Τα ξημερώματα της Τρίτης, 1ης Οκτωβρίου, μετά από εντολή της Υπηρεσίας Διαχείρισης και Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, ξεκινά η μερική διακοπή της λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ.
 
Νωρίτερα το Κογκρέσο δεν είχε κατορθώσει να ψηφίσει τον προϋπολογισμό για το νέο δημοσιονομικό έτος, που ξεκινούσε τις επόμενες μόλις ώρες.
 
Η πρώτη και πλέον απτή ένδειξη του shutdown υπήρξε η υποχρεωτική αργία περίπου 800.000 (εκ των 3,3 εκατ.) υπαλλήλων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και η αναστολή λειτουργίας πλήθους υπηρεσιών.
 
Πρόκειται για το δεύτερο «πραγματικό» shutdown στην πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ, μετά από εκείνο του χειμώνα του 1995-6, που είχε διαρκέσει συνολικά 28 μέρες (από 14 έως 19 Νοεμβρίου και εκ νέου από 16 Δεκεμβρίου έως 6 Ιανουαρίου). Οι αναφορές για τα πολυάριθμα shutdowns της αμερικανικής κυβέρνησης δεν είναι ψευδείς, ωστόσο, μια διακοπή λίγων ωρών δεν μπορεί να έχει επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
 
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις του Brian Kessler, οικονομολόγου της Moody's Analytics, το κόστος ενός shutdown διάρκειας 3 έως 4 εβδομάδων θα μπορούσε να αγγίξει τα 55 δισ. δολάρια. Οι αγορές έχουν κάθε λόγο να είναι ανήσυχες.


 

Πολιτικά παιχνίδια και εκβιασμοί
 
Αυτό που συμβαίνει την τελευταία εβδομάδα στις ΗΠΑ θυμίζει έντονα την κυβερνητική κρίση της Ιταλίας. Η αμερικάνικη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπως άλλωστε και η ιταλική Γερουσία, πάγωσε το κυβερνητικό έργο, με αιτιάσεις άσχετες προς τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις.
 
Εκβιάζοντας τους πολιτικούς τους αντιπάλους με ζητήματα που βρίσκονται ψηλά στη δική τους ατζέντα, κατέστησαν αδύνατη τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, και μάλιστα αναφορικά με εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα εν μέσω γενικευμένης κρίσης.  Άλλη μια σύμπτωση: τα δύο σώματα ελέγχονται από τις πλέον συντηρητικές δυνάμεις.
 
Το Κογκρέσο (Βουλή και Γερουσία) καλείτο να αποφασίσει και να ψηφίσει τον προϋπολογισμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για το νέο δημοσιονομικό  έτος, που επρόκειτο να ξεκινήσει την 1η Οκτώβρη.
 
Η ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικάνους Βουλή των Αντιπροσώπων όμως, ψήφισε σχέδιο το οποίο περιελάμβανε προσωρινό προϋπολογισμό έξι εβδομάδων, αλλά και παράλληλη αναβολή εφαρμογής για ένα χρόνο κομβικών ρυθμίσεων του μεταρρυθμιστικού προγράμματος ασφάλισης και περίθαλψης, γνωστού ως Obamacare. Η ελεγχόμενη από τους Δημοκρατικούς Γερουσία καταψήφισε το σχέδιο. 
 
Ο επικεφαλής της Γερουσίας, Harry Reid, δήλωσε πως το σώμα θα συνεχίσει να καταψηφίζει οποιοδήποτε σχέδιο περιλαμβάνει προβλέψεις που πλήττουν τις μεταρρυθμίσεις στην Υγεία και ο πρόεδρος της Βουλής, John Boehner, απάντησε πως η πλειοψηφία της Βουλής δεν θα εγκρίνει κανέναν προϋπολογισμό χωρίς παραχωρήσεις από την πλευρά των Δημοκρατικών.
 
Κάπως έτσι ήρθε και το shutdown.

Η μειοψηφία αποφασίζει
 
Η Βουλή των Αντιπροσώπων είναι ένα πολυπληθές σώμα, ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικάνους (240 έναντι 190 δημοκρατικών), και τουλάχιστον για την ώρα από το πλέον σκληροπυρηνικό κομμάτι αυτών, το λεγόμενο Κίνημα του Τσαγιού (Tea Party movement). 
 
Σύμφωνα με τον πολιτικό αναλυτή, Robert Costa, του συντηρητικού National Review, εκείνοι που επιδιώκουν να συνδέσουν τη ψήφιση του προϋπολογισμού με τις μεταρρυθμίσεις του Ομπάμα στο σύστημα Υγείας δεν ξεπερνούν τους 30 με 40. Υπάρχει όμως και μία ομάδα 50 έως 60 Γερουσιαστών που δέχονται έντονες πιέσεις τόσο από τους σκληροπυρηνικούς, όσο και από τις ομάδες συμφερόντων που τους στηρίζουν. Ο J. Boehner θέλοντας να διαφυλάξει την ενότητα των Ρεπουμπλικάνων επιμένει στον εκβιασμό.
 
Αναλύοντας τις συνθήκες που οδήγησαν στο shutdown, o Derek Thompson στο αμερικάνικο περιοδικό The Atlantic , αναφέρεται σε αυτή τη μικρή μειοψηφία που φέρεται να κινεί τα νήματα: Αυτή η ισχνή μειοψηφία, που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 10% του σώματος, δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να προχωρήσει το έργο της, εγείροντας ζητήματα περί της λειτουργίας της ίδιας της δημοκρατίας.
 
 
Η πλειοψηφία αγανακτεί,
αν και αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα του Obamacare 
 
Ο αμερικανικός λαός σύμφωνα και με τις πρώτες δημοσκοπήσεις δείχνει να διαφωνεί με  τη διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης, ενώ η πλειοψηφία  επιρρίπτει την ευθύνη για το shutdown στους Ρεπουμπλικάνους.
 
Σύμφωνα με δημοσκόπηση για λογαριασμό του CBS, το 72% των Αμερικανών δηλώνουν ότι διαφωνούν με το shutdown, ενώ αναφορικά με την ευθύνη, το 44% κατηγορεί του Ρεπουμπλικάνους και το 35% τον πρόεδρο Ομπάμα και τους Δημοκρατικούς. 
 
Οι Ρεπουμπλικάνοι εμφανίζονται διχασμένοι: το 48% συμφωνεί με το shutdown, ενώ το 49% διαφωνεί. Το 57% των υποστηρικτών του Κινήματος του Τσαγιού, που άλλωστε έκανε την εμφάνισή του στην κοινωνία ως ρεύμα ενάντια στις μεταρρυθμίσεις στην Υγεία, συμφωνούν με τη διακοπή της λειτουργίας της κυβέρνησης.
 
Tη δυσαρέσκεια του αμερικανικού λαού απέναντι στο Obamacare, την οποία επέτεινε και ο αντιδημοφιλής φόρος επί του ιατρικού εξοπλισμού (που χρηματοδοτεί το πρόγραμμα) φανερώνουν και τα αποτελέσματα έρευνας του CNN: μόλις ένα 17% πιστεύει ότι το Obamacare θα βοηθήσει πραγματικά. 
 
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, η απογοήτευση για τις μεταρρυθμίσεις στην Υγεία δεν ξεπερνά εκείνη του shutdown, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η λειτουργία του Obamacare δεν επηρεάζεται από τη διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης, καθώς χρηματοδοτείται από άλλους πόρους.
 
Ιδιαίτερες αντιδράσεις έχει προκαλέσει και το γεγονός ότι τόσο ο πρόεδρος όσο και οι βουλευτές και γερουσιαστές, σε αντίθεση με του 800.000 διοικητικούς υπαλλήλους, θα συνεχίσουν να πληρώνονται κανονικά.
 

Οι ευπαθείς ομάδες πλήττονται
 
Πέρα από το πολιτικό σκέλος της μερικής διακοπής λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ, και το οικονομικό σοκ που μπορεί να προκληθεί στις ΗΠΑ και σε τρίτες χώρες (σύμφωνα με τον πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας, κυρίως στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας), υπάρχουν και οι χιλιάδες των πολιτών, και μάλιστα τα μέλη των πλέον ευάλωτων ομάδων της αμερικανικής κοινωνίας που πλήττονται σοβαρά.
 
Τα προβλήματα που προκύπτουν, και ακόμη περισσότερο εκείνα που θα προκύψουν όσο το shutdown επιτείνεται, είναι αδύνατο να καταγραφούν στο σύνολό τους.
 
Μιλάμε για 800.000 διοικητικούς υπαλλήλους, που έχουν οδηγηθεί σε υποχρεωτική αργία,  και χιλιάδες άλλους επαγγελματίες που επηρεάζονται έμμεσα από το shutdown, για επιδόματα και βοηθήματα που πρόκειται να καθυστερήσουν, αλλά και για πλήθος υπηρεσιών που έχουν διακοπεί, χωρίς να είναι γνωστό το πότε θα τεθούν ξανά σε λειτουργία.
 
Το shutdown και η συνακόλουθη παροχή ρευστότητας σε κέντρα πρόληψης νοσημάτων, υπηρεσίες διανομής συμπληρωματικής τροφής, παροχής ψυχολογικής βοήθειας, και λοιπών υπηρεσιών υγείας και παιδείας έχουν ήδη προκαλέσει σημαντικές δυσκολίες σε μητέρες, παιδιά, ασθενείς και ηλικιωμένους.
 
…και τα πολιτικά παιχνίδια συνεχίζονται 
 
Παρατίθεται ένα μόνο παράδειγμα, χαρακτηριστικό της σημασίας των προβλημάτων που προκύπτουν, αλλά και των πολιτικών παιχνιδιών που παίζονται, ακόμη και όταν οι πλήττοντες  είναι σοβαρά πάσχοντες ενήλικες και παιδιά:
 
Το ΝΙΗ (National Institutes of Health), υπηρεσία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, είναι ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα Υγείας στον κόσμο, και για την ώρα παραμένει χωρίς χρηματοδότηση, υπολειτουργώντας.
 
Στο κέντρο αυτό εισάγονται καθημερινά παιδιά και ενήλικες με καρκίνο, οι οποίοι λαμβάνουν πειραματικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της νόσου, που διαφορετικά δεν είναι προσβάσιμες. Στο κέντρο προσέρχονται εβδομαδιαία 200 ασθενείς, οι οποίοι πλέον δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί.
Σε μία απόπειρα εντυπωσιασμού, οι Ρεπουμπλικάνοι ψήφισαν στη Βουλή των Αντιπροσώπων, μεταξύ άλλων νομοσχεδίων (αναφορικά με τα επιδόματα βετεράνων, τη λειτουργία των εθνικών πάρκων κ.α.), νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών του NIH. 
 
«Θα ήθελα να εγγυηθώ ότι οι άνθρωποι που υποφέρουν , επειδή δεν λαμβάνουν τη θεραπεία τους από το NIH, θα ανακουφιστούν αύριο», ανέφερε σε δήλωση του ο ρεπουμπλικάνος βουλευτής Eric Cantor. «Όσο για τους Δημοκρατικούς που λένε ότι παίζουμε πολιτικά παιχνίδια και δεν πρόκειται να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά – έχουμε πραγματικά κουραστεί να παίζουμε παιχνίδια».
 
Οι Δημοκρατικοί απέρριψαν αυτές τις πρωτοβουλίες, καλώντας τους Ρεπουμπλικάνους να αφήσουν την κυβέρνηση να λειτουργήσει ξανά.
 
Μετά την άρνηση των Δημοκρατικών και πριν ακόμη ψηφίσει η Βουλή, ο Ε. Cantor, έγραψε το παρακάτω tweet: