Η Κομισιόν αναφέρει ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ορίσει έναν αριθμό περιοχών που είναι ευάλωτες στη νιτρορρύπανση, και δεν έχει ακόμη θεσπίσει μέτρα για την αποτελεσματική καταπολέμηση της ρύπανσης από νιτρικές ενώσεις στις εν λόγω ζώνες, αν και η οδηγία για τη νιτρορρύπανση έχει τεθεί σε ισχύ πριν από 25 χρόνια.
 
 Η οδηγία του 1991 για τη νιτρορρύπανση αποτελεί μία από τις πρώτες νομοθετικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποβλέπουν στον περιορισμό της ρύπανσης και στη βελτίωση της ποιότητας του νερού.
 
Συγκεκριμμένα, η οδηγία αποβλέπει στην προστασία της ποιότητας του νερού σε ολόκληρη την Ευρώπη, αποτρέποντας τη ρύπανση των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων από νιτρικές ενώσεις που προέρχονται από γεωργικής φύσεως πηγές και προάγοντας τη χρήση καλών γεωργικών πρακτικών.
 
Ενώ το άζωτο αποτελεί ζωτικό θρεπτικό συστατικό που συμβάλλει στην ανάπτυξη των φυτών και καλλιεργειών, οι τυχόν υψηλές συγκεντρώσεις του είναι επιβλαβείς για τον άνθρωπο και τη φύση. Η γεωργική χρήση νιτρικών ενώσεων στα οργανικά και χημικά λιπάσματα αποτέλεσε μείζονα πηγή ρύπανσης του νερού στην Ευρώπη. 
 
Για πρώτη φορά, η κατανάλωση ανόργανων λιπασμάτων μειώθηκε σταδιακά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και σταθεροποιήθηκε την τελευταία τετραετία στην ΕΕ των 15, πλην όμως στο σύνολο των 27 κρατών μελών η κατανάλωση αζώτου αυξήθηκε κατά 6 %. Σε γενικές γραμμές, οι γεωργικές δραστηριότητες ευθύνονται για πάνω από το 50 % των συνολικών απορρίψεων αζώτου στα επιφανειακά ύδατα.