Μιλώντας σε αποφοίτους του Stanford στην Αθήνα είπε ότι η ανάκαμψη στην ευρωζώνη παραμένει εύθραυστη, ενώ οι πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις και η προσφυγική κρίση έχουν δημιουργήσει αυξημένη αβεβαιότητα.

«Θέματα όπως η πιθανότητα ενός Brexit και οι διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των χωρών μελών αναφορικά με την τραπεζική ένωση, καθώς και η αργή πρόοδος στην δημιουργία κοινού μηχανισμού εγγύησης των καταθέσεων εμποδίζουν την περαιτέρω πρόοδο για τη διασφάλιση της αρχιτεκτονικής ενός χρηματοοικονομικού συστήματος κατάλληλου ώστε να διασφαλίζει την σταθερότητα».

Αναφερόμενος στην ελληνική οικονομία και το τραπεζικό σύστημα είπε ότι η επιτυχημένη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης οδηγούν στην εκ νέου αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ για τον δανεισμό των εγχωρίων τραπεζών, ενώ τα ελληνικά ομόλογα μπορεί να ενταχθούν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Καταρχήν, όπως ανέφερε, η επαναφορά της κατ΄εξαίρεση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (waiver) θα επιτρέψει ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου για άλλη μία φορά να γίνονται αποδεκτά ως εγγύηση στις πράξεις του Ευρωσυστήματος αναχρηματοδότησης.

Επιπροσθέτως, οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να συμμετάσχουν στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΚΤ για την παροχή μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΤLTRO).

Μείωση κόστους για τις τράπεζες

Οι εξελίξεις αυτές, όπως υπογράμμισε, θα μειώσουν σημαντικά το κόστος χρηματοδότησης για τις ελληνικές τράπεζες.

Παράλληλα, όπως συμπλήρωσε, εντός του τρέχοντος έτους, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα μπορούσαν, επίσης, να καταστούν επιλέξιμα για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) που εφαρμόζει η ΕΚΤ.

Εν κατακλείδι, ο Γ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι η πτώση των spreads για τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου (διαφορά απόδοσης μεταξύ ελληνικών-γερμανικών ομολόγων) θα επηρεάσει θετικά το τραπεζικό σύστημα, καθώς το κόστος δανεισμού για το Δημόσιο προσδιορίζει σε σημαντικό βαθμό τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες μπορούν να δανειστούν οι ίδιες και να δανείσουν εν συνεχεία την πελατεία τους.

«Ωστόσο, δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό. Το σύστημα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, καθώς το μακροοικονομικό περιβάλλον παραμένει εύθραυστό, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) παραμένουν σε ισχύ και η αγορά χαρακτηρίζεται από μεγάλη αστάθεια» διευκρίνισε.