Σύμφωνα με την έκθεση, η ΤτΕ αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη εκτιμώντας ότι το ΑΕΠ της χώρας θ΄αυξηθεί φέτος μόνο κατά 1,9% έναντι πρόβλεψης 2,3% που ήταν η προγενέστερη πρόβλεψη. Παράλληλα, η ΤτΕ εκτιμά ότι το ΑΕΠ το 2018 αυξήθηκε κατά 1,9% έναντι 2,1% που ήταν η προηγούμενη εκτίμηση. Υπενθυμίζεται ότι ο κρατικός προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει ανάπτυξη 2,5%, ενώ η Κομισιόν στις χειμερινές προβλέψεις της έκανε λόγο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% φέτος.
 
Μεταξύ άλλων, στην έκθεση του, ο Γ. Στουρνάρας πιέζει για τη λήψη δραστικών μέτρων για τα εργασιακά, όπως η οικειοθελής παράταση του εργασιακού βίου, η επιβολή νέων φόρων στην κατανάλωση, την περιουσία και τις αποταμιεύσεις (παρότι σημειώνει πως είναι χαμηλές), καθώς και επιπλέον φορολογικές ελαφρύνσεις των νοικοκυριών με παιδιά. Ειδική μνεία κάνει ο κεντρικός τραπεζίτης και στην ανάγκη για την θέσπιση νέου φορολογικού και συνταξιοδοτικού μοντέλου.
 
Αρνητικός εμφανίζεται και για την πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς σημειώνει πως «σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του μέσου μισθού πρέπει να συμβαδίζει με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης από την επίπονη μεταρρυθμιστική προσπάθεια από το 2010 μέχρι σήμερα»
 
Μερικές από τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ είναι:
 

  • Η μόνιμη επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές με βιώσιμους όρους χρηματοδότησης.
  • Το υψηλό δημόσιο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, που αυξάνει το κόστος δανεισμού του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική.
  • Η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων για μια παρατεταμένη περίοδο (3,5% του ΑΕΠ ετησίως μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο την περίοδο 2023-2060).
  • Το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών που αποτελεί τροχοπέδη στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης.
  • Το υψηλό ποσοστό ανεργίας, ιδίως των νέων και των μακροχρόνια ανέργων, που δημιουργεί ανισότητες που απειλούν την κοινωνική συνοχή, απαξιώνει το ανθρώπινο κεφάλαιο, αποδυναμώνει κάθε κίνητρο για καλύτερης ποιότητας εκπαίδευση και εργασία και αυξάνει το κύμα εξερχόμενης μετανάστευσης.
  • Η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, με τάση μάλιστα υποχώρησης.
  • Ο αρνητικός ρυθμός μεταβολής των επενδύσεων σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη περικοπή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, δυσχεραίνοντας έτσι την επιτάχυνση της ανάπτυξης, αφού μειώνει τη συνολική ενεργό ζήτηση, αποδυναμώνει την ποιότητα των δημόσιων υποδομών και αυξάνει το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων.
  • Οι χαμηλές εγχώριες αποταμιεύσεις.
  • Η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης.
  • Η ποιότητα των θεσμών και ο σεβασμός στις ανεξάρτητες αρχές.
  • Οι δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις.
  • Ο αργός ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας.
  • Η κλιματική αλλαγή και η πρόκληση της βιώσιμης ανάπτυξης.

 
Διαβάστε αναλυτικά την έκθεση της ΤτΕ για το 2018: