Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian, το Σάββατο αστυνομικές δυνάμεις στο Πόρτλαντ συγκρούστηκαν με ομάδες αντιφασιστών και προχώρησαν σε δώδεκα συλλήψεις λόγω της αντισυγκέντρωσης που είχε πραγματοποιηθεί κόντρα στην κινητοποίηση της ακροδεξιάς ομάδας «Proud Boys».

Αν και αρχικά οι ακροδεξιοί περίμεναν χιλιάδες πολίτες να ανταποκριθούν στο κάλεσμα τους, κατάφεραν να συγκεντρώσουν περίπου 1.000 άτομα, μερικά εκ των οποίων οπλοφορούσαν. Διαμαρτύρονταν για την «εγχώρια τρομοκρατία» των αντιφασιστών στο Πόρτλαντ, ενώ τάχθηκαν υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ.

Η κυβερνήτης της πολιτείας του Όρεγκον, Κέιτ Μπράουν, έθεσε από το πρωί του Σαββάτου το Πόρτλαντ σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αν και επιχείρησε να τηρήσει γραμμή ίσων αποστάσεων ανάμεσα στις ομάδες των ακροδεξιών και τους αντιφασίστες.

«Πρόκειται για μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή. Έχουμε δει τι συμβάνει όταν αυτόκλητοι τιμωροί παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους. Το είδαμε στο Σάρλοτσβιλ, το είδαμε στην Κενόσα και δυστυχώς το έχουμε δει και στο Πόρτλαντ. Ομάδες όπως τα “περήφανα αγόρια” έχουν έρθει πολλές φορές αναζητώντας συγκρούσεις και τα αποτελέσματα ήταν τραγικά. Δεν πρόκειται να ανεχθούμε κανενός είδους βία αυτό το Σαββατοκύριακο. Είτε προέρχεται από τη Δεξιά, την Αριστερά ή το Κέντρο, η βία δεν είναι αποδεκτή και δεν αποτελεί τρόπο να λύσουμε τα προβλήματα».

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο δήμαρχος του Πόρτλαντ, Τεντ Γουίλερ, ήταν πιο αιχμηρός απέναντι στους ακροδεξιούς κατά την τοποθέτηση του, λέγοντας πως «οι νόμοι στο Όρεγκον απαγορεύουν τη δράση παραστρατιωτικών οργανώσεων. Η ένδυση και ο τρόπος που φέρονται μας κάνει να πιστεύουμε ότι δρουν ως μια τέτοια ομάδα». Υπενθυμίζεται ότι στις 22 Αυγούστου ομάδες ακροδεξιών είχαν επιτεθεί κατά αριστερών διαδηλωτών, ενώ μέλος των «Περήφανων Αγοριών» είχε σπάσει χέρι δημοσιογράφου με γκλοπ.