Η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν θα στείλει την επιστολή που της ζητήθηκε, με σκοπό να διαβεβαιώσει τους εκπροσώπους των δανειστών για τον εφάπαξ χαρακτήρα των «παροχών Τσίπρα». Όπως ανέφεραν πηγές της κυβέρνησης, σκοπός είναι να γίνουν όλα από την αρχή, και θα περιμένει έγγραφο με τις ανησυχίες της Τρόικας προκειμένου να δώσει τις απαντήσεις της.
 
«Προκειμένου να μην παίζουμε το μπρος-πίσω, ζητήθηκε χθες στο Euro Working Group από τους θεσμούς, να μας τις στείλουν γραπτώς και με καθαρό τρόπο, ώστε να απαντήσουμε με αντίστοιχα καθαρό τρόπο» αναφέρουν παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών. Όπως διευκρίνιζαν, δεν έχει νόημα να στείλουμε επιστολή και να μας πουν οι θεσμοί ότι «δεν απαντάτε σε αυτό ή στο άλλο». Αυτές οι διευκρινίσεις περιμένουμε να μας αποσταλούν ίσως αύριο από τον ESM προσέθεταν.
 
Συνεπώς, η εμπλοκή των συζητήσεων μετά από δέκα και πλέον ημέρες διαπραγματεύσεων διαφαίνεται όλο και πιθανότερη, καθώς η κυβερνηση βρίσκεται εγκλωβισμένη μετά από δέκα ημέρες διαπραγματεύσεων, εμφανιζόμενη να μην έχει καταλάβει τις ακριβώς της ζητούν οι δανειστές.
 
Χαρακτηριστικό δείγμα της κατάστασης που διαμορφώνεται, η πορεία των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Την ώρα που οι κυβερνητικές πηγές «διαρρέουν» πως η ενεργοποίησή τους αναμένονται στις αρχές του νέου έτους, οι μεθοδεύσεις από την πλευρά του Β. Σόιμπλε για το πάγωμά τους μέχρι το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης εμφανίζονται ξεκάθαρες.
 
Παρόλα αυτά, όπως διευκρίνιζαν κυβερνητικοί κύκλοι την Τετάρτη, αναμένουν πως κάποιες από τις ερωτήσεις θα ζητάνε επιβεβαίωση αν είναι εφάπαξ η οικονομική ενίσχυση, αν ο ΦΠΑ θα ισχύσει μόνο για το 2017, αν διατηρούμε την δέσμευση για τήρηση του προγράμματος.
 
Στο μεταξύ, οι διαβουλεύσεις μεταξύ θεσμών και ελληνικών αρχών θα συνεχιστούν και την Πέμπτη, με ευρωπαϊκές πηγές να υποστηρίζουν πως «οδεύουμε προς μία λύση», και να αποκλείουν το ενδεχόμενο να χρειαστεί έκτακτο Eurogroup για την επίτευξη αυτής.
 

Παραμένουν αδιάλακτοι ΔΝΤ και Σόιμπλε

 
Παράλληλα, το ΔΝΤ συνεχίζει να εμφανίζεται ανυποχώρητο στις θέσεις του πως η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε μειώσεις των κύριων συντάξεων και του αφορολόγητου ορίου. Όπως επισημαίνεται, οι συντάξεις «διατηρούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα» και δεν επιτρέπουν τις παροχές στις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Για το αφορολόγητο υποστηρίζουν ότι ο συνολικός φορολογικός συντελεστής στην Ελλάδα είναι αντιπαραγωγικά υψηλός, λόγω του ότι πολλοί φορολογούμενοι εξαιρούνται του φόρου εισοδήματος.
 
Σχετικά με τις συντάξεις, το ΔΝΤ χαρακτηρίζει «πολύ γενναιόδωρο» το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα, συγκρίνοντας το με το γερμανικό. «Λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά με τα εισοδήματα όταν αξιολογούν τα συνταξιοδοτικά συστήματα, οι ειδικοί θα κοιτάξουν την αναλογία της μέσης πρώτης σύνταξης με τον μέσο μισθό στη συνταξιοδότηση. Αυτή η αναλογία είναι 81% στην Ελλάδα, σχεδόν διπλάσιος από τη Γερμανία (43%), δείχνοντας ένα πολύ γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα».
 
Ακόμη, επιμένουν οι πιέσεις, ακόμα και για νομοθετική (ή προεδρική) παρέμβαση, με σκοπό την ενεργοποίηση του κόφτη τον Απρίλιο, σε περίπτωση που τα τελικά στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα δεν επιβεβαιωθούν από εκείνα της Eurostat.
 
Σαφείς για τις προθέσεις του εμφανίστηκε και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών την Πέμπτη, τονίζοντας πως τα πράγματα, μετά τις εξαγγελίες Τσίπρα, πηγαίνουν «σε λάθος κατεύθυνση».
 
«Κατανόηση δεν σημαίνει ότι δέχεται χωρίς αντίρρηση τα πράγματα όταν πηγαίνουν προς τη λάθος κατεύθυνση. Το να δημιουργείς χρέη χωρίς όριο προκαλεί περισσότερα προβλήματα. Μερικοί ξεχνούν επίσης πως τα χρήματα δεν προέρχονται μόνο από τους Γερμανούς ή τους Γάλλους φορολογουμένους αλλά και από χώρες όπως η Λιθουανία και η Σλοβακία. Εκεί οι συντάξεις και τα επιδόματα είναι πολύ πιο χαμηλά από ότι σε χώρες που λαμβάνουν βοήθεια» δήλωσε σε συνέντευξή του στην γερμανική Die Zeit, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν θα βοηθούσε να έδειχνε η Γερμανία μεγαλύτερη κατανόηση για τις ανάγκες άλλων χωρών.