Το κόστος της συμμόρφωσης  μέχρι και 15,4 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με μελέτη του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για το Κλίμα που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο, οι πιο ρυπογόνες μονάδες πιθανότατα θα κλείσουν λόγω του υπέρογκου κόστους για τη συμμόρφωσή τους, αλλά και της αβεβαιότητας για το μέλλον του άνθρακα ως πηγή ενέργειας.
 
«Δεν θα έχουν όλες οι μονάδες τη βούληση, τη χρηματοδότηση ή ακόμα και την πρόσβαση στον εξοπλισμό που απαιτείται για τη μείωση των επιπέδων ρύπανσης. Οι επενδύσεις σε μονάδες που ήδη βρίσκονται στο περιθώριο, επειδή δεν ανταποκρίνονται στις κλιματικές δεσμεύσεις, απλά δεν έχουν νόημα», τόνισε ο Κρίστιαν Σάιμπλ, μέλος της ομάδας εργασίας που συνέβαλε στο σχεδιασμό των αναθεωρημένων κανόνων.
 
Σύμφωνα με μελέτη, που διεξήχθη την προηγούμενη βδομάδα, οι χώρες της ομάδας των G20 δαπανούν τεράστια ποσά για  υγειονομική περίθαλψη που οφείλεται στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Η έκθεση υποστηρίζει ότι τα δισεκατομμύρια που δίνονται σε επιδοτήσεις για τη χρήση ορυκτών καυσίμων μεταφράζονται σε τρισεκατομμύρια δαπανών για την υγεία.
 
Οι ΜΚΟ υποστηρίζουν ότι οι νέοι κανόνες θα μπορούσαν να σώσουν έως και 20.000 ζωές ετησίως, βάσει του γεγονότος πως η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να προκαλέσει πλήθος ασθενειών, που σχετίζονται με τους πνεύμονες και τις αναπνευστικές λοιμώξεις.
 
Το Φεβρουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε ότι οι νόμοι της Ε.Ε. για την ποιότητα του αέρα καταστρατηγούνται σε περισσότερες από 130 πόλεις των 23 από τα 28 κράτη – μέλη. Τον Απρίλιο, ο εκπρόσωπος Τύπου, Enrico Brivio, δήλωσε ότι «η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι η πρωταρχική περιβαλλοντική αιτία πρόωρου θανάτου στην ΕΕ».
 
Ωστόσο, οι νέοι κανόνες δεν αναγνωρίζονται διεθνώς, καθώς η Πολωνία, η Βουλγαρία, η Γερμανία και η Τσεχία, δηλαδή κράτη – μέλη που εξαρτώνται ενεργειακά από τον άνθρακα, αντιτάχθηκαν στις αλλαγές.