του Μιχάλη Γιαννεσκή
Εικόνα: EDEN PROJECT

Το έγκυρο ιατρικό περιοδικό Lancet δημοσίευσε στις 19 Οκτωβρίου μια ογκώδη έκθεση για τις επιπτώσεις της μόλυνσης του περιβάλλοντος, σύμφωνα με την οποία 16% των πρόωρων θανάτων στον κόσμο (9 εκατομμύρια το 2015) οφείλονται στην μόλυνση των υδάτων, του εδάφους και του αέρα. Ο αριθμός αυτός είναι 15 φορές μεγαλύτερος από τον αριθμό των νεκρών των πολέμων και της βίας.

Οι επιστήμονες που έγραψαν  την έκθεση τονίζουν ότι ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων της μόλυνσης είναι σίγουρα πολύ μεγαλύτερος, διότι καθημερινά ανακαλύπτονται νέα στοιχεία για τις επιπτώσεις χημικών ουσιών που σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με την παραγωγή και τη χρήση πλαστικών.

Η ανασκόπηση προσφάτων ερευνών που ακολουθεί υποδεικνύει ότι όντως τα αόρατα μικροσκοπικά σωματίδια που προκύπτουν από τη διάσπαση διαφόρων πλαστικών και περνούν στην τροφική αλυσίδα είναι επιβλαβή για το περιβάλλον και την υγεία.

Οι αόρατες υδάτινες «χωματερές»

Οι ωκεανοί περιέχουν πάνω από 5 τρις. κομμάτια πλαστικών, τα οποία προέρχονται κυρίως από απορρίμματα και διασπώνται συνεχώς σε μικρότερα σωματίδια. Ενδεικτικά, το 96% των πλαστικών τεμαχίων που συγκεντρώθηκαν σε μια δειγματοληψία των υδάτων του βόρειου Ατλαντικού ήταν μικροσκοπικές ίνες. Επιπλέον, μικροσκοπικοί πλαστικοί κόκκοι που χρησιμοποιούνται σε πολλά προϊόντα όπως σαπούνια, οδοντόκρεμες, ακόμα και σε σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων, επίσης καταλήγουν στις θάλασσες.

Η διάσπαση των πλαστικών επιδεινώνει τις επιπτώσεις τους για την υγεία. Όσο μικρότερο είναι ένα σωματίδιο, τόσο πιο εύκολα απορροφάται από έναν οργανισμό και διεισδύει στην τροφική αλυσίδα και στους ανθρώπινους ιστούς. Ταυτόχρονα, η επικάθιση ρύπων στην επιφάνεια των πλαστικών αυξάνεται σημαντικά όταν αυτά διασπώνται σε μικρότερα κομμάτια. Όταν ένα κόκκος πλαστικού διασπάται σε μικροσκοπικά σωματίδια, η συνολική επιφάνεια των σωματιδίων είναι χιλιάδες φορές μεγαλύτερη από την αρχική.

Τα μικροσωματίδια δεν εντοπίζονται εύκολα, όπως τα μεγάλα, ορατά, τεμάχια πλαστικού. Παραμένουν αόρατα, αλλά καταναλώνονται από πλαγκτόν, ψάρια και άλλα ζώα, απορροφώνται από διάφορους οργανισμούς και καταλήγουν στην τροφική αλυσίδα.

Τα πλαστικά στην τροφική αλυσίδα

Το πόσιμο νερό σε πολλές χώρες περιέχει σωματίδια πλαστικού. Εκτενείς αναλύσεις νερού της βρύσης ανά τον κόσμο αποκάλυψαν ότι 83% των δειγμάτων περιείχαν πλαστικές ίνες. Μικροσκοπικά σωματίδια πλαστικών έχουν επίσης εντοπιστεί σε θαλασσινό αλάτι και σε οστρακοειδή. Πολλά ψάρια καταπίνουν τα σωματίδια νομίζοντας ότι είναι πλαγκτόν: τεμάχια πλαστικού έχουν εντοπιστεί σε εντόσθια και ιστούς ψαριών και πουλιών. Τα πλαστικά απορροφούν ρύπους οι οποίοι διαδίδονται στο περιβάλλον και μεταφέρονται σε ψάρια και πουλιά.Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στα τρόφιμα και το νερό, αλλά επεκτείνεται και στην ατμόσφαιρα. Ίνες από μπογιές, συνθετικά ρούχα και ρόδες αυτοκινήτων (που αποσπούνται με την τριβή και κάθε σπινάρισμα στον δρόμο) αιωρούνται στον αέρα. Τα σωματίδια αυτά είναι «ιδανικού» μεγέθους για να εισέλθουν στο αναπνευστικό σύστημα: έχουν παρόμοια διάμετρο με τα φάρμακα που εισπνέονται για τη θεραπεία ασθματικών παθήσεων.

Πολλά από τα μικροσωματίδια, ίνες και χημικές ουσίες που καταλήγουν στους ανθρώπινους ιστούς έχουν επανειλημμένα εντοπιστεί στον εγκέφαλο, στους μύες, στο γάλα, στο αίμα, και σε διάφορα άλλα μέρη του σώματος. Τέτοια σωματίδια και ουσίες διεισδύουν κυρίως μέσω του πεπτικού και του αναπνευστικού συστήματος, αλλά και μέσω του δέρματος. Το ερώτημα πλέον είναι πόσο επηρεάζουν την υγεία τα πλαστικά σωματίδια που αποδεδειγμένα υπάρχουν σε ουσίες που τρώμε, πίνουμε ή αγγίζουμε. Μερικές από τις πιο καθοριστικές απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα έχουν δοθεί από έρευνες της τοξικότητας ορισμένων πλαστικών συσκευασιών.

Οι πλαστικές συσκευασίες

Επιβλαβείς ουσίες προέρχονται επίσης από διάφορα πλαστικά που χρησιμοποιούνται στις συσκευασίες τροφίμων. Επιπλέον, παρότι αυτές οι συσκευασίες είναι χρήσιμες για τη συντήρηση και μεταφορά των τροφίμων, σύμφωνα με τον καθηγητή του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν Joseph Hotchkiss, αυξάνουν το κόστος ενός τροφίμου κατά περίπου 50%.

Ορισμένες από τις ουσίες που περιέχουν τα περιτυλίγματα τροφίμων έχουν συσχετιστεί με την αύξηση των περιπτώσεων παχυσαρκίας και διαβήτη. Χημικές ουσίες που προέρχονται από τη χρήση πλαστικών έχουν συσχετιστεί με τη μείωση της γονιμότητας των ανδρών, σύμφωνα με έρευνες του Δανού καθηγητή Niels Jørgensen. Ίχνη ενός επιβλαβούς συστατικού συσκευασίας βρέθηκαν το 2005 στο γάλα για βρέφη της εταιρείας Nestlé. Οι περισσότερες πλαστικές φλάντζες στα πώματα γυάλινων δοχείων περιέχουν χημικά που περνάνε απευθείας στα τρόφιμα. Διάφορες άλλες επιβλαβείς συνέπειες από τη χρήση πλαστικών έχουν εντοπιστεί, μερικές φορές εντελώς τυχαία: η καθηγήτρια Patricia Hunt του πανεπιστημίου Washington State παρατήρησε ότι όταν πλαστικό παρόμοιο με αυτό που χρησιμοποιείται για μπουκάλες γάλακτος βρεφών πλυθεί με ένα απορρυπαντικό, παράγονται τοξικές ουσίες. Λόγω της ανακάλυψης της, η χρήση του εν λόγω πλαστικού απαγορεύτηκε στις ΗΠΑ το 2012. 

Οι αντιδράσεις των βιομηχανιών

Οι βιομηχανίες τροφίμων αναγκάζονται να ανασχεδιάσουν τις συσκευασίες τους όταν αποκαλυφθεί ότι έχουν επιπτώσεις για την υγεία, γιατί κινδυνεύουν άμεσα οι πωλήσεις και τα κέρδη τους. Για παράδειγμα, η Nestlé ανακάλεσε όλα τα σχετικά προϊόντα στην περίπτωση που προαναφέρθηκε και απαγόρευσε τη χρήση του επιβλαβούς συστατικού στις συσκευασίες της.

Η τακτική που ακολουθούν οι βιομηχανίες πλαστικών είναι πολύ διαφορετική. Όταν ο συσχετισμός πλαστικών με τη μείωση γονιμότητας αναφέρθηκε σε πρωτοσέλιδο άρθρο των Times του Λονδίνου το 2015, η Βρετανική Ομοσπονδία Πλαστικών έσπευσε να αμφισβητήσει την εμπειρογνωσία του καθηγητή που είχε κάνει τις έρευνες, παρότι μια εκτενής ανασκόπηση σχετικών ενδοκρινολογικών ερευνών επιβεβαιώνει τα συμπεράσματά του. Οι περισσότερες βιομηχανίες δεν αποκαλύπτουν τα ακριβή συστατικά των προϊόντων τους, επικαλούμενες εμπορικούς λόγους. Μερικές αποκρύπτουν εσκεμμένα τις επιβλαβείς ιδιότητες των προϊόντων τους: ο Ιταλός δικηγόρος Felice Casson απεκάλυψε σε δικαστήριο και περιγράφει στο βιβλίο του «Το εργοστάσιο δηλητηρίων» τη μυστική συμφωνία πολλών βιομηχανιών πλαστικών να αποσιωπήσουν το γεγονός ότι το χλωριούχο πολυβινύλιο (PVC) είναι καρκινογενές.

Οι βιομηχανίες επικαλούνται τις ευρωπαϊκές και κρατικές προδιαγραφές για τον περιορισμό επιβλαβών ουσιών για να υποστηρίξουν ότι τα προϊόντα τους είναι ασφαλή. Ωστόσο, δεν υπάρχουν προδιαγραφές για πολλές από τις ουσίες που χρησιμοποιούνται (κάτι που είναι βέβαια αδύνατο για όσες παραμένουν κρυφές), ούτε επιστημονική συναίνεση για τα επιτρεπτά όρια, τα οποία εξάλλου υπερβαίνονται σε ορισμένες περιπτώσεις.

Ο εθισμός στη χρήση πλαστικών και τα βιομηχανικά λόμπι

Καθότι έχουμε μεγαλώσει σε μια κοινωνία γεμάτη από πλαστικά, έχουμε εθιστεί στη χρήση τους, θεωρώντας ότι είναι χημικά αδρανή και ασφαλή. Το ντοκιμαντέρ του Werner Boote «Πλαστικός Πλανήτης» δείχνει πόσο μεγάλη είναι η εξάρτηση της ανθρωπότητας από τα πλαστικά και ότι πολλά από αυτά δεν είναι αδρανή, αλλά διασπώνται σταδιακά και μερικά συστατικά τους παραμένουν τοξικά για εκατοντάδες χρόνια. Όπως εξηγεί στο ντοκιμαντέρ ο ειδικός σε θέματα γενετικής και περιβαλλοντικής ιατρικής Klaus Rhomberg, «καλό» (αδρανές) πλαστικό είναι αυτό που δεν μυρίζει.

Παρότι οι επιστήμονες μπορούν σήμερα να ανιχνεύσουν τις επιπτώσεις των περισσοτέρων σωματιδίων για την υγεία, κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμοί και βιομηχανίες παραμένουν αδρανείς, ενώ αυτά συσσωρεύονται στην τροφική αλυσίδα και γίνονται αναπόσπαστο μέρος της. Η αδράνειά τους δεν δικαιολογείται, καθώς υπάρχουν αναμφισβήτητες αποδείξεις ότι ορισμένα πλαστικά είναι βλαβερά. Επιπλέον, το κόστος του περιορισμού της μόλυνσης του περιβάλλοντος είναι μακροπρόθεσμα μικρότερο από το κόστος αντιμετώπισης των επιπτώσεών της. Για παράδειγμα, λόγω των νομοθετικών μέτρων που λήφθηκαν στην Βρετανία το 1956 και στις ΗΠΑ το 1970, οι ατμοσφαιρικοί ρύποι στα δύο κράτη έχουν μειωθεί κατά περίπου 70%, ενώ το ΑΕΠ τους έχει σχεδόν τριπλασιαστεί. Σήμερα, παρόμοια μέτρα για τον έλεγχο της μόλυνσης θα μείωναν σημαντικά όχι μόνο τις επιπτώσεις της, αλλά και το οικονομικό κόστος της, που έχει υπολογιστεί σε 4,6 τρις. δολάρια ετησίως, περίπου 6% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Μη τοξικά προϊόντα που μπορούν να αντικαταστήσουν τα πλαστικά έχουν ήδη εντοπιστεί, όπως ίνες που κατασκευάζονται από τις πρωτεΐνες των ιστών της αράχνης και μικροσωματίδια από κυτταρίνη. Ωστόσο, τα δύο κύρια εμπόδια για την ανάπτυξη νέων, μη επιβλαβών, υλικών και την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων και περιορισμών των πλαστικών είναι ο παγκόσμιος εθισμός στη χρήση τους και τα λόμπι που ασκούν πιέσεις για να διασφαλίσουν οι βιομηχανίες τα κέρδη τους (όπως στην Βρετανία, στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, και αλλού).

Παρότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ απαγόρευσε το 2015 την παραγωγή σαπουνιών και κοσμητικών που περιέχουν πλαστικά μικροσωματίδια, και η βρετανική κυβέρνηση σκοπεύει να κάνει το ίδιο, εκατοντάδες χιλιάδες άλλα προϊόντα που παράγονται ανά τον κόσμο δεν υπόκεινται σε περιορισμούς. Χωρίς πολύ πιο εκτενείς νομοθετικούς φραγμούς στη χρήση των πλαστικών, ο αριθμός των πρόωρων θανάτων λόγω της μόλυνσης που θα υπολογιστεί στην επομένη έκθεση του Lancet θα είναι αναμφίβολα πολύ μεγαλύτερος.