Σύμφωνα με πληροφορίες του BBC, ο Ντ. Τραμπ έφτασε την Δευτέρα στη Σιγκαπούρη όπου την Τρίτη θα έχει συνάντηση με τον Κιμ Γιονγκ Ουν της Β. Κορέας. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ υποστήριξε ότι έχει «καλό προαίσθημα» σχετικά με την πρώτη συνάντηση ανάμεσα στους ηγέτες των δύο κρατών. Το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Β. Κορέας αναφέρει ότι ο Κιμ Γιονγκ Ουν θα προσπαθήσει να εγκαινιάσει μια «νέα εποχή» στις σχέσεις των δύο χωρών, ώστε «να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας εποχής».

Στόχος του Τραμπ στη συνάντηση με τον ομόλογο του της Β. Κορέας, είναι να τον πείσει να προχωρήσει στην αποπυρηνικοποίηση της χώρας τους, ώστε να πλησιάσει ακόμα περισσότερο το ενδεχόμενο ειρήνης στην κορεατική χερσόνησο. Υπενθυμίζεται ότι στις 27 Απριλίου ο Κιμ Γιονγκ Ουν συναντήθηκε με τον ηγέτη της Ν. Κορέας, Μουν Τζε-ιν, στη στρατιωτική γραμμή που χωρίζει στα δύο την κορεατική χερσόνησο, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή στις σχέσεις των δύο χωρών.

Οι διασφαλίσεις που ζητά η Β. Κορέα

Η Β. Κορέα θα προσέλθει στο τραπέζι της συζήτησης θέλοντας να ξεκαθαρίσει πως δεν προτίθεται να προχωρήσει σε αποπυρηνικοποίηση αν δεν λάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τις ΗΠΑ για την ασφάλεια της. Σε διαφορετική περίπτωση έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα υπάρξει καμία διαπραγμάτευση για το πυρηνικό της οπλοστάσιο. Την Δευτέρα το γραφείο του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, τόνισε πως οι ΗΠΑ σκοπεύουν να προσφέρουν στη Β. Κορέα «μοναδικές εγγυήσεις», ώστε να πειστεί πως ενδεχόμενη αποπυρηνικοποίηση «δεν θα έχει αρνητικά αποτελέσματα για αυτούς».

Ωστόσο, όπως αναφέρει το δημοσίευμα επικαλούμενο αναλυτές, δεν αναμένεται να υπάρξει κάποια μεγάλη απόφαση για τις σχέσεις των δύο χωρών και το πρόγραμμα πυρηνικών της Πιονγκγιάνγκ την Τρίτη. Αναμένουν μετά τη συνάντηση να γίνει λόγος για καλή συνάντηση και πρόοδο στις συνομιλίες και στη συνέχεια να αναλάβουν την υπόθεση τα επιτελεία των διπλωματών. Άλλωστε και ο Τραμπ έχει κάνει λόγο για «μια συνάντηση γνωριμίας» που έχει ως στόχο «την πρόοδο στις σχέσεις τους». Σημειώνεται ότι στη Σιγκαπούρη βρίσκονται περισσότεροι από 3.000 δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο, προκειμένου να καλύψουν τη συνάντηση.