Το πρωί της Δευτέρας, η «πρωτοβουλία Μητσοτάκη, Κούρτς και Φρεντέρικσεν για την ταχύτερη έγκριση του εμβολίου της Astra Zeneca» έκανε τον γύρω του διαδικτύου και των τηλεοπτικών καναλιών. Ωστόσο, από την περασμένη εβδομάδα και την προηγούμενη πρωτοβουλία του πρωθυπουργού για την θέσπιση ενός πιστοποιητικού εμβολιασμού για όσους ολοκληρώσουν τον εμβολιασμό κατά του κορονοϊού συνεχίζει να φέρνει αλυσιδωτές αντιδράσεις, ενώ την προσεχή Πέμπτη 21 Ιανουαρίου, αναμένεται να τεθεί στο τραπέζι της τηλεδιάσκεψης των Ευρωπαίων ηγετών.

Από τις μεγαλύτερες αντιδράσεις της περασμένης εβδομάδας, εκείνη του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας, ο οποίος φρόντισε να διαμηνύσει προς τις χώρες ανά τον κόσμο να μην προβούν σε οποιοδήποτε αντίστοιχο μέτρο, υπογραμμίζοντας το προφανές, πως οι εμβολιασμοί που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα είναι ισχνοί. Άλλωστε, ο ΠΟΥ κατήγγειλε τις ίδιες ημέρες το γεγονός πως δέκα χώρες μονοπωλούν το 95% των διαθέσιμων εμβολίων.

«Προς το παρόν, ζητάμε να μην ζητείται κανένας έλεγχος εμβολίου ή ανοσίας για τα διεθνή ταξίδια ως προϋπόθεση εισόδου, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αβεβαιότητες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού στη μείωση της μετάδοσης, και την περιορισμένη διαθεσιμότητα εμβολίων. Ο εμβολιασμός δεν θα πρέπει να απαλλάσσει τους διεθνείς ταξιδιώτες από τη συμμόρφωση με άλλα μέτρα μείωσης του ταξιδιωτικού κινδύνου» δήλωσε συγκεκριμένα ο επικεφαλής, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους.

Δηλώσεις του ισχυρού άνδρα του ΠΟΥ περιελάβανε και δημοσίευμα του Guardian για την πρόταση Μητσοτάκη, με τον ίδιο να τονίζει πως υπάρχουν δύο «επείγοντα ζητήματα που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή», αναφερόμενος τόσο στην «πρόσφατη εμφάνιση νέων μεταλλάξεων του ιού Sars-Cov-2», όσο και στο γεγονός πως «δεν μπορούμε να δώσουμε προτεραιότητα ή να τιμωρήσουμε ορισμένες ομάδες ή χώρες».

Κόντρα στον ΠΟΥ και στην «επιφυλακτικότητα» των ευρωπαϊκών κρατών το πιστοποιητικό εμβολιασμού Μητσοτάκη

Παρότι ο πλέον ειδικός, οι αντιδράσεις από τον ΠΟΥ δεν ήταν οι μόνες επίσημες κατά της πρότασης Μητσοτάκη για πιστοποιητικό εμβολιασμού. Από την περασμένη εβδομάδα, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Ρουμανίας, Κλάους Γιοχάνις, έσπευσε να απορρίψει κάθε τέτοια συζήτηση, εκφράζοντας την άποψη πως μία τέτοια απόφαση θα δίχαζε τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Δεν πιστεύω πως είναι μια καλή ιδέα. Θα πρέπει να υπάρξει κάποιο πιστοποιητικό εμβολιασμού, το οποίο όμως θα χρησιμοποιείται για ιατρικούς λόγους, και όχι για τα ταξίδια» μεταφέρει τα λόγια του ο ευρωπαϊκός ιστότοπος, Euractiv, που υπογραμμίζει πως ο Γιοχάνες θεωρείται εξαιρετικά στενός φίλος της Αγκέλα Μέρκελ. Ούτε αυτές είναι ωστόσο οι μόνες αντιδράσεις, καθώς από την πλευρά της Γερμανίας και της Γαλλίας έχουν ήδη απορρίψει μία τόσο πρώιμη απόφαση, ενώ παρόμοια στάση έχει και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ.

Γαλλογερμανικό και ευρωπαϊκό «πολύ νωρίς» για τέτοια συζήτηση

Στο θέμα κλήθηκε να τοποθετηθεί την Κυριακή ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μιλώντας στην ολλανδική κρατική τηλεόραση, και απορρίπτοντας -σε αυτή τη φάση τουλάχιστον- μία τέτοια απόφαση. Σύμφωνα με το Brussels Times, ο Μισέλ υπογράμμισε πως το θέμα είναι ευαίσθητο, καθώς κάποιοι άνθρωποι θεωρήσουν πως ο εμβολιασμός θα καταστεί υποχρεωτικός. Ο ίδιος προανήγγειλε τη συζήτηση της προσεχούς Πέμπτης σε υψηλότατο επίπεδο, σημειώνοντας ωστόσο ο διάλογος θα πρέπει να επικεντρωθεί στο ερώτημα «συμφωνούμε όλοι με την αρχή της εισαγωγής πιστοποιητικού;» και σε περίπτωση που όλοι συμφωνούν, το πότε θεωρείται κατάλληλη στιγμή να ληφθεί μία τέτοια απόφαση.

Μάλιστα, συνέχισε δίνοντας ο ίδιος μία απάντηση, σημειώνοντας πως ένα τέτοιο πιστοποιητικό θα πρέπει να θεσπιστεί μόνο αφού πολλοί άνθρωποι θα έχουν εμβολιαστεί, συμπληρώνοντας πως «εάν το εφαρμόσουμε πολύ νωρίς, αυτό θα δημιουργούσε τεράστια απογοήτευση». Το ίδιο βελγικό μέσο, σε άλλο ρεπορτάζ, σημειώνει πως αρκετά από τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν προειδοποιήσει πως μία τέτοια απόφαση θα ήταν «πηγή διακρίσεων», καθώς θα έδινε στους εμβολιασμένους δικαιώματα που οι υπόλοιποι που περιμένουν να εμβολιαστούν δεν θα απολάμβαναν.

Μετριοπαθώς τοποθετήθηκε και ο Πορτογάλος πρωθυπουργός, Αντόνιο Κόστα, κατά την πρόσφατη συνάντησή του με την πρόεδρο της Κομισιόν φον ντερ Λάιεν, όταν σχολίασε σχετικά πως «σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία, ο τουρισμός είναι πολύ σημαντικός για τις οικονομίες μας. Είναι απαραίτητο το επόμενο καλοκαίρι να νιώθουμε ασφαλείς να ταξιδέψουμε».

Από την πλευρά της Γαλλίας, η όποια συζήτηση για ένα τέτοιο έγγραφο έχει χαρακτηριστεί «πολύ πρόωρη», με τον υπουργό Εξωτερικών για ευρωπαϊκά ζητήματα, Κλεμέντ Μπουνέ, να ξεκαθαρίζει πως «όταν η πρόσβαση στο εμβόλιο γενικευτεί, θα είναι διαφορετικό ζήτημα». Ο ίδιος μάλιστα προσθέτει πως εάν το εμβόλιο είναι «επιστημονικά ασφαλές, δεν γνωρίζουμε τον αντίκτυπό του στην μετάδοση του ιού. Πρέπει να επιτευχθεί πλήρης σαφήνεια σε αυτό το σημείο», υπογραμμίζοντας πως «βρισκόμαστε σε μια φάση αυξημένων εμβολιασμών σε όλη την Ευρώπη, όχι μόνο στη Γαλλία».

«Μέχρι να έχουμε εισέλθει σε μία φάση εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού, το να πούμε στους ανθρώπους ότι η δραστηριότητά τους είναι περιορισμένη, ενώ η πρόσβαση στα εμβόλια δεν είναι γενικευμένη, δεν είναι κάτι που θα λειτουργήσει» υπογράμμισε με μεγάλη σαφήνεια ο Γάλλος αξιωματούχος. Στις αντιδράσεις θα πρέπει να προσμετρηθεί και η γερμανική απάντηση, λίγες μεν ημέρες πριν την πρόταση Μητσοτάκη, αλλά επί του ίδιου ζητήματος.

Συγκεκριμένα, μόλις την επόμενη της «πρεμιέρας» των εμβολιασμών στην Ευρώπη της 27ης Δεκεμβρίου, ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας, Χορστ Ζεεχόφερ, διαμήνυσε την αντίθεσή του, υπογραμμίζοντας πως «πολιτικά έχω πολύ καθαρή θέση σε αυτό».

«Εξίσου σημαντικό με τον εμβολιασμό για όλους μας: Καμία ειδική αντιμετώπιση για τους εμβολιασμένους. Η διάκριση μεταξύ των εμβολιασμένων και των μη εμβολιασμένων θα ήταν ίδια με έναν υποχρεωτικό εμβολιασμό» ξεκαθάρισε ο Ζεεχόφερ, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως εάν θέσουν τέτοια προαπαιτούμενα ιδιωτικές εταιρείες, η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να τις σταματήσει. «Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να προειδοποιήσω εναντίον μίας τέτοιας απόφασης. Η ειδική μεταχείριση των εμβολιασμένων θα διχάσει την κοινωνία» ανέφερε, σύμφωνα με την Deutsche Welle.

Οι τεχνολογικοί γίγαντες θέλουν το πιστοποιητικό

Την ίδια ώρα, δημοσίευμα του CNN καταγράφει τις «προτάσεις» των τεχνολογικών κολοσσών όπως η Microsoft, η Salesforce, η Oracle, η Cerner, η Cigna, αλλά και εταιρείες λογισμικών υγείας όπως η Epic, η Mayo Clinic και άλλοι προωθούν μία πρόταση για ένα τέτοιο πιστοποιητικό, και μάλιστα ψηφιακό, στο όνομα της «επιστροφής στην κανονικότητα». Το σχέδιο που περιγράφει το δημοσίευμα αφορά μία εφαρμογή στο κινητό τηλέφωνο, της οποίας τα στοιχεία θα χρησιμοποιούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι, από τις αεροπορικές εταιρείες μέχρι τους συναυλιακούς χώρους.