Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης έκρινε προ ημερών ότι η ΕΚΤ υπερέβη τις εξουσίες της όταν αγόραζε έως 2 τρισ. ευρώ κρατικό χρέος την τελευταία 5ετία και έδωσε στην κεντρική τράπεζα περιθώριο τριών μηνών να αποδείξει ότι το γνωστό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) ήταν αναγκαίο και «αναλογικό», απειλώντας σε αντίθετη περίπτωση ακόμα και να εμποδίσει την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, να πραγματοποιήσει περαιτέρω αγορές περιουσιακών στοιχείων.

Σύμφωνα με πληροφορίες της Deutsche Welle απόφαση αφορά τo πρόγραμμα αγοράς κρατικού χρέους των χωρών της Ευρωζώνης της ΕΚΤ, άνω των 2,2 τρισ. ευρώ από το 2014, που ήταν αμφιλεγόμενο στη Γερμανία, με τους επικριτές του να υποστηρίζουν ότι η ΕΚΤ έχει υπερβεί την εντολή της, χρηματοδοτώντας παράνομα κυβερνήσεις και εκθέτοντας τους φορολογούμενους σε πιθανές ζημιές. Η απόφαση του δικαστηρίου της Καρλσρούης αναφέρει ότι η κυβέρνηση και η Βουλή της χώρας είχαν «καθήκον να πάρουν μέτρα κατά» του QE «στην τρέχουσα μορφή του».

H στάση του ανώτατου δικαστηρίου της Γερμανίας, ενδέχεται να ανοίξει το δρόμο για τη νομική αμφισβήτηση και του νέου προγράμματος των 750 δισ. που εξήγγειλε η ΕΚΤ (PEPP) για την στήριξη των οικονομιών της Ευρωζώνης εν μέσω πανδημίας. Παρότι δεν αναφέρεται και δεν αφορά στο PEPP το δικαστήριο σημειώνει ότι προηγούμενα ανάλογα προγράμματα αγοράς ομολόγων έγιναν αποδεκτά μόνο και μόνο επειδή είχαν τεθεί όρια- όρια που τώρα με το PEPP καταργούνται.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, Γκίντερ Κρίχμπαουμ  επέκρινε τις πολιτικές επιπτώσεις της απόφασης, λέγοντας πως το γεγονός ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο αμφισβήτησε προηγούμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου μπορεί να οδηγήσει στην «υπονόμευση της κοινότητας δικαίου» στην ΕΕ, αναφέροντας ότι αν και άλλα  εθνικά δικαστήρια βγάλουν παρόμοιες αποφάσεις αμφισβήτησης «τότε μπορούμε να φανταστούμε τι θα γίνει στην Πολωνία, την Ουγγαρία και άλλες χώρες στο μέλλον».

«Λογοδοτούμε μόνο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο»

Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, υπογράμμισε την Πέμπτη ότι «η ΕΚΤ λογοδοτεί μόνο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να στηρίξει την οικονομία της ευρωζώνης, χωρίς να πτοείται. Η ΕΚΤ  είναι ευρωπαϊκός θεσμός που λογοδοτεί μόνο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τελεί υπό τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της ΕΕ».

Ωστόσο, αναγνώρισε ότι οι ενστάσεις που έχει εκφράσει το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας έχουν κάποια βάση, λέγοντας ότι έχουν ληφθεί «κατ’ αναλογία» υπ’ όψιν κατά τη λήψη αποφάσεων από την ΕΚΤ, ενώ επισήμανε πως η Τράπεζα«χρησιμοποιεί ως εργαλεία τη βαθμονόμηση της αναλογικότητας, την αξιολόγηση, τις μετρήσεις. Και η τελική αξιολόγηση γίνεται με βάση αυτά που υπαγορεύουν οι περιστάσεις».

Υπέρ της ΕΚΤ Γαλλία και Ιταλία

Θέση υπέρ της ΕΚΤ και κατά της απόφασης του ανώτατου δικαστηρίου της Γερμανίας, πήραν η Γαλλία και η Ιταλία. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μπρούνο Λε Μερ, δήλωσε ότι η ΕΚΤ «λαμβάνει τις αποφάσεις της ανεξάρτητα και αποφασίζει για τους όρους άσκησης της εντολής της υπό την αποκλειστική εποπτεία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι ο θεματοφύλακας των Συνθηκών», προσθέτοντας ότι «η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Καρλσρούη δεν αποτελεί στοιχείο σταθερότητας». Γάλλος ΥΠΟΙΚ ανέφερε πως σημαντικό να υπενθυμίσουμε την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, η οποία είναι η μόνη που μπορεί να κρίνει τι είναι απαραίτητο όσον αφορά τη νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη». Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τσουσέπε Κόντε, δήλωσε χαρακτηριστικά «ότι δεν εναπόκειται σε κανένα συνταγματικό δικαστήριο να αποφασίσει τι μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει η ΕΚΤ»