και το Ισλαμικό Κράτος ως μια «φασιστική επανάσταση» των νέων, κοιτάζοντας μέσα από μία μη Δυτικο-κεντρική ματιά.


The Long Road to The Hall of Fame του Reda Zine.

Ήταν, λοιπόν, 17 Δεκεμβρίου 2010 και σε μια μικρή, απομακρυσμένη πόλη της Τυνησίας, το Σίντι Μπουζίντ, ο 26χρονος Μοχάμεντ Μπουαζίζι τριγυρνούσε στους δρόμους πουλώντας λαχανικά στο καρότσι του. Μία αστυνομικός τον σταμάτησε και του έκοψε πρόστιμο, επειδή δεν είχε άδεια. Το πρόστιμο ήταν όλη η είσπραξη της ημέρας. Ο διοικητής της αστυνομίας δεν τον δέχθηκε ποτέ, ακόμα κι όταν ο νεαρός μικροπωλητής ακούστηκε να λέει: «Θα καώ ζωντανός αν δεν με δει». Τα χρήματα από την πώληση λαχανικών συντηρούσαν την εννιαμελή οικογένειά του. Ο Μοχάμεντ άρπαξε, τότε, ένα μπιτόνι βενζίνη από το κοντινότερο βενζινάδικο και αυτοπυρπολήθηκε στη μέση του δρόμου. Εκείνη τη στιγμή ξεκινούσε αυτό που τα Δυτικά Μέσα γρήγορα θα αποκαλούσαν «Αραβική Άνοιξη». 


 
Reda, πού σε βρήκε η Αραβική Άνοιξη το 2011;
 
Ήμουν στην Ευρώπη, στην Ιταλία συγκεκριμένα, αλλά φυσικά παρακολουθούσα τα πάντα γιατί ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή για το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των χωρών του Νότου. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στην Τυνησία τον Δεκέμβριο του 2010, ακολούθησε η Αίγυπτος στις 25 Γενάρη και τρίτο ήρθε το Μαρόκο με το κίνημα της 20ής Φεβρουαρίου.
 
Μας δίνεις μια εικόνα του κοινωνικο-πολιτικού πλαισίου που οδήγησε τελικά τους πολίτες να ξεσηκωθούν στο Μαρόκο;
 
Αυτή είναι η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου! Δύσκολη ερώτηση. Όπως σε όλα τα μεγάλα γεγονότα της Ιστορίας, άλλοτε οι οιωνοί είναι εκεί κι άλλοτε τα γεγονότα σε πιάνουν προ εκπλήξεως. Κανείς δεν περίμενε πραγματικά την επανάσταση στην Τυνησία. Γιατί όλοι είχαμε πιστέψει, για την Τυνησία όπως και για το Μαρόκο, τη μυθολογία περί μιας περίπου δημοκρατικής χώρας, ενός όχι και τόσο σκληρά θρησκευτικού κράτους, όπου οι πολίτες απολαμβάνουν κάποια δικαιώματα και υπάρχει εν μέρει ελευθερία της έκφρασης. Από την άλλη, πολλοί έλεγαν ότι ο Μπεν Αλί (σ.σ. ο πρόεδρος της Τυνησίας από το 1987 μέχρι την άτακτη φυγή του το 2011) ήταν ένας τύραννος. Πάντως, κανένας μας δεν περίμενε όλο αυτό τον θυμό που πλημμύρισε τους δρόμους.

Η πλειοψηφία ήταν νέοι άνθρωποι, 20, 25 χρόνων που δεν έτρεφαν καμία πίστη στα παραδοσιακά κόμματα. Είναι η γενιά που εμπνεύστηκε από την ελεύθερη κυκλοφορία της πληροφορίας χάρη στο ίντερνετ. Αυτοί οι νέοι αξιοποίησαν τα κοινωνικά δίκτυα προκειμένου να οργανώσουν τα πρώτα ραντεβού στους δρόμους του Μαρόκου. Τα συνθήματά τους ήταν απλά και ξεκάθαρα: Αξιοπρέπεια- Ισότητα-Δικαιοσύνη.
 
Κι αν ο βασιλιάς του Μαρόκου, Μοχάμεντ ΣΤ', ήταν… γυμνός, κατάφερε παρ' όλα αυτά να αναχαιτίσει την εξέγερση και το πολιτικό καθεστώς δεν ανατράπηκε, όπως έγινε σε άλλες χώρες.
 
Ναι, ας πούμε ότι η κυβέρνηση κι ο βασιλιάς έπαιξαν πολύ έξυπνα. Η κατάσταση στη διεθνή σκακιέρα ήταν γενικότερα περίεργη. Η γαλλική κυβέρνηση, για παράδειγμα, υποστήριζε την τυνησιακή κυβέρνηση του Μπεν Αλί, αλλά όλα συνέβαιναν τόσο γρήγορα που έπρεπε να επαναπροσδιορίσουν ποιο καθεστώς είναι δημοκρατικό και ποιος θα ήταν ένας καλός σύμμαχος. Ας δούμε και τη Λιβύη: ο Σαρκοζύ υποδέχονταν τον Καντάφι σαν βασιλιά στο Παρίσι, το ίδιο κι ο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, και μετά ο Καντάφι από τη μια μέρα στην άλλη έγινε ο μεγάλος δικτάτορας. Ο βασιλιάς έλαβε το μήνυμα γιατί η διαμαρτυρία της 20ής Φεβρουαρίου ήταν διαφορετική από οτιδήποτε άλλο είχαμε δει στο Μαρόκο. Έσπασε το τείχος της σιωπής. Οπότε απάντησε στον λαό: «Σας καταλαβαίνω και θα ξαναγράψουμε το Σύνταγμα».
 
Και σήμερα, πώς είναι η κατάσταση στο Μαρόκο;  
 
Θα ήθελα να κάνω μια γρήγορη αναδρομή στην ιστορία της χώρας για να κατανοήσουμε κάποια πράγματα καλύτερα. Το Μαρόκο απελευθερώθηκε από τη γαλλική αποικιοκρατία το 1956, ούσα μία από τις πρώτες αφρικανικές χώρες που κέρδισε την ανεξαρτησία της. Τη δεκαετία του '60 γιορτάζαμε γενικότερα το τέλος των αποικιοκρατιών. Ο βασιλιάς που πήρε τα ηνία, τότε, είναι ένας πολύγλωσσος νέος, ο Χασάν Β'. Το Μαρόκο γνώρισε έπειτα δύο απόπειρες στρατιωτικών πραξικοπημάτων, το 1971 και το 1972. Και οι δύο απέτυχαν, γεγονός που δυνάμωσε τη μοναρχία. Μετά τη δεύτερη απόπειρα εναντίον του βασιλιά και της οικογένειάς του ξεκινάνε τα μαύρα χρόνια (les années de plomb) του Μαρόκου. Όλες οι αντικαθεστωτικές φωνές εξορίστηκαν, δολοφονήθηκαν ή σάπισαν σε μυστικές φυλακές. Κι έτσι οι άνθρωποι τη δεκαετία του '80 έζησαν πολύ άσχημα, στερούμενοι πολλά βασικά δικαιώματα.
 
Σήμερα, στο μαροκινό βορρά, στην αρχαία περιοχή Ριφ, υπάρχει ξεσηκωμός και τον τελευταίο καιρό γεννήθηκε εκεί το κίνημα El Heraq (σημαίνει Το Κίνημα). Είναι μια παραδοσιακά υποβαθμισμένη περιοχή και οι άνθρωποι της διεκδικούν το δικαίωμα στην εκπαίδευση και την υγεία. Το καθεστώς θέλει να καταστείλει τις διεκδικήσεις και αυτή τη στιγμή εκατοντάδες πολίτες, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και ακτιβιστές είναι στη φυλακή. Πολλά πράγματα άλλαξαν, αλλά πολλά παραμένουν ίδια.
 
Το φυτίλι ήταν ο θάνατος ενός ψαρά, τον Οκτώβριο του 2016, που τον συνέθλιψε η σκουπιδιάρα όταν πήδηξε μέσα για να πάρει πίσω την πραμάτεια που του είχε κατάσχει η αστυνομία;
 
Ναι. Αυτό, βέβαια, διογκώθηκε στην πορεία γιατί η περιοχή του Ριφ είναι πραγματικά περιθωριοποιημένη και ο κόσμος δεν αντέχει άλλο.
 

«Όλα μαύρα κι άραχνα στο Μαρόκο; Όχι. Όπου υπάρχει αγώνας, φυτρώνει ομορφιά»

 
 
 
Το τραγούδι «Inti Essout» το έγραψαν και το τραγούδησαν νέοι, γνωστοί Τυνήσιοι καλλιτέχνες για να καλέσουν τον κόσμο να ψηφίσει και να πάρει στα χέρια του τη δημοκρατία που ονειρευόταν. Ήταν ένα κάλεσμα για τις πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν αμέσως μετά την επανάσταση, ή αλλιώς Αραβική Άνοιξη για τους Δυτικούς. Η λέξη «δημοκρατία» σύχναζε πολύ στους δρόμους, τα καφενεία, το οικογενειακό τραπέζι, τους στίχους των ράπερ κλπ. Τι σήμαινε για εσάς η «δημοκρατία»;
 
Και μόνο το γεγονός ότι μιλάμε για μουσική σε ένα τέτοιο πλαίσιο και το ότι νέοι μουσικοί με πολιτικές ιδέες μαζεύτηκαν και χρησιμοποίησαν την τέχνη για να ευαισθητοποιήσουν και να κινητοποιήσουν τον κόσμο, αυτό είναι μέρος της δημιουργίας μιας κοινωνίας των πολιτών, μιας δημόσιας σφαίρας και δημόσιου χώρου. Και όλα αυτά είναι ήδη στοιχεία της δημοκρατίας. Αυτά δομούν τον χώρο δράσης μεταξύ της εξουσίας και των πολιτών.
 
Για τους περισσότερους ανθρώπους, η έννοια της δημοκρατίας δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια όμορφη, αφηρημένη λέξη, σαν να λέμε «ανθρώπινα δικαιώματα». Την ακούς από άκρη σε άκρη στον πλανήτη, αλλά πώς μεταφράζονται τα «ανθρώπινα δικαιώματα» όταν πρόκειται για αφροαμερικανούς, λατινοαμερικάνους ή βορειοαφρικανούς; Η δημοκρατία έπαψε να είναι μια εισαγόμενη έννοια των αποικιοκρατών όταν αρχίσαμε να δίνουμε τον δικό μας αγώνα για τη δημοκρατία στις δεκαετίες του '80 και '90.


Γυναίκα που μόλις ψήφισε στις πρώτες ελεύθερες προεδρικές εκλογές στην Τυνησία τον Νοέμβριο του 2014. Για αποφυγή νοθείας, οι ψηφοφόροι μόλις ψηφίσουν βουτάνε το δάχτυλό τους στο μελάνι -ένα αμφιλεγόμενο μέτρο που εφαρμόζεται σε αναπτυσσόμενες χώρες. Photo: Jenny Tsiropoulou

Η έκρηξη ήρθε με τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη, όταν πια νέοι άνθρωποι που δεν είχαν στερηθεί τη γνώση και την πληροφορία όπως η γενιά των γονιών μας, συναντήθηκαν στους δρόμους κι άρχισαν να συζητάνε και να ανταλλάζουν ιδέες. Χωρίς πίστη στις παραδοσιακές κομματικές δομές, αναζητώντας καινούριους τρόπους.
 
Μόνο μέσα από τις διαδηλώσεις, η εξουσία παραχώρησε κάποια δικαιώματα. Το πρόβλημα, όμως, που αντιμετωπίσαμε ήταν ότι τα συντηρητικά ισλαμιστικά κόμματα ήταν ήδη εκεί με συγκεκριμένη οργάνωση και δομή και εντάχθηκαν στη λαϊκή αμφισβήτηση. Και έτσι εξηγείται το ότι κέρδισαν τις εκλογές το 2011, αφού το κίνημα της 20ής Φεβρουαρίου ήταν underground, ήταν νέοι άνθρωποι χωρίς εμπειρία και οργάνωση, που αρνήθηκαν να παίξουν το παιχνίδι των πολιτικών. Αυτοί οι νέοι, όμως, κέρδισαν, την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και τη δύναμη του λαού. Αυτή ήταν η πρώτη και μεγαλύτερή μας νίκη: πιστέψαμε ότι αν ενωθούμε όλοι μαζί, γινόμαστε κινητήριος δύναμη για κοινωνική αλλαγή.
 
Η Αραβική Άνοιξη γέννησε πολλούς bloggers, ψηφιακό ακτιβισμό και καλλιτέχνες που άρχισαν να γίνονται ορατοί, αλλά τα παραδοσιακά αντικαθεστωτικά ΜΜΕ ασφυκτιούν μέχρι και σήμερα ελλείψει ελευθερίας της έκφρασης. Στο ίδιο πνεύμα, πολλοί απλοί πολίτες και καλλιτέχνες φυλακίστηκαν. Όσοι δεν αλλαξοπίστησαν, το πλήρωσαν ακριβά. Ένας από αυτούς είναι και ο ράπερ Mouad El Haqed, σύμβολο της εξέγερσης, ο οποίος είναι σήμερα πολιτικός πρόσφυγας στις Βρυξέλλες. (σ.σ. Ο Mouad βρισκόταν στην Αθήνα μαζί με τον Reda, αλλά για λόγους υγείας δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στη ραδιοφωνική εκπομπή.)
 
Σήμερα μπορεί ο καλλιτέχνης να πει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη στο Μαρόκο; Υπάρχουν καλλιτεχνικά κινήματα;
 
Αν θέλεις να κάνεις μια ταινία, μπορείς να την κάνεις. Αν θες κρατική χρηματοδότηση, θα πας στον αρμόδιο φορέα να καταθέσεις το σενάριό σου προς έγκριση, όπως σε όλες τις χώρες του κόσμου. Αν δεν τους αρέσει, δε θα το εγκρίνουν, αλλά υπάρχει η επιλογή της ανεξάρτητης παραγωγής. Η καλλιτεχνική σκηνή είναι συνεχώς εν κινήσει και αυτό είναι υπέροχο. Αν δεν ξέρεις, νομίζεις ότι όλα είναι μαύρα κι άραχνα στην περιοχή μας, αλλά δεν είναι. Όπου υπάρχει αγώνας, φυτρώνει ομορφιά και ευτυχώς εμείς τα έχουμε και τα δύο.
 
Τα χρήματα για την καλλιτεχνική παραγωγή έρχονται κυρίως από τη Γαλλία;
 
Αυτό είναι μια πολιτική επιλογή που πρέπει να κάνει ο κάθε καλλιτέχνης. Εισάγουμε πολλά εμπορικά τηλεοπτικά και πολιτιστικά προϊόντα από την Αμερική και την Ευρώπη και όλοι ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Αφρική με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Η Γαλλία, ας πούμε, το κάνει σε μεγάλο βαθμό μέσω της γαλλοφωνίας.   
 

 «Ακούγαμε κασέτες με το Κοράνι και λόγους από σοφούς Ανατολίτες. Η καρδιά μας ποτιζόταν με βάλσαμο. […] Ο Χαμίντ ήταν περήφανος για μενα: το έδειχναν τα μάτια του. Ήταν μια νίκη στη μετριότητα της μικρής μας ζωής. Ρουφούσαμε τα λόγια του γιατί μπορούσαμε να τα καταλάβουμε. Είχε καταφέρει να μας επιστρέψει την περηφάνια μας με απλά λόγια που μας έδιναν φτερά και μας ταξίδευαν όσο μακριά μπορούσε να φτάσει η φαντασία μας. Δεν ήμαστε πια παράσιτα, απόβλητα του ανθρώπινου γένους, πιο τιποτένιοι από το τίποτα. Ήμαστε καθαροί και αξιοπρεπείς […] Είχαμε ανοίξει την πόρτα στον Θεό και είχε εισχωρήσει μέσα μας. Τέλος οι αγώνες για το τίποτα, οι βρισιές και οι ηλίθιοι τσακωμοί, τέρμα στην καταθλιπτική ζωή πάνω στις ακαθαρσίες των άπιστων. Στα σκουπίδια η καρτερία που είχαν σταλάξει στις φλέβες μας οι αγράμματοι γονείς μας.»
 
Απόσπασμα από «Τα Αστέρια του Σίντι Μουμέν» του μαροκινού συγγραφέα Mahi Binebine που κέρδισε το βραβείο καλύτερου αραβικού μυθιστορήματος το 2010 (Μεταφράστηκε στα
ελληνικά το 2016).

 

«Τα λεφτά για τη φιλοσοφία έγιναν λεφτά για τζαμιά – Εγκατέλειψα το Μαρόκο πνευματικά πεινασμένος»

 
Σήμερα επικρατεί απογοήτευση στη βόρεια Αφρική, ειδικά στους νέους. Ακόμα, υπάρχει πόλεμος στη Συρία, η Λιβύη κατακερματίστηκε… Στην Τυνησία και στο Μαρόκο, όπως είπες, οι ισλαμιστές κέρδισαν τις πρώτες εκλογές μετά το 2011. Η πιο κοσμική Τυνησία είναι πρώτη σε εξαγωγή τζιχαντιστών. Από το Μαρόκο φεύγουν λιγότεροι νέοι για τζιχάντ, αλλά φεύγουν. Πώς βλέπεις εσύ την ιστορία με το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ); Στη Δύση δεν το συζητάμε πολύ υπό αυτό το πρίσμα, αλλά αποτελεί μια άλλου είδους επανάσταση μετά την αποτυχία της Αραβικής Άνοιξης και τον αποκλεισμό των νέων από την οικονομία, την πολιτική κλπ; Μας έλεγες εκτός αέρα ότι είναι μια «φασιστική επανάσταση».
 
Κατ' αρχάς να πω ότι δεν είμαι ειδικός σε ζητήματα θρησκείας ή τρομοκρατίας. Μιλάω ως πολίτης του κόσμου που παρακολουθεί τις εξελίξεις. Ας μη μιλάμε μόνο για το Ισλαμικό Κράτος. Πριν από αυτό υπήρχε η Αλ Κάιντα. Η τρομοκρατία χρησιμοποιείται πάντα σε συγκεκριμένο γεωπολιτικό πλαίσιο.  Μετά την 11η Σεπτεμβρίου όλος ο πλανήτης μιλούσε για την Αλ Κάιντα ως την τρομοκρατική οργάνωση. Μετά την αποτυχία της Αραβικής Άνοιξης μάθαμε το ΙΚ και είδαμε τους δικτάτορες να επιστρέφουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στα πράγματα. Αν ρωτάτε τη γνώμη μου, είναι μαθηματικά. Αν καταπιέζεις μια κοινωνία, όλη αυτή η καταπιεσμένη ενέργεια, θα πρέπει να εκτονωθεί κάπου και δυστυχώς, κάποιες φορές διοχετεύεται στην κακή πλευρά. Και με το «κακή» εννοώ όλον αυτό τον φανατισμό στο όνομα της θρησκείας, η οποία υποτίθεται ότι είναι μια πνευματική κατάσταση.
 
Θέλω να σας πω ότι μετά τις απόπειρες πραξικοπήματος τη δεκαετία του '70, φίμωσαν κάθε αντικαθεστωτική φωνή.  Σκότωσαν, φυλάκισαν ή εξόρισαν τους αριστερούς και σχεδόν διέγραψαν τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές σπουδές από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια για να επενδύσουν στις θρησκευτικές σπουδές με λεφτά από τη Σαουδική Αραβία. Τα λεφτά για τη φιλοσοφία έγιναν λεφτά για τζαμιά. Και τα τζαμιά έγιναν πιο πολλά από τις βιβλιοθήκες. Γενιές υπέφεραν από όλο αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα και αυτά είναι που προκαλούν τη μαζική μετανάστευση, το μηδενισμό και την κατάθλιψη.
 

«Έκανα εργασία για το Αλ Τζαζίρα και τρομοκρατούνταν ότι έκανα για την Αλ Κάιντα. Τόση άγνοια»


O 40χρονος σήμερα Reda Zine (δεξιά), με τους King Brothers, Charlie και Tony.  

Ένας Ευρωπαίος, τώρα, για να έρθει στο Μαρόκο απλώς μπαίνει στο ίντερνετ, κλείνει ένα εισιτήριο με 300 ευρώ περίπου και δε χρειάζεται καν βίζα. Από την άλλη, νέοι Μαροκινοί πνίγονται στη θάλασσα για να έρθουν στην Ευρώπη. Αρκετοί βρίσκονται αυτή τη στιγμή κλεισμένοι σε καμπ προσφύγων, όχι μακριά από εδώ που συζητάμε. Πώς νιώθεις γι' αυτό;
 
Είναι πάρα πάρα πολύ εκνευριστικό. Και νιώθω προνομιούχος που δε χρειάστηκε να φύγω παράνομα από τη χώρα μου ή να κάψω το διαβατήριό μου. Δε χρειάστηκε να εγκαταλείψω τη χώρα μου επειδή είχα άδειο στομάχι, αλλά επειδή ήμουν πνευματικά πεινασμένος. Και είχα την τύχη να μπορεί η οικογένειά μου να πληρώσει για να σπουδάσω. Αλλά είμαι πάρα πολύ θυμωμένος με την αλαζονεία της Ευρώπης και του Βορρά που κλέβει τους φυσικούς πόρους -τον χρυσό, το πετρέλαιο, κλπ- από τα πλούσια αφρικανικά χώματα, αλλά δε δέχεται τους ανθρώπους από αυτόν τον τόπο. Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ότι η Ισπανία απέχει από εμάς μόλις 14 χιλιόμετρα και τη βλέπουμε σαν να μπορούμε να την πιάσουμε, αλλά δεν μπορούμε να πάμε ούτε δύο μέρες για τουρισμό εκεί. Η Ευρώπη επέλεξε να χτίσει τείχη: για να διαλέγει τα καλύτερα μυαλά και τα καλύτερα χέρια σκλάβων. Για αυτό οι άνθρωποι θυμώνουν και από την άλλη, ρισκάρουν τη ζωή τους για μια καλύτερη ζωή. Η Ελλάδα και η Ιταλία επωμίστηκαν μεγάλος βάρος των προσφύγων και δε μιλάω για αυτές τις χώρες, αλλά για τις άλλες που σφραγίζουν τα σύνορά τους και παίρνουν μόνο ό,τι χρειάζονται.
 
Η Ευρώπη ξεχνάει, ακόμα, ότι λόγω της αποικιοκρατίας, πάνω από 800.000 αφρικανοί και βορειοαφρικανοί πολέμησαν στο πλευρό της στον Α'ΠΠ και στον Β'ΠΠ και μαζί νίκησαν τους ναζί, ενώ μετά τον Β'ΠΠ αφρικανικά χέρια ξαναέχτισαν τις κατεστραμμένες ευρωπαϊκές χώρες.
 
Ως Μαροκινός που ζεις και στην Ιταλία, βιώνεις την ισλαμοφοβία;
 
Πολύ καλή ερώτηση, γιατί είναι κάτι που αυξάνεται συνεχώς με τη διεθνή πολιτική ατζέντα που εφαρμόζεται. Θα σας πω το εξής: Η διπλωματική μου εργασία το 2002 στη Σορβόννη, στο Παρίσι, ήταν πάνω στο παναραβικό τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Τζαζίρα. Λόγω του ότι είχε προηγηθεί η 11η Σεπτεμβρίου, όλοι οι συνάδελφοί μου νόμιζαν ότι γράφω για την Αλ Κάιντα και είχαν τρομοκρατηθεί εξαιτίας της άγνοιάς τους. Από τότε, φανταστείτε, ξεκίνησα να το ζω. Επικρατεί πλήρης άγνοια. Λες «άραβας» και αμέσως συμπεραίνουν «μουσουλμάνος» και μετά «μουσουλμάνος» ίσον ισλαμιστής. Πίνεις μια μπύρα και μπερδεύονται. Η ξενοφοβία σπάει με τη γνώση, και η μουσική, η τέχνη είναι το καλύτερο εργαλείο που έχουμε εμείς σε αυτόν τον πόλεμο. 

Αν πάμε μέχρι την Αμερική, ο Μοχάμεντ Άλι και ο Μάλκολμ X ήταν οι πρώτοι εκπρόσωποι του ισλάμ και θεωρούνταν σχεδόν τρομοκράτες, γιατί οι άνθρωποι το '50 και το '60 δεν είχαν ιδέα τι είναι το ισλάμ. Μετά ξεκίνησαν να διαβάζουν. Σήμερα ζούμε στην εποχή της προπαγάνδας και μένει να δούμε πού θα βγάλει όλο αυτό. 

Πριν να σε αποχαιρετήσουμε, να μας πεις σε τι πρότζεκτ δουλεύεις τώρα;

Η επόμενή μου δουλειά θα έχει να κάνει με την αφρικανική παρουσία στην ιταλική λογοτεχνία, ζωγραφική και γενικότερα στην τέχνη από την εποχή της Αναγέννησης. Τώρα διαβάζω πολύ και γράφω σε συνεργασία με την ιταλοσομαλή συγγραφέα Igiaba Scego. Θα αφηγηθούμε την παραμορφωμένη απεικόνιση αυτών των ξένων, από τότε μέχρι και τη σύγχρονη μετανάστευση.

Σε ευχαριστούμε πολύ Reda. Καλή συνέχεια σε όλα.

Εγώ σας ευχαριστώ. Επίσης. 

*Η κεντρική φωτογραφία είναι από την Τύνιδα το 2011. Photo credit: Fred Dufour/AFP

Ακούστε τη ραδιοφωνική συνέντευξη που πήραν οι «Οι γνωστοί άγνωστοι», εδώ: