Η πρόθεση μάλιστα του υπουργού Δημόσιας Τάξης να τοποθετηθεί για την επίθεση στα γραφεία της ΝΔ εν μέσω της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου αποτέλεσε την αφορμή για προσωρινή αποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ από τη συζήτηση σε ένδειξη διαμαρτυρίας.

Είχαν προηγηθεί οι διαμαρτυρίες του κοινοβουλευτικού του εκπροσώπου Π. Λαφαζάνη, αλλά και του εκπροσώπου των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Τ. Κουίκ, για τα «ασφυκτικά» χρονικά περιθώρια συζήτησης του πολυνομοσχεδίου και τις παρεμβάσεις άλλων υπουργείων, οι οποίες σύμφωνα με τους ίδιους περιόριζαν τον χρόνο τοποθέτησης των βουλευτών.

Κατά την ομιλία του νωρίτερα στη  Ολομέλεια, ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Λυκουρέντζος, έκανε λόγο για πρακτικές βίας και διχασμού, απαντώντας στις αναφορές βουλευτών των κομμάτων της αντιπολίτευσης περί «κατάπτυστου νομοσχέδιου».

«Είναι αισχρή αναίδεια να αποκρύπτετε την αλήθεια», δήλωσε απευθυνόμενος στα έδρανα της αντιπολίτευσης ο υπουργός Υγείας και κατήγγειλε όσους θέλουν να κρατήσουν την Ελλάδα δέσμια και έχουν κάνει, όπως είπε, τρόπο άσκησης πολιτικής, στοιχεία όπως η βία, το μίσος, οι απειλές, οι προπηλακισμοί.

«Η Ελλάδα δεν μπορεί να επιστρέψει εκεί από όπου άλλοι λαοί δραπέτευσαν. Από όλα αυτά που χρέωσαν γενιές ολόκληρες και σήμερα δεν μπορείτε να καταθέσετε ένα επιχείρημα, με στόχο να κερδίσετε πρόσκαιρη επιρροή» τόνισε ο κ. Λυκουρέντζος και διερωτήθηκε αν αυτός ο ιδεολογικός εξοπλισμός είναι η συμβολή τους στην πατρίδα.

«Ούτε η κυβέρνηση Τσολάκογλου δεν έχει υπογράψει τέτοια επονείδιστα κείμενα, όπως αυτό που ψηφίζεται σήμερα», παρατήρησε από την πλευρά του ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων Πάνος Καμμένος, και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι υπογράφει την εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας, βάζοντας «το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της Ελλάδας».

Με εντολή της τρόικας, υπογράμμισε ο κ. Καμμένος, «επιχειρείται να νομιμοποιηθεί το παράνομο και αντισυνταγματικό Μνημόνιο 1, Μνημόνιο 2 και Μνημόνιο 3», αλλά ακόμα και αν ψηφιστεί σήμερα, διεμήνυσε, «δεν ισχύει, είναι άκυρο και δεν δεσμεύεται ο ελληνικός λαός να πληρωθούν οι πιστωτές, εισπράττοντας τα τοκογλυφικά επιτόκια που φόρτωσαν στις πλάτες του». «Για εμάς, αυτές οι διατάξεις δεν υπήρξαν ποτέ, γιατί είναι αντισυνταγματικές και το Σύνταγμα δεν καταλύεται, ξεκαθάρισε ο κ. Καμμένος.

Η αντιπαράθεση συνεχίστηκε και σε επίπεδο εισηγητών των κομμάτων. Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας Κώστας Σκρέκας τόνισε στην ομιλία του πως «η Ελλάδα, έχει αποτινάξει από πάνω της το πέπλο της αβεβαιότητας και μπορεί να θέτει αναπτυξιακούς στόχους και διαφορετικές πολιτικές». Επισήμανε ακόμη ότι «δεν χωρά καμία ολιγωρία» και ότι πρέπει να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι αποκρατικοποιήσεις που έπρεπε να είχαν γίνει από καιρό.

Ενστάσεις επί της διαδικασίας προέβαλαν και το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, χρεώνοντας στο υπουργείο Οικονομικών τη συμπερίληψη μη επειγουσών διατάξεων στο νομοσχέδιο.

«Βρισκόμαστε στα όρια της κοινοβουλευτικής λειτουργίας. Δεν έχουμε αντίρρηση να ψηφιστούν διατάξεις και ρυθμίσεις που αποτελούν δεσμεύσεις μας, αλλά δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε διατάξεις που δεν αποτελούν εκκρεμότητες συμβατικών υποχρεώσεων ή μνημονιακών δεσμεύσεων», δήλωσε ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ, Χρήστος Γκόγκας.

Αντίστοιχα, η εισηγήτρια της Δημοκρατικής Αριστεράς, Ασημίνα Ξηροτήρη, ζήτησε να παραμείνουν εκτός νομοσχεδίου, οι διατάξεις που αφορούν την αποκρατικοποίηση του ΟΣΕ και του Οργανισμού Διεξαγωγής Ιπποδρομιών, τα θέματα περιβάλλοντος, τη λειτουργία της διοίκησης, του ΕΣΠΑ, και των ΟΤΑ.
Εντονότερες ήταν οι ενστάσεις που διατύπωσαν οι εισηγητές των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

«Η κυβέρνηση επιβάλλει νεοφιλελεύθερες επιλογές μέσω συρρίκνωσης της Δημοκρατίας -με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και τις διαδικασίες του κατεπείγοντος, αλλά και με διατάξεις του νομοσχεδίου, όπως αυτή που προβλέπει το προαιρετικό τής συμμετοχής των επιχειρήσεων στα οικεία τους Επιμελητήρια», παρατήρησε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Ευκλείδης Τσακαλώτος.

 
«Το κάνετε, ώστε όταν επιστρέψει το εργατικό κίνημα, να μην υπάρχει κανείς να διαπραγματευτεί. Δεν θέλετε οργανωμένη συζήτηση στην κοινωνία», πρόσθεσε ο κ. Τσακαλώτος.
 
Αναφερόμενος στο Παρατηρητήριο που θα ελέγχει σε τρίμηνη βάση τους προϋπολογισμούς των ΟΤΑ, ο κ. Τσακαλώτος επισήμανε πως «στην ύφεση απαντάτε με περισσότερη ύφεση», ενώ για τις ιδιωτικοποιήσεις-τιτλοποιήσεις διέκρινε την πρόθεση της κυβέρνησης «να κάνει πακετάκια τις δημόσιες επιχειρήσεις, ώστε να πουλήσει τις πιο κερδοφόρες και να πετάξει τις άλλες».

Πιο σκληρή ήταν η κριτική που άσκησε αργότερα η Νάντια Βαλαβάνη (ΣΥΡΙΖΑ), η οποία παρατήρησε πως «νοσοκομεία, πανεπιστήμια, ΟΤΑ, παραχωρούνται στην Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου προς τιτλοποίηση». «Τιτλοποιούνται ακόμα και τα μελλοντικά περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου. Μετατρέπονται έτσι σε αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε διεθνείς αγορές- θυμηθείτε πως στις ΗΠΑ η αρχή της κρίσης έγινε με το σκάσιμο τέτοιων ομολόγων. Η δημόσια περιουσία μετατρέπεται σε αντικείμενο κερδοσκοπίας στις διεθνείς αγορές…» παρατήρησε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

«Κύριο στοιχείο του νομοσχεδίου είναι η παραίτηση του Δημοσίου από τις δικλείδες ασφαλείας του. Οι δανειστές θα μπορούν να κατάσχουν κάθε κινητή και ακίνητη δημόσια περιουσία του κράτους», υπογράμμισε με τη σειρά του ο εκπρόσωπος των Ανεξάρτητων Ελλήνων Νότης Μαριάς.
 
«Μέχρι σήμερα, επιτρέπεται η αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Δεν επιτρέπεται όμως για τα ακατάσχετα (ελληνικός χρυσός, ποσά για μισθοδοσία δημοσίων υπαλλήλων, ΕΣΠΑ, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, πολεμικά αεροσκάφη κλπ.). Η άρση της νομικής προστασίας τους γίνεται εδώ. Ξεκαθαρίστε νομικά: είναι δυνατόν να γίνει άρση των ακατάσχετων; Αφήνετε τη χώρα ακάλυπτη, για ένα χρέος άκυρο και επονείδιστο», κατηγόρησε την κυβέρνηση ο κ. Μαριάς.

«Το Δημόσιο παραιτείται από περιουσιακά του στοιχεία, αλλά όχι από την εθνική του κυριαρχία και τα κυριαρχικά του δικαιώματα», αντέτεινε η κ. Ξηροτήρη εκ μέρους της ΔΗΜΑΡ προσθέτοντας: «Η διαδικασία των αιτιάσεων θα γίνει σε δικαστήριο εκτός Ελλάδος, αλλά η αναγκαστική εκτέλεση θα γίνει στη χώρα που εκτελείται η σύμβαση, άρα βάσει του ελληνικού δικαίου. Ο Έλληνας δικαστής θα αποφασίσει τι είναι κατασχετέο και τι όχι. Και βεβαίως δεν είναι κατασχετέα η δημόσια περιουσία του Δημοσίου».