Η Τράπεζα εκτιμά ότι οι Ευρωπαίοι εισέρχονται στην αγορά εργασίας σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία ενώ συνταξιοδοτούνται όλο και πιο πρόωρα. Την ίδια στιγμή κατηγορεί χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία οι οποίες εισήγαγαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες τη μείωση του εργάσιμου χρόνου με αποτέλεσμα να μειωθεί η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι «το 2000 οι Γάλλοι εργάζονταν κατά μέσο όρο 300 ώρες λιγότερο από τους Αμερικανούς σε ετήσια βάση».

Η «κατηγορία» της υπερβολικής προστασίας αναφέρεται στους «περιορισμούς» που απορρέουν από τις συλλογικές και κλαδικές συμβάσεις καθώς και στα «πολύ υψηλά επιδόματα ανεργίας» που -κατά την εκτίμηση της Παγκόσμιας Τράπεζας δημιουργούν αντικίνητρο στους ανέργους προκειμένου να επιστρέψουν σε αμειβόμενη θέση εργασίας.

Με άλλα λόγια οι ειδήμονες της Τράπεζας θεωρούν ότι «για να ανακτήσει η Ευρώπη την ανταγωνιστικότητά της» σε παγκόσμιο επίπεδο θα πρέπει οι Ευρωπαίοι να εργάζονται περισσότερες ώρες ημερησίως, να αμείβονται με λιγότερα (καθώς θα πρέπει να απαλειφθούν τα ελάχιστα όρια αποδοχών που προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις), να συνταξιοδοτούνται κοντά στο 70ο έτος της ηλικίας τους και σε περίπτωση που μένουν άνεργοι να τιμωρούνται με ένα εξευτελιστικά χαμηλό επίδομα προκειμένου να μη συνηθίζουν στην… τεμπελιά.