Τα είχα πάρει κυριακάτικα διαβάζοντας την είδηση ότι ο Χάρης Θεοχάρης πρόκειται να διεκδικήσει μέχρις εσχάτων αποζημίωση και μπόνους από το Δημόσιο ύψους άνω των πέντε εκατομμυρίων, όπως έγραψε κυριακάτικη εφημερίδα και έσπευσαν να αναπαραγάγουν αρκετά σάιτ.
 
 Τα είχα πάρει και είχα ήδη σκαρώσει στο μυαλό μου το σημερινό μου άρθρο, με σπόντες, υπονοούμενα και πικρά καλαμπούρια. Άλλωστε, το θέμα προσφερόταν.
 
Κάθισα να γράψω, λοιπόν, αλλά τα στάνταρ επαγγελματικά αντανακλαστικά με προστάτεψαν. Κατ’ αρχήν το ThePressProject, που τίποτα δεν του ξεφεύγει (λέμε τώρα), δεν έγραφε το παραμικρό για το νέο σκάνδαλο. Άνοιξα δυο τρία ακόμα έγκυρα σάιτ που κατά κανόνα εμπιστεύομαι -αν και στις μέρες μας ποτέ δεν ξέρεις- και δεν βρήκα την παραμικρή αναφορά στο γεγονός.
 
Τελικά κάπου ανακάλυψα μια διάψευση του ίδιου του Θεοχάρη, αλλά ούτε η πηγή με κάλυπτε  100% ούτε και η διατύπωση της δήλωσης μού φαινόταν απολύτως πειστική, οπότε κατέφυγα στο twitter και ρώτησα τον ίδιο τον @htheoharis.
 
Καλώς ή κακώς απέφυγε να απαντήσει ευθέως (δεν γνωριζόμαστε, άλλωστε, αν και του έχω υποβάλει κατά καιρούς 2-3 ερωτήσεις στις οποίες απάντησε, άλλοτε πειστικά και άλλοτε όχι). Εντός 5 λεπτών, ωστόσο (καθώς ο Θεοχάρης μοιάζει να είναι ανά πάσα στιγμή online), τουιτάρησε μια δήλωση που υποθέτω ότι κλείνει οριστικά το ζήτημα: «Διαψεύδω επισήμως πως έχω λαμβάνειν από το δημόσιο έστω και 1€. Οι κίτρινοι δημοσιογράφοι συνεχίζουν να γράφουν συκοφαντίες».
 
Ωστόσο, παραμένουν ανοιχτά ορισμένα ζητήματα: Και πρώτα πρώτα, ότι με όσα έχουν δει τα μάτια μας είμαστε έτοιμοι να πιστέψουμε την εξωφρενική είδηση ότι είναι πιθανό υπό τις παρούσες συνθήκες ένας δημόσιος λειτουργός να διεκδικεί από το χρεοκοπημένο ελληνικό Δημόσιο τόσο μεγάλη αποζημίωση και παχυλά μπόνους, κι ενώ η απομάκρυνσή του είχε επισήμως παρουσιαστεί ως οικειοθελής παραίτηση. Ότι μπορεί το Δημόσιο να υπογράφει τέτοια «χρυσά συμβόλαια» με στελέχη του, παραχωρώντας τους κατ’ ουσίαν ποσοστά από τα φορολογικά έσοδα που ξεζουμίζουν μια κοινωνία ολόκληρη. Όχι πως δεν υπάρχουν τέτοια φαινόμενα κανιβαλικών μπόνους, αλλά σαφώς σε μικρότερη κλίμακα.
 
Δεν μπορεί να πει κανείς ότι είμαστε εύπιστοι, ίσα ίσα που νομίζω ότι ποτέ τόσος πολύς κόσμος δεν ήταν τόσο υποψιασμένος όσο στις μέρες μας. Οπότε αγγίζουμε το δεύτερο μεγάλο ζήτημα ότι είμαστε καχύποπτοι μόνο με τους αντιπάλους. Ενώ φαινόμαστε αρκετά εύπιστοι με τους ομοϊδεάτες ή, τέλος πάντων, μ’ εκείνους που λογαριάζουμε ως «ομοϊδεάτες», γιατί κι αυτό -με την ιδεολογική σύγχυση που υπάρχει- παραμένει επίσης πεδίο αμφιλεγόμενο.
 
Έχουμε συνηθίσει να υιοθετούμε εύκολα όχι τόσο οτιδήποτε μας συμφέρει ή μας βολεύει, όσο ό,τι ταιριάζει με ένα προκατασκευασμένο σχήμα που έχουμε στο μυαλό μας. Δεν είναι κακό να έχουμε υιοθετήσει ή συνδιαμορφώσει μια αφήγηση για το τι συμβαίνει γύρω μας, πρέπει όμως να έχουμε συνεχώς ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά μας ώστε να την ελέγχουμε, να την διορθώνουμε όταν χρειάζεται, να τη βελτιώνουμε, να την κάνουμε όλο και πιο ρεαλιστική και πειστική.
 
Φυσικά ο Θεοχάρης δεν είναι του παρθεναγωγείου, υπηρέτησε συνειδητά και με ζήλο όλες τις μνημονιακές πολιτικές, υπήρξε ανάλγητος απέναντι στους άνεργους, τους οποίους φορολόγησε, τους χαμηλόμισθους, τους δυσπραγούντες ελεύθερους επαγγελματίες. Ενδέχεται μάλιστα ο ζήλος του να ήταν υπερβάλλων, εξ ου και η απομάκρυνσή του, αν και ποτέ δεν θα μάθουμε πώς ακριβώς κατανέμονται οι ευθύνες για την αναλγησία ανάμεσα στην τρόικα, την κυβέρνηση και τον γενικό γραμματέα εσόδων.
 
Παρ’ όλα αυτά, προσωπικά χαίρομαι όταν διαψεύδονται τέτοιες ειδήσεις, δεν προσβλέπω σε όλο και πιο εξωφρενικές εξελίξεις προκειμένου να επιβεβαιωθεί η άποψη που έχω για τα πράγματα. Η ανάγκη να μπει τέρμα στις μνημονιακές πολιτικές δεν χρειάζεται να τροφοδοτείται συνεχώς με όλο και πιο σκανδαλώδεις και παράδοξες καταστάσεις, το ζήτημα είναι να αντιμετωπίσει κανείς δομικά τις πολιτικές αυτές, και όχι να αναζητεί στοιχεία εντυπωσιασμού για να συδαυλίσει την οργή του κόσμου.
 
Στο κάτω κάτω τα γεγονότα που ζούμε είναι ούτως ή άλλως εξωφρενικά, δεν χρειαζόμαστε άλλη παράνοια, χρειάζεται βέβαια να έχουμε το νου μας για να καταγγέλλουμε οποιεσδήποτε ακρότητες, κυρίως όμως χρειαζόμαστε ένα πειστικό σχέδιο και μια μαχητική αλλά νηφάλια πορεία που θα ξαναφέρει τα πράγματα σε μια λογική και ανοδική τροχιά, με τον λαό στο προσκήνιο.