«Όσον αφορά τη Ρωσία, μάς ενώνει μια στρατηγική συνεργασία μακράς διάρκειας και η συνεργασία αυτή θα αναπτυχθεί», δήλωσε στη «Φωνή της Ρωσίας» ο Τρουόνγκ Ταν Σανγκ.

«Για το λόγο αυτό επιλέγουμε τη Ρωσία για το Καμ Ραχν, με σκοπό την ανάπτυξη της στρατιωτικής συνεργασίας», πρόσθεσε ο βιετναμέζος πρόεδρος όταν αναφέρθηκε στο λιμάνι του νοτίου Βιετνάμ όπου η πρώην Σοβιετική Ένωση διέθετε ναυτική βάση.

«Αφότου η χώρα σας (η Ρωσία) τερμάτισε την εκεί στρατιωτική της παρουσία, το Βιετνάμ έθεσε πλήρως υπό τον έλεγχό του το Καμ Ραχν. Ουδεμία πρόθεση έχουμε να συνεργαστούμε με κάποια οποιαδήποτε χώρα για τη χρήση για στρατιωτικούς σκοπούς του λιμανιού του Καμ Ραχν» είπε ωστόσο ο Τρουόνγκ Ταν Σανγκ.

«Το Βιετνάμ είναι ο μόνος κυρίαρχος του εδάφους του. Το υπογραμμίζω για μια ακόμη φορά. Το Καμ Ραχν είναι βιετναμέζικο λιμάνι», πρόσθεσε στη συνέντευξη αυτή, αποσπάσματα της οποίας αναμεταδόθηκαν από τα ρωσικά ειδησεογραφικά πρακτορεία.

Η Ρωσία διεξάγει διαπραγματεύσεις για να ανοίξει εκ νέου στρατιωτικές εγκαταστάσεις στο Βιετνάμ και την Κούβα, δήλωσε από την πλευρά του ο αρχηγός του ρωσικού πολεμικού ναυτικού, ο υποναύαρχος Βίκτορ Τσιρκόφ, όπως μετέδωσε σήμερα το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων RIA Novosti.

«Συνεχίζουμε τις διαβουλεύσεις ώστε οι ναυτικές δυνάμεις της Ρωσίας να μπορούν να έχουν τη βάση τους εκτός των συνόρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας» απάντησε ο υψηλόβαθμος αξιωματικός ότι ρωτήθηκε για την πορεία των διαπραγματεύσεων που έχουν αρχίσει «εδώ και αρκετά χρόνια».

«Σε αυτό το πλαίσιο εργασίας σε διεθνές επίπεδο, εξετάζεται η δημιουργία σημείων υλικοτεχνικής στήριξης στην Κούβα, τις Σεϋχέλλες και το Βιετνάμ», πρόσθεσε ο Τσιρκόφ.

Η Ρωσία, υπό την προεδρία του Βλαντίμιρ Πούτιν, είχε ανακοινώσει το 2001 ότι αποχωρεί από τη ναυτική της βάση στον Κόλπο του Καμ Ραχν, την οποία είχε ενοικιάσει στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που είχε υπογραφεί το 1979 μεταξύ του Ανόι και της Σοβιετικής Ένωσης.

Είχε επίσης ανακοινώσει την αποχώρησή της από την Κούβα, όπου από την σοβιετική εποχή διατηρούσε σταθμό υποκλοπών στην περιοχή Λούρντες.

Η Μόσχα είχε αιτιολογήσει τότε τις αποφάσεις αυτές επικαλούμενη τα νέα παγκόσμια δεδομένα και την ανάγκη να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής.