Το ζήτημα της ελληνικής επέκτασης της δανειακής σύμβασης τίθεται σε ψηφοφορία στη Μπούντεσταγκ την Παρασκευή. Αναφορές στις διαφωνίες ακόμα και εντός του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε σενάρια για τρίτο μνημόνιο, στον γερμανικό Τύπο
Παρά τη διαφαινόμενη υπερψήφιση από τους Χριστιανοδημοκράτες με ισχυρή πλειοψηφία, ίσως ακόμη και από την Linke, πληθαίνουν οι επιφυλάξεις ως προς το εγχείρημα.
Στη συζήτηση στη Μπούντεσταγκ, που ξεκινά στις 10 ώρα Ελλάδας, για τη γερμανική συνεισφορά στην ελληνική επέκταση, ο Β. Σόιμπλε αναμένεται, όπως όλες τις τελευταίες μέρες, να υπογραμμίσει πως η κίνηση συνοδεύεται υπό την αυστηρή προϋπόθεση τήρησης των δεσμεύσεων και την ανάγκη σταθερότητας στην Ευρωζώνη.
Πιθανό «ναι» από την Αριστερά
Περίπου 20 βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού αναμένεται να καταψηφίσουν ή να απέχουν -ανταρσία όμως που θα είναι εκ του ασφαλούς, καθώς η μεγάλη πλειονότητα του στρατοπέδου των Χριστιανοδημοκρατών (CDU και CSU) και σύσσωμη η ομάδα των συμπολιτευόμενων Σοσιαλδημοκρατών (SPD) θα υπερψηφίσουν. Επιπλέον, εκτός από τους Πράσινους (που μέχρι τώρα έχουν υπερψηφίσει τα ελληνικά πακέτα), δεν αποκλείεται αυτή τη φορά ακόμη και βουλευτές του κόμματος της Αριστεράς (Linke) να πουν το «ναι».
Παρά τη διαφαινόμενη μεγάλη επικράτηση του «ναι», ο γερμανικός Τύπος αντιμετωπίζει με πολλές επιφυλάξεις τον ζήτημα. Η Frankfurter Allgemeine Zeitung στο πρώτο της θέμα στην ιστοσελίδα της την Παρασκευή κάνει λόγο «για μεγάλο κίνδυνο από τη διαφαινόμενη πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ: Να την παρεξηγήσουν οι Έλληνες».
«Η υπομονή και η αλληλεγγύη των Γερμανών με την Ελλάδα πλησιάζει στο τέλος της» γράφει ο αρθρογράφος, σε κείμενο με τίτλο «δεν είναι ανεξάντλητη».
Οι γερμανοί βουλευτές, γράφει, «θα ψηφίσουν σφίγγοντας τα δόντια και τις γροθιές τους επειδή η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει πνίξει στην απαρχή της κάθε ελπίδα πως η Ελλάδα μπορεί να βρίσκεται στον δρόμο της βελτίωσης», λέγοντας πως η κυβέρνηση Τσίπρα «έχει καταφέρει μόνο να καταστρέψει την αξιοπιστία της στην ΕΕ, αλλά και στο εσωτερικό».
Η αποτυχία του ευρώ
Στο ερώτημα «αν οι γερμανοί πολιτικοί τα έχουν χάσει που θέλουν να ρίξουν λεφτά σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο», η εφημερίδα απαντά πως το ζήτημα είναι η αποτροπή «του εφιάλτη της αποτυχίας του ευρώ, που δεν θα ήταν αποτυχία μόνο του ενιαίου νομίσματος, αλλά συνολικά ενός μοναδικού εγχειρήματος», δηλαδή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ένα Grexit, υποστηρίζει, θα είχε τίμημα και ρίσκο που δεν έχει σταματήσει να ανησυχεί τους πολιτικούς στην Ευρώπη.
Από την πλευρά του, το Spiegel αφιερώνει σε δύο διαφορετικά σχόλια το πρωτοσέλιδό του. Στο πρώτο, με τίτλο «Έξω από τα χρέη», ο συντάκτης γράφει πως η επέκταση θα ψηφιστεί «και μάλλον το καλοκαίρι θα έρθει νέο πακέτο». «Έτσι, η ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στην Ελλάδα συνεχίζεται όπως τα τελευταία πέντε χρόνια και η νέα ελληνική κυβέρνηση πρέπει να υποχωρήσει, έστω και αν είχε διαφορετικές προθέσεις» γράφει.
Πιο έντιμο το κούρεμα
Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι «ίσως θα άξιζε να εξετάζει κανείς αν θα έπρεπε να γίνει κάτι άλλο» -και καταλήγει ότι αυτό θα ήταν «ένα κούρεμα, πράγμα πιο έντιμο». «Η νέα ελληνική κυβέρνηση μπορεί να μην είναι πολύ διπλωματική, όμως οι Τσίπρας και Βαρουφάκης έχουν δίκιο: Η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει να σώζεται με νέα δάνεια, και χρειάζεται κούρεμα μαζί με την ευκαιρία να μπορέσει να επιβιώσει με τις δικές της οικονομικές δυνάμεις», γράφει.
Στο δεύτερο σχόλιο του περιοδικού παρουσιάζεται άλλη οπτική. «Νέα βοήθεια στην Ελλάδα: JA! JA! JA!» γράφει το δεύτερο σχόλιο (αναφορά στην εκστρατεία του «NEIN» της Bild). To άρθρο γράφει πως «χρειαζόμαστε ισχυρό “JA” στο ευρώ, στην Ευρώπη και στην κληρονομιά του Χέλμουτ Κολ».
Εκεί, ο αρθρογράφος θυμάται την αρχή της Οδύσσειας: «Andra moi ennepe, Mousa, polytropon, hos mala polla» γράφει, λέγοντας πως «είναι καλό και για τους Έλληνες και για εμάς που βγάζουν και σήμερα τέτοιους “άνδρες πολύτροπους”, και ένας από αυτούς είναι ο Γ.Βαρουφάκης». «Από έναν τέτοιον κρέμεται το ευρωπαϊκό όραμα του Χέλμουτ Κολ» γράφει, λέγοντας πως ο έλληνας ΥΠΟΙΚ «πέρασε αρκετές θέσεις του: Ήθελε επέκταση, πήρε επέκταση, ήθελε να αποτινάξει το βάρος των μέτρων και τώρα η Ελλάδα μπορεί να επεξεργαστεί έναν κατάλογο μεταρρυθμίσεων, το πρωτογενές πλεόνασμα τίθεται υπό όρους που μειώνουν την πίεση στους Έλληνες».