«Ο τόπος εργασίας, το σημείο της παραγωγής, είναι εκεί που οι εργάτες έχουν την περισσότερη δύναμη. Μπορείς να πάς στα δικαστήρια να βρεις το δίκιο σου, αλλά είναι δύσκολο. Αν μπεις στην εκλογική πολιτική, μπορεί να κερδίσεις αλλά είναι ακόμη δυσκολότερο να κατορθώσεις κάτι. Αν σταματήσεις την παραγωγή, έχεις εξουσία στην οποία οι καπιταλιστές οφείλουν άμεσα να απαντήσουν.»

Το καλοκαίρι του 1967 ξέσπασαν εξεγέρσεις σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων το Μπάφαλο και το Νιούαρκ. Ωστόσο, η πολυπληθέστερη όλων – γνωστή ως “Η Μεγάλη Εξέγερση”- συνέβη στην τότε καρδιά του αμερικάνικου καπιταλισμού: το Ντιτρόιτ, την πρωτεύουσα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Η εξέγερση, που διήρκεσε πέντε ημέρες, ξεκίνησε στις 23 Ιουλίου, με αφορμή την επέμβαση της αστυνομίας σε μεταμεσονύχτιο πάρτυ προς τιμήν δυό βετεράνων του Βιετνάμ που μόλις είχαν επιστρέψει. Πάνω από 100.000 άνθρωποι πήραν μέρος στην εξέγερση, κάποτε πολεμώντας σε παράταξη αστυνομία και ομοσπονδιακές δυνάμεις.

Η Μεγάλη Εξέγερση ξεχωρίζει μεταξύ των άλλων για όσα συνέβησαν πριν και μετά – τα χρόνια της ριζοσπαστικής οργάνωσης που διαμόρφωσε τη μαύρη εργατική τάξη του Ντιτρόιτ. Στο βιβλίο τους, “Detroit: I Do Mind Dying”, ο Dan Georgakas και ο Marvin Surkin διηγούνται την ιστορία των μαύρων εργατών της αυτοκινητοβιομηχανίας, ριζοσπαστών και επαναστατών που οργανώνονται τη δεκαετία του 1960. Περιγράφουν το Επαναστατικό Ενωτικό Κίνημα της Dodge (Dodge Revolutionary Union Movement – DRUM), οργάνωση των μαύρων εργατών με βάση το κύριο εργοστάσιο συναρμολόγησης της Chrysler για τα Dodge, που δημιουργήθηκε μετά μιαν αυθόρμητη απεργία των συνδικαλισμένων εργατών περίπου ένα χρόνο μετά την Εξέγερση, και τo Συνασπισμό Επαναστατημένων Μαύρων Εργατών (League of Revolutionary Black Workers), που είχε στόχο την ενοποίηση όλων των Επαναστατικών Συνδικαλιστικών κινήσεων (Revolutionary Union Movements -RUMs) των μαύρων εργατών αυτοκινητοβιομηχανίας στο Ντητρόιτ.

Με την αφορμή της 50ης επετείου της Μεγάλης Εξέγερσης, ο Dan Georgakas μίλησε στην Elizabeth Schulte και το Socialist Worker για το υπόβαθρο του εκρηκτικού ξεσηκωμού και όσα συνέβησαν μετά.

Μπορείτε να μας περιγράψετε το υπόβαθρο της Μεγάλης Εξέγερσης του 1967; Πως ζούσε η μαύρη εργατική τάξη του Ντιτρόιτ τότε;

Οι περισσότεροι γνωρίζουν τις γενικές συνθήκες της δεκαετίας του 1960 και τα ποικίλα εθνικα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι μαύροι αμερικανοί. Στο Ντιτρόιτ, αυτά εκφράστηκαν σε τρεις κύριους τομείς. Ο πρώτος ήταν ένα φρικαλέο αστυνομικό τμήμα, που παρενοχλούσε τη μαύρη κοινότητα συνεχώς. Ο δεύτερος ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία, που είχε αρχίσει να αυτοματοποιείται, διώχνοντας δουλειές εκτός της χώρας κλπ. Το πρώτο κύμα απολύσεων περιςλάμβανε πολύ περισσότερους μαύρους απ’ ότι λευκούς εργάτες, λόγω του αυστηρού προγράμματος προϋπηρεσίας. Η πλειονότητα των λευκών εργατών προστατεύονταν από τους κανόνες περί προϋπηρεσίας, σε αντίθεση με τη μαύρη και νεώτερη εργατική δύναμη. Το Σωματείο των Εργατών της Αυτοκινητοβιομηχανίας (United Auto Workers – UAW) αδιαφορουσε για αυτό, καθώς δεν είχε αφροαμερικάνους  μέλη ωςστις εξειδικεύσεις του και η ιεραρχία εντός του σωματείου σε μεγάλο ποσοστό ήταν λευκή. Αυτά οδήγησαν σε οικονομικά προβλήματα και άγχη. Στο Ντιτρόιτ, σε αντίθεση με άλλες πόλεις, η παιδεία της εργατικής τάξης ήταν πολύ ισχυρή, συνδεόταν με την εκπαίδευση, την θρησκεία, όλες τις εκφάνσεις της μαύρης κουλτούρας. Έτσι, όταν οι εργάτες χάναν τη δουλειά τους, αυτό είχε αντίκτυπο σε όλη την κοινότητα. Δεν αφορούσε μόνο ένα πρόσωπο ή μια γειτονιά.

Ο τρίτος τομέας ήταν η στέγη. Το Ντιτρόιτ ήταν μια ιδιαίτερα χωρισμένη πόλη, και η στέγαση δεν είχε αλλάξει πολύ από την εξέγερση του 1943, που ήταν η πιο εκτεταμένη στην αμερικάνικη ιστορία, μέχρι τότε. Και ήταν μια φυλετική εξέγερση, με την έννοια ότι οι μαύροι πολεμούσαν κατά των λευκών και οι λευκοί κατά των μαύρων.

Η εξέγερση του 1967 ήταν πολύ πιο ταξική. Φυσικά, ο ρατσισμός ήταν σημαντικός παράγοντας, αλλά ήταν μια εξέγερση ενάντια στο σύστημα – γι αυτό και τη ονομάζουμε Μεγάλη Εξέγερση. Αφού ξεκινά, δεν απλώνεται από τις μαύρες προς τις λευκές κοινότητες, με μάχες μαύρων και λευκών – στρέφεται κατά του εμπορίου. Στοχεύει το κτήριο της General Motors. Στοχεύει εμπόρους. Χωρίς να μειώνω την φυλετική δυναμική, που ήταν παρούσα, σημαντικός παράγων της εξέγερσης ήταν η οικονομία.

Το Ντητρόιτ είχε μια πλούσια πολιτιστική ιστορία, ειδικά πριν την εξέγερση. Για παράδειγμα, είχε ξεσπάσει μια ποιητική εξέγερση που λειτούργησε ως εμπροσθοφυλακή του εθνικού αγώνα για την εισαγωγή μαύρων συγγραφέων στις ανθολογίες. Ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας ήταν η ίδρυση του Βroadside Press από τον Dudley Randall το 1963. Η Broadside έμελλε να γίνει ο μεγαλύτερος εκδότης μαύρης ποίησης σε όλες τις ΗΠΑ.

Ήταν επίσης μια περίοδος άνθισης της τζαζ και της ποπ μουσικής, συμπεριλαμβανομένου του ήχου της Μοτάουν. Ήταν μια περίοδος γεμάτη πρωτιές για το Ντητρόιτ – το πρώτο λογοτεχνικό περιοδικό με μεικτό προσωπικό, μαύρους δημοσιογράφους, συγγραφείς και προσωπικό. Το ίδιο συνέβαινε και στο θέατρο. Υπήρχαν φόρουμ, κάποια οργανωμένα από την αριστερά, άλλα όχι. Το πιο γνωστό αριστερό φορουμ ήταν το Σοσιαλιστικό Φόρουμ της Παρασκευής Βράδυ. Μάζευε από 25 ως 200 ανθρώπους. Έδινε διαλέξεις ο James Boggs, πολύ γνωστός ακτιβιστής στο σωματείο και την κοινότητα. Κι η ομάδα C.L.R. James οργανωνε διαλέξεις.αυτά τα φόρουμ λειτουργούσαν σαν “χύτρες” διανοητικής ενέργειας, όπου ένας σημαντικός αριθμός αριθμός ανθρώπων θα έλεγε “Μπορούμε να δράσουμε. Τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν”. Ήταν το αίτιο της εξέγερσης; όχι, αλλά σου δίνει μια αίσθηση της κουλτούρας. Δούλευα για ένα περιοδικό που λεγόταν On the Town, που ήταν το κατ εξοχήν αφροαμερικάνικο περιοδικό του Ντηρτόιτ. Ήταν μαύρης ιδιοκτησίας, με 80% της ύλης του για τη μουσική και το υπόλοιπο 20% υποστήριζε ριζοσπαστικές πολιτικές. Τα τεύχη μοιράζονταν σε μπαρ και δισκάδικα, σε άμεση επαφή με το μεγάλο του κοινό. 

Μπορείτε να μας μιλήσετε περισσότερο για την αστυνομική βαρβαρότητα;

Είναι δύσκολο να μιλήσεις για την “πολιτική βαρβαρότητα” τότε, για την αστυνομία που πάντα ήταν βάρβαρη και τίποτε άλλο. Η αφορμή για την εξέγερση ήταν η αστυνομική επιδρομή σε ένα πάρτυ που γινόταν σε ένα μεταμεσονύχτιο στέκι – που ήταν βεβαίως παράνομο – που γιόρταζαν δύο βετεράνοι του Βιετνάμ, που είχαν γυρίσει από τον πόλεμο. Ήταν μια σκληρή γειτονιά με σκληρούς άντρες. Η αντίδρασή τους ξεκίνησε τη Μεγάλη Εξέγερση. Κανείς δε μπορούσε να το προβλέψει.

Και τι συνέβαινε με τον πόλεμο του Βιετνάμ, στον οποίο είχαν πολεμήσει τόσοι μαύροι εργάτες; τι αντίκτυπο είχε αυτό;

Στο Ντητρόιτ, η μαύρη κοινότητα δεν ήταν υπέρ του πολέμου στο Βιετνάμ. Κι αυτό λόγω της ισχυρής παράδοσης υποστήριξης των λόγων του Μάρκους Γκάρβεϊ στην πόλη. Κι ύστερα, οι άνθρωποι άκουγαν με προσοχή τα λόγια του Μάλκομ Χ κι ας μην ήταν μουσουλμάνοι. Μία από τις φράσεις που αποδίδεται σε αυτόν είναι πως “ο Τότζο κι ο Χίτλερ κάναν περισσότερα για την παρουσία μαύρων στα εργοστάσια απ’ ότι το σωματείο UAW”. Ήταν μια πολύ λεπτή ματιά στον Β ΠΠ. Κι οι αντιδράσεις στον πόλεμο του Βιετνάμ ήταν ακόμη ισχυρότερες. Βεβαίως, υπήρξαν πατριώτες και άνθρωποι που πήγαν να πολεμήσουν γιατί ήταν η καλύτερη οικονομική διέξοδος γι’ αυτούς, αλλά γενικά ο πόλεμος ήταν ιδιαίτερα αντιπαθής.

Σημειώνετε στο βιβλίο σας ότι ναι μεν δεν ήταν η πρώτη εξέγερση στο Ντητρόιτ, αλλά διέφερε ως προς το ότι οι δύο αντίπαλες δυνάμεις ήταν “οι Μαύροι και η κρατική εξουσία”. Θέλετε να πείτε περισσότερα επ αυτού;

Γενικά, η εξέγερση του 1943 συνέβη λόγω ρατσιστικών επιθέσεων. Ήταν λαός- εναντίον- λαού κι έτσι συνεχίστηκε για πολύ. Φυσικά, η αστυνομία βρίσκονταν στο πλευρό του κατεστημένου, που ήταν λευκό. Οι περισσότερες απώλειες ήταν μαύροι. Η κρατική εξουσία επιβλήθηκε ενάντια σε μια κλασική φυλετική εξέγερση. Η διαφορά με το 1967 ήταν πως η επίθεση της αστυνομίας στο μεταμεσονύχτιο στέκι εμπεριείχε αυτό που συνέβαινε καθε βράδυ στην πόλη. Η κρατική εξουσία καταπίεζε τη μαύρη κοινότητα, αλλά αυτή η κοινότητα δεν έμενε απαθής, ήταν δυναμική, γεμάτη ιδέες και ενέργεια.

Ποιός πήρε μέρος στην Εξέγερση; στο “Detroit: I Do Mind Dying”, όταν γράφετε για τις λεηλασίες ή τα “δωρεάν ψώνια”, τις περιγράφετε σα συστηματικές και χωρίς φυλετικό προφίλ. 

Η πλευρά αυτή ήταν αυθόρμητη. Όταν έσπασαν οι βιτρίνες των μεγάλων μαγαζιών, οι άνθρωποι πήγαν με τα αυτοκίνητά τους και βοηθούσαν ο ένας τον άλλο να γεμίσει. Υπάρχει βίντεο γι’ αυτό- λευκοί και μαύροι συνεργαζόμενοι και βγάζουν πράγματα από τα μαγαζιά όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Δεν ήταν το κυρίαρχο, αλλά συνέβαινε. Ο αριθμός των λευκών που συνελήφθησαν για λεηλασίες ήταν σημαντικός. Τίποτε τέτοιο δεν είχε γίνει το 1943. Ένα άλλο περιστατικό ήταν η επίθεση, με όπλα, της αστυνομίας εναντίον του εργαστηρίου ποίησης του John Sinclair, γιατί ανέβασε μια αφίσα που έγραφε “Burn, Baby, Burn”. Όποια κι αν είναι η άποψή σου για τον Sinclair, είναι σαφές ότι η αστυνομία χρησιμοποιούσε τη Μεγάλη Εξέγερση σα δικαιολογία για να κυνηγήσει όσους είχε στο μάτι. 

Η DRUM ιδρύθηκε ένα χρόνο μετά.  Ποιά επίδραση είχε η εξέγερση στην οργάνωση των μαύρων εργατών της αυτοκινητοβιομηχανίας, ειδικά των χειρωνακτών;

Η DRUM ξεπηδάει από την αυθόρμητη απεργία του 1968, που, όμως, δεν ήταν απρόσμενη. Το κύριο εργοστάσιο της Chrysler για τα Dodge φιλοξενήσει και παλιότερα προβλήματα μεταξύ μαύρων και λευκών, και προβλήματα μεταξύ απλών μελών του σωματείου και βαθμοφόρων συνδικαλιστών. Στην αυθόρμητη απεργία υπήρξε υπολογίσιμη ανάμειξη ριζοσπαστών. Οι τρεις πιο σημαντικοί οργανωτές ήταν οι General Baker, Mike Hamlin και John Watson. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο General Baker μαζί με το Rufus Griffin και τον Glanton Dowdell– που ήταν οι στύλοι της League of Revolutionary Black Workers- είχαν κατηγορηθεί ότι προσπάθησαν να ξεκινήσουν εξέγερση το 1966 κι είχαν φάει πέντε χρόνια με αναστολή γιατί οπλοφορούσαν. Ήταν όλοι μαρξιστές και μετά την εξέγερση ξεκίνησαν προσπάθειες να εκδώσουν εφημερίδα, με τίτλο Inner City Voice, η οποία θα ερευνούσε τα προβλήματα της μαύρης κοινότητας και θα λειτουργούσε ως εκπαιδευτικό και κινηματικό εργαλείο. Ένα από όσα έκαναν ήταν να αρχίσουν να μιλούν στο εργοστάσιο της Dodge για τις συνθήκες εργασίας. Οι άνθρωποι που αποτελούσαν τον πυρήνα της DRUM είχαν σπουδάσει μαρξισμό με τον Marty Glaberman, ηγέτη της τοπικής ομάδας C.L.R. James. Καμμιά ιδέα δεν τους άλλαζε ρότα, είχαν βουτήξει στο θησαυρό της σοσιαλιστικής σκέψης. Το κείμενο που τους επηρέασε περισσότερο ήταν το φυλλάδιο του Λένιν για τη σημασία έκδοσης εφημερίδας. Η ιδέα, καθ’ όλη την εξέλιξή τους, ήταν πως πρέπει να έχουν λαϊκά όργανα ώστε να φτάνουν στο κοινό, γιατί η άλλη πλευρά θα τους συκοφαντούσε και θα τους δαιμονοποιούσε. Ήταν πολύ ισχυρή η θέλησή τους για εφημερίδα και τους οδήγησε να αγοράσουν τυπογραφείο. Σκέφτονταν να τυπώνουν τα δικά τους βιβλία, τις δικές τους εφημερίδες, τα δικά τους φυλλάδια, να έχουν τα δικά τους βιβλιοπωλεία και να λένε την δική τους πλευρά, αντί να αφήνουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να διαστρεβλώνουν τις θέσεις τους.

Πέστε μας για την Inner City Voice. Πως ήταν τα άρθρα; πως κατάφερνε να βγάζει προς τα έξω το μήνυμά της η DRUM?

Τα άρθρα ήταν πολύ λαϊκά. Έλεγαν, να, αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχουμε στο Ντητρόιτ και συζητούσαν πως θα λυθεί. Τα άρθρα τόνιζαν ότι η θεμελιώδης αλλαγή σήμαινε αλλαγή του συστήματος, όχι αναμόρφωσή του. Υπονοούσαν ότι θέλουμε να πάμε στο σοσιαλισμό, αλλά επειδή δε μπορούμε να φτάσουμε σε αυτόν αύριο, ας κάνουμε αυτό και ας κερδίσουμε μια νίκη. Ένα από τα πράγματα που πρόσεχαν πάντα, κι αυτό ήταν χαρακτηριστικό της DRUM, ήταν πως πρέπει να κερδίζεις, πρέπει να παρουσιάζεις νίκες για την περιφέρειά σου.  Οι εργάτες που δημιούργησαν τη DRUM δεν αυτοχαρακτηρίζονταν κατ’ ανάγκην σοσιαλιστές, άλλα ήταν στρατευμένοι και ήξεραν ότι οι ηγέτες τους ήταν μαρξιστές. Όσο οι ηγέτες απέδιδαν ρωτούσαν: ποιό είναι το επόμενο που κάνουμε; Παράλληλα με τη δημιουργία των RUMS στους χώρους εργασίας, από τους μαύρους ριζοσπάστες, εμφανιζόταν έντονη και η λευκή ριζοσπαστική δράση. Με τη δημιουργία της DRUM και του Συνασπισμού, μια σύμμαχος ομάδα, αποτελούμενη κυρίως από λευκούς αλλά μεικτή, είχε βιβλιοπωλείο και λέσχη βιβλίου, κάπου διακόσια μέλη, και στήριζε όσα έκαναν ο Συνασπισμός και η DRUM. Δε συζητείται συχνά, αλλά ήταν εκεί.

Η DRUM ήταν μια εθνική μαύρη οργάνωση, αλλά η ηγεσία της δεν ήταν εθνικίστική, με τη στενή έννοια του διαχωρισμού. Κι όμως, ένα από τα προβλήματα που πάντα παρουσιάζονταν, ήταν τι να κάνουν με τους λευκούς που ήθελαν να τους βοηθήσουν. Η λύση ήταν ενδεικτική αυτών που μακροπρόθεσμα ήθελαν να επιτύχουν. 

Ένα προσωπικό παράδειγμα. Μαζί με τον Marvin Surkin πλησιάσαμε τους Watson, Cockrel και Hamlin, για να γράψουμε για όσα έκαναν, στο πλαίσιο ενός βιβλίου που κάναμε για την πολιτική στην καθημερινότητα – ή, ακόμη καλύτερα, να γράψουν οι ίδιοι ένα βιβλίο για όσα έκαναν. Μας απάντησαν ότι ήταν πολύ απασχολημένοι με την επανάσταση για να γράψουν οτιδήποτε σημαντικό, και μας ενθάρρυναν να το γράψουμε εμείς.  Απάντησα, “ένας έλληνας κι ένας εβραίος θα γράψουν για το κίνημα της μαύρης απελευθέρωσης;”. Δεν τους ένοιζε. Με εμπιστεύονταν γιατί είχα δουλέψει χρόνια με τον Watson και τον Cockrel, κι έφτανε που έφερνα εγώ το Surkin. Το μόνο που ζήτησαν ήταν να αναφέρουμε όσο μπορούμε τα λόγια των ίδιων αλλά και άλλων ακτιβιστών, αλλά είμασταν ελεύθεροι να γράψουμε και όποια ανεξάρτητη κριτική θέλαμε, αρκεί να ήταν στέρεα. Μας έδωσαν συνεντεύξεις και κείμενα οργανωτικού και αλληλογραφία.

Ο Συνασπισμός γύρισε την ταινία Finally Got the News, ώστε να προβληθεί σε όλη τη χώρα, εξηγώντας τις ιδέες του, ώστε οι εκπρόσωποί του να μη χρειάζεται να ταξιδεύουν παντού. Οι ηγέτες του εμφανίστηκαν ως παραγωγοί του φιλμ, ενώ οι κινηματογραφιστές που την έφτιαξαν ήταν λευκοί. Δεν τους ενδιέφερε να έχουν γραφεία έξω από την πόλη. Είχαν έναν πρακτικό κι έναν ιδεολογικό λόγο γι’ αυτό: είχαν λίγο προσωπικό, και το χρειάζονταν για να οργανώνουν στο Ντιτρόιτ. Και δεν είχαν τρόπο να μάθουν αν καποιοι άνθρωποι που ήθελαν να μπουν στην οργάνωση σε άλλες πόλεις ήταν τρελάρες, φραξιονιστές ή προβοκάτορες. Έλεγαν ότι αν οι άνθρωποι ήθελαν να μιμηθούν το Συνασπισμό, μπορούσαν να δουν την ταινία. Οι ντόπιοι ήξεραν πολύ καλύτερα τι προβλήματα είχαν στο Μπέρμινχαμ της Αλαμπάμας, στο Ρίτσμοντ της Καλιφόρνιας, στο Μαγουά του Νιού Τζέρσυ, πολύ καλύτερα από κάποιον περαστικό απ’ το Ντιτρόιτ. Οι ντόπιοι έπρεπε να φτιάξουν τη δική τους ατζέντα. Να αναδείξουν τη δική τους ηγεσία και βάση. Αν ενδυναμώνονταν κάποιες από αυτές τις ομάδες, μπορούσαν να βρεθούν με τους άλλους στο Κογκρέσο των Μαύρων Εργατών.

Ποιές ήταν οι αντιδράσεις της πόλης και της αστυνομίας, μετά την εξέγερση;

Μετά τη Μεγάλη Εξέγερση, η αστυνομία του Ντητρόιτ χειροτέρεψε. Δημιούργησαν μια ομάδα που την ονόμασαν STRESS (Stop The Robberies and Enjoy Safe Streets – Σταματείστε τις Ληστείες κι Απολαύστε Ασφαλείς Δρόμους). Η STRESS περιπολούσε με αυτοκίνητα τις μαύρες γειτονιές και επιδίδονταν σε θηριωδίες – είχαν υψηλά ποσοστά εκτελέσεων.  Ο Ken Cockrel υπερασπίστηκε κάποιους από τους ανθρώπους που κακοποιήθηκαν από την αστυνομία όπως και μερικούς από τους ριζοσπάστες που έγιναν εκδικητές το 1972. Στόχος τους ήταν να διώξουν με κάθε τρόπο τους εμπόρους ναρκωτικών από τις γειτονιές, γιατί η αστυνομία δεν έκανε τίποτε. Στο τέλος, κατέληξαν σε ένοπλη σύγκρουση με την αστυνομία, ήταν μια υπόθεση που πήρε πολύ δημοσιότητα. Αυτό το είδος ακτιβισμού δείχνει ξεκάθαρα πόσο αποφασισμένο ήταν το Ντιτρόιτ.

Οι δυνάμεις που προσπαθούσαν να φέρουν αυτό που αποκαλούσαν “νόμο και τάξη”|, δηλαδή λευκή εξουσία και αδικία, προσπαθούσαν να κερδίσουν τη δημαρχία, ώστε να μπορέσουν να επεκτείνουν τη δράση της STRESS. Απέναντί τους, το 1973, βρήκαν τον Coleman Young, που είχε τις ιδεολογικές του ρίζες στο κομμουνιστικό κίνημα της δεκαετίας του ’40. Είχε συγκρουστεί με το UAW για φυλετικά ζητήματα και δεν είχε ποτέ συνεργαστεί με την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών (σημ. Αντικομμουνιστική επιτροπή του κογκρέσου). Ο τσεκουράτος Young ήταν ένα μείγμα πολιτικής ικανότητας και εμπειρίας του δρόμου. Κέρδισε τις εκλογές κι έγινε ο πρώτος μαύρος δήμαρχος της πόλης. Στα πρώτα χρόνια μετά την εκλογή του, ο Young διόρθωσε κάποια πράγματα, αλλά με το χρόνο έγινε μέρος του διεφθαρμένου συστήματος, συμμαχώντας με την αυτοκινητοβιομηχανία.

Τι μας διδάσκει σήμερα η ιστορία εκείνου του αγώνα;

Από την αρχή, ο Συνασπισμός έλεγε ότι θα οργάνωνε τους εργάτες. Και, στο Ντητρόιτ, εργάτες σήμαινε αυτοκίνητα. Σε άλλα μέρη ίσως σήμαινε κάτι άλλο. Σήμερα, λόγου χάριν, έχουμε πολλούς εργάτες στον τομέα της φιλοξενίας. Η αρχή παραμένει η ίδια. Γιατί να οργανωθούν οι εργάτες; γιατί οι εργάτες μπορούν να αλλάξουν την κοινωνία. Αυτή ήταν η άποψη του συνασπισμού, και συμφωνώ μαζί της.

Αν οι εργάτες σταματήσουν να δουλεύουν, η κοινωνία σταματά. Ο John Watson το είπε ξεκάθαρα.  Είπε πως, δεν υπάρχουν αρκετοί μαύροι στις ΗΠΑ για να κάνουν επανάσταση, αλλά αν κάθε μαύρος εργάτης απεργούσε για μια μέρα, η χώρα ολόκληρη θα ακινητοποιούνταν. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τους λατινοαμερικάνους εργάτες, τις γυναίκες εργάτριες, και άλλα συστατικά της εργατικής τάξης. Ο τόπος εργασίας, το σημείο της παραγωγής, είναι εκεί που οι εργάτες έχουν την περισσότερη δύναμη. Μπορείς να πάς στα δικαστήρια να βρεις το δίκηο σου, αλλά είναι δύσκολο. Αν μπεις στην εκλογική πολιτική, μπορεί να κερδίσεις αλλά είναι ακόμη δυσκολότερο να κατορθώσεις κάτι. Αν σταματήσεις την παραγωγή, έχεις εξουσία στην οποία οι καπιταλιστές οφείλουν άμεσα να απαντήσουν. Ο Συνασπισμός δεν θεωρούσε τον εαυτό του ένωση θυμάτων, αλλά δύναμη επαναστατική που έλεγε “αυτή είναι η αλλαγή που θα φέρουμε”. Αν μιλάς στους ανθρώπους για τα χάλια που βλέπεις, θα σου απαντήσουν, σιγά τα νέα. Τι θα με κάνει να βγω έξω και να δώσω 24 ώρες από τη ζωή μου για να αλλάξει; Πιστεύω ότι αυτό παραμένει μια κρίσιμη πρόκληση για το κίνημα. Ναι, οι παρούσες αδικίες πρέπει να φύγουν από τη μέση, αλλά τι θα πάρει τη θέση τους; Αν και, η αγαπημένη μου συζήτηση για αυτό, είναι πως η αυτοματοποίηση στο σοσιαλισμό παύει να είναι πρόβλημα και γίνεται απελευθερωτική δύναμη που κόβει, το λογότερο, στο μισό, τις ώρες εργασίας, με πολύ μεγαλύτερη αμοιβή.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ:

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Socialist Worker και μεταφράστηκε για το the Press Project, με την άδεια του Dan Georgakas. To βιβλίο του Dan Georgakas “Το δικό μου Ντιτρόιτ, Μεγαλώνοντας ως Έλληνας και Αμερικανός στην αυτοκινητούπολη” κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις “Εκδόσεις των Συναδέλφων