του Μηνά Κωνσταντίνου

Το 2016 έφερε πολλά δεινά. Η κορύφωση της αιματοχυσίας στη Συρία, η εκλογή του Τραμπ, η βαθιά απάνθρωπη αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης από πολλές χώρες, και μία σειρά πληγές ανοιχτές. Όμως πάντα οι άνθρωποι, ακόμα και μετά από μεγάλες καταστροφές, έβρισκαν τον τρόπο να συνεχίζουν. Να προχωρούν. Ένας από τους κυριότερους τρόπους που οι άνθρωποι καταφέρνουν να φύγουν μπροστά είναι η τέχνη, με το πιο διαδεδομένο είδος τέχνης, αυτό που παραδοσιακά καταφέρνει να παρεισφρήσει ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές των ανθρώπων, συλλογικά και ατομικά, είναι το τραγούδι. Η μουσική. Και η μουσική έχει πολλούς καλούς λόγους να θέλει να ξεχάσει το 2016.

Οι απώλειες που σημείωσε ο χώρος της μουσικής το έτος που πέρασε είναι αρκετές για να φτιάξουν από μόνες τους ένα μικρό hall of fame. Σίγουρα, ο ρόλος των social media στην αίσθηση αυτής της τεράστιας απώλειας που επέφερε ο χαμός τόσο πολλών καλλιτεχνών είναι σημαντικός, καθώς οδεύουμε με γοργά βήματα σε μία εποχή που η ταχύτητα και η μεγέθυνση της πληροφορίας δεν έχουν προηγούμενο.

Όμως ένας άλλος, εξίσου σημαντικός, παράγοντας είναι πως πολλοί από αυτούς που έφυγαν είναι οι ίδιοι οι εκπρόσωποι μιας ολόκληρης γενιάς ή τάσης που σφράγισε τις περασμένες δεκαετίες.

Όπως εύλογα καταλαβαίνει κανείς, αρκετοί από εκείνους που έφυγαν την περασμένη χρονιά θα χρειάζονταν έναν τόμο για να καλυφθούν τα σημεία-ορόσημα στην καριέρα τους. Πολλώ δε μάλλον, σε ένα αφιέρωμα που προσπαθεί να περιλάβει όλους αυτούς.

Γι’ αυτό και η προσπάθεια επικεντρώνεται σε μία… περίτεχνη Playlist, τραγουδιών και στιγμών στην καριέρα μερικών από αυτούς, που συζητήθηκαν, έδωσαν διάφορες αφορμές ή απλώς έμειναν στην ιστορία.

David Bowie

Ο David Bowie ήταν ένας από τους καλλιτέχνες που πραγματικά όσα κι αν ειπωθούν φαντάζουν εκκωφαντικά λίγα. Επιχειρώντας κανείς να αναψηλαφήσει τα τραγούδια-σταθμούς στην καριέρα του καλλιτέχνη, δεν θα μπορούσε να προσπεράσει το Space Oddity.
 
Η εποχή (1969) ήταν αυτή του ψυχρού πολέμου και των ταξιδιών στο φεγγάρι, ωστόσο όπως ο ίδιος εξήγησε μετά από χρόνια, το τραγούδι δεν είχε καμία σχέση με το γεγονός της προσσελήνωσης. Αντιθέτως, όπως δήλωσε, το εμπνεύστηκε παρακολουθώντας την ταινία του Stanley Cubric, 2001: A Space Oddity, την οποία βρήκε φανταστική. Την είδε αρκετές φορές, όπως δήλωσε σε συνέντευξή του, και ήταν σαν αποκάλυψη για εκείνον. Ακολούθως ήρθε και το τραγούδι.
 

 
Για ένα άλλο τραγούδι με τεράστια απήχηση, το Heroes, ο ίδιος, επίσης χρόνια αργότερα, ομολόγησε πως αναφερόταν στον έρωτα του φίλου του και παραγωγού Tony Visconti και μίας κοπέλας. Eκείνο όμως που αξίζει να σημειωθεί είναι τα λόγια που χρησιμοποιεί για τη συναυλία που έδωσε το 1987 στο Bερολίνο, τραγουδώντας αυτό το τραγούδι, το οποίο για χρόνια θεωρούνταν πως αφορά τον έρωτα ενός ζευγαριού στις δύο μεριές του τείχους.
 

 
«Δεν έχω κάνει κάτι άλλο σαν αυτό στη ζωή μου και υποθέτω πως δεν θα κάνω ξανά. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν μία από τις πιο συναισθηματικές παραστάσεις που έχω δώσει, ξέσπασα σε λυγμούς. Μάλιστα, μπορούσαμε να ακούσουμε από την άλλη μεριά του τείχους πως βρίσκονταν μερικοί ανατολικοβερολινέζοι και μας άκουγαν, χωρίς να γνωρίζουμε πόσοι ήταν. Έτσι, δώσαμε ουσιαστικά μία διπλή συναυλία, με το τείχος να είναι το διαχωριστικό μας. Και τους ακούσαμε να τραγουδούν και να φωνάζουν από την άλλη πλευρά, θεέ μου, ακόμα και τώρα ανατριχιάζω. Μου ράγισε την καρδιά» δήλωσε σχετικά, χρόνια μετά το γεγονός.
 
Ένας από τους πολλούς χαρακτήρες που ξεπήδησαν από μέσα από τον David Bowie στα χρόνια της καριέρας του ήταν ο Ziggy Stardust. Ο χαρακτήρας που εμπνεύστηκε ο καλλιτέχνης με τη βοήθεια της συζύγου του Άντζελα. Το όνομα του χαρακτήρα ήταν εμπνευσμένο από έναν μουσικό της δεκαετίας του ’60, του Legendary Stardust Cowboy. Ο Iggy Pop, ο Lou Reed, ο Marc Bolan, ο Gene Vincent και ο Jimi Hendrix ήταν πιθανότατα μερικές από τις επιρροές του Ziggy.
 
Ωστόσο, ο μόνος χαρακτήρας που, όπως παραδέχτηκε ο Bowie, αποτέλεσε επιρροή για την περσόνα του, ήταν ένας εγγλέζος τραγουδιστής του ’60, ο Vince Taylor, που απογείωσε τον όρο «rockstar-περσόνα», αποκαλώντας τον εαυτό του Mateus και περιγράφοντας τον ως τον «γιο του θεού».
 

 
Με τον Ziggy κυκλοφόρησε το άλμπουμ The Rise And Fall of Ziggy Stardust And The Spiders From Mars, το οποίο και ψηφίστηκε ως «το πιο γκέι άλμπουμ όλων των εποχών». Ο Bowie χρησιμοποίησε την περσόνα του Ziggy για περίπου έναν χρόνο, ωστόσο μετά από χρόνια ομολόγησε πως το άλτερ έγκο του «δεν με άφηνε ήσυχο για χρόνια. Τότε ήταν πού ξεκίνησαν όλα να χειροτερεύουν. Ολόκληρη η προσωπικότητά μου επηρεάστηκε, έγινε κάτι πραγματικά πολύ επικίνδυνο. Είχα αμφιβολίες σχετικά με τη λογική μου» δήλωσε σχετικά.
 
The man who sold the world (1970)
 
Last night I saw upon the stair
A little man who wasn’t there
He wasn’t there again today
Oh, how I wish he’d go away…
 

 
Μιλώντας τον Ιανουάριο του 1997 στο ραδιόφωνο του BBC, ο Bowie δήλωσε για το The man who sold the world πως έγραψε αυτό το τραγούδι ψάχνοντας τον εαυτό του. «Ίσως τώρα που αισθάνομαι πιο άνετα με τον τρόπο που ζω, τη ζωή μου, την ψυχική και την πνευματική μου κατάσταση… Όποια κι αν είναι (η κατάστασή μου), ίσως αισθάνομαι ότι πλέον υπάρχει κάποιο είδος ενότητας (μέσα του)».
 
«Αυτό το τραγούδι ήταν για μένα πάντα παραδειγματικό για το πώς αισθάνεσαι όταν είσαι νέος, όταν ξέρεις πως υπάρχει ένα κομμάτι του εαυτού σου που δεν έχεις ανακαλύψει ακόμη» πρόσθεσε λίγο αργότερα.
 
«Είναι αναγκαία αυτή η αναζήτηση, αυτή η μεγάλη ανάγκη να ανακαλύψει κανείς ποιος πραγματικά είναι» συμπλήρωσε για το τραγούδι που χρόνια μετά θα τραγουδούσε, μεταξύ άλλων, ο Curt Cobaine των Νιρβάνα το 1993, αλλά και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες.
 
Τρία χρόνια μετά το Space Oddity ήρθε το Starman (1972), παίρνοντας επίσης τον τίτλο του ορόσημου στην καριέρα του μεγάλου μουσικού.
 
Στους στίχους του συναντά κανείς και πάλι τον Ziggy Stardust, που στέλνει μήνυμα χαράς στη νεολαία. Σύμφωνα με τον Bowie στο Περιοδικό Rolling Stone το 1973, ο Ziggy δεν είναι ο Stardust, αλλά μάλλον ο αγγελιοφόρος του Starman επί της γης, σε αντίθεση με την μέχρι τότε πεποίθηση πως ο Ziggy είναι κάποιος εξωγήινος.
 

 
Το τραγούδι μπήκε γρήγορα στο Top of the Pops του '72, καθώς και στα βρετανικά charts για περισσότερες από δέκα εβδομάδες σε υψηλές θέσεις. Παράλληλα, η λίστα Billboard Hot 100 συμπεριέλαβε το ίδιο έτος το τραγούδι, ενώ χρόνια αργότερα, το 1999, το Q Magazine το συμπεριέλαβε στα 100 σπουδαιότερα τραγούδια όλων των εποχών, κατόπιν ψηφοφορίας του κοινού.
 
Ένας ακόμα καρπός της ιδιόμορφης αυτής σχέσης του Bowie με τον Ziggy Stardust, το Rebel Rebel το 1974, είχε αρχικά γραφτεί για κάποιο μιούζικαλ με πρωταγωνιστή τον δεύτερο, που τελικά δεν ανέβηκε ποτέ.
 
Εκείνο που εύκολα έκανε το τραγούδι να ξεχωρίσει είναι το πως οι στίχοι “παίζουν” με τα φύλα, μπερδεύοντας το αρσενικό με το θηλυκό. «You got your mother in a whirl / She's not sure if you're a boy or a girl».
 

 
Το κοινό αγκάλιασε το τραγούδι, που έφτασε στο νο. 5 στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και στο νο. 64 των ΗΠΑ. Ο Bowie επανέφερε το τραγούδι το '90 για τις ανάγκες της περιοδείας του, Hours, ηχογραφώντας το ξανά το 1999, καθώς και το 2003.
 
Blackstar (2015)
 
Για το κύκνειο άσμα του, ο Bowie είχε προετοιμαστεί πολύ πριν έρθει η ώρα. Όταν ήταν η ώρα να φύγει, ο ομώνυμος δίσκος του κυκλοφόρησε, κάνοντας τεράστια επιτυχία. Το Blackstar ήρθε ως επιστέγασμα μίας μυθικής καριέρας, πολυδιάστατης και… διαγαλαξιακής.
 
Το τραγούδι προτάθηκε για καλύτερο ροκ τραγούδι και εκτέλεση στα Grammy της περασμένης χρονιάς, ενώ το βίντεο έλαβε την πρώτη θέση στο MTV, ως το καλύτερο βιντεοκλίπ της χρονιάς.
 

 
Στο δεκάλεπτο βιντεοκλίπ του Blackstar απεικονίζεται μια γυναίκα με ουρά, που ανακαλύπτει το νεκρό σώμα ενός αστροναύτη. Η γυναίκα παίρνει το κρανίο του σε μια αρχαία πόλη, καθώς τα οστά του επιπλέουν προς μια έκλειψη, ενώ ένας κύκλος μοιάζει να εκτελεί κάποιο τελετουργικό με το κρανίο του στο κέντρο της πόλης. Τίποτα λιγότερο από όσα θα περίμενε κανείς από τον τελευταίο δίσκο της καριέρας του.
 
Παρόλα αυτά, όπως αποκάλυψε ο σκηνοθέτης  του έτερου «αντίο» του Bowie, του Lazarus,που μέσα σε ένα χρόνο σημείωσε 40 εκατ. προβολές μόνο στο youtube, ο τραγουδιστής δεν γνώριζε πως επίκειται ο θάνατός του. Μπορεί στο βίντεο του τραγουδιού να «παίζει» με τον θάνατο, όμως σύμφωνα με τον Johan Renck, αυτός δεν ήταν ο τρόπος του να τον υποδεχτεί. Μάλιστα, στο ντοκιμαντέρ «David Bowie: The Last Five Years» υποστηρίζει πως μέχρι τις τελευταίες εβδομάδες του, ο Bowie έκανε σχέδια για το μέλλον.
 

 

Leonard Cohen

Ένα από τα τραγούδια του Cohen το οποίο έχει συγκινήσει τους περισσότερους οπαδούς του και μη, χωρίς αμφιβολία, είναι το εξαίρετο Hallelujah. Την αρχική εκδοχή του τραγουδιού ακολούθησαν πολλές άλλες. 

Η αυθεντική εκδοχή του στο άλμπουμ περιέχει αρκετές βιβλικές αναφορές, όπως της ιστορίας του Σαμψών και της Δαλιδά. Από τη στιγμή που ο Cohen το έγραψε και το τραγούδησε, το τραγούδι ακολούθησε τη δική του πορεία.  Όπως ανέφερε ο Καναδός τραγουδιστής KD Lang σε μία συνέντευξή του μετά το θάνατο του Cohen, το τραγούδι θεωρείται πως αναφέρεται «στην πάλη μεταξύ ανθρώπινης επιθυμίας και της αναζήτησης για πνευματική σοφία». Το τραγούδι βρίσκεται παγιδευμένο μεταξύ των δύο αυτών τόπων.

Ένα ακόμη στοιχείο, γενικώς άγνωστο στο ευρύ κοινό, είναι πως η αρχική εκδοχή του τραγουδιού αριθμούσε 80 στροφές. Κάποτε, ο ίδιος φέρεται να έχει εκμυστηρευτεί στον Bob Dylan ότι του πήρε δύο χρόνια να ολοκληρώσει το τραγούδι. Περισσότερες από 100 εκδοχές του τραγουδιού έχουν ηχογραφηθεί, ενώ η πλήρης εκδοχή του τραγουδιού μετράει μόλις δεκαπέντε στροφές.  Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως ο Cohen εισέπραξε περίπου ένα εκατομμύριο λίρες μόνο από τα δικαιώματα του τραγουδιού επί των πωλήσεων των singles από τη σειρά talent show X-Factor, ενώ στις αρχές του 2000 το τραγούδι γνώρισε επίσης μεγάλη απήχηση, μεταξύ άλλων στο soundtrack του παιδικού Shrek.

Για τις πολλές εκδοχές του τραγουδιού, ο ίδιος δήλωσε κάποτε πώς το ίδιο το νόημά του εξηγεί για ποιους λόγους υπάρχουν πολλά είδη από Hallelujah και πως όλα, και τα πλήρη, τα τέλεια και τα «σπασμένα» έχουν ίση αξία.

Το 1984 έγραψε το Dance Me to the End of Love, που σήμερα θεωρείται για πολλούς ένα από τα πιο ερωτικά και εμβληματικά τραγούδια, ενώ φέρεται να έχει τις ρίζες του στον ρυθμό του ελληνικού χασάπικου. Ο Cohen, προφανώς επηρεασμένος από την ελληνική μουσική, αφού πέρασε πολλά χρόνια του στην Ελλάδα και την Ύδρα, χάρισε στο κοινό ένα πανέμορφο τραγούδι. Μοιραία το τραγούδι αυτό έχει επίσης ερμηνευτεί από πολλούς καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Cohen, το τραγούδι το εμπνεύστηκε από το Ολοκαύτωμα.

«Dance Me στο End Of Love… Είναι περίεργο πως ξεκινάει ένα τραγούδι, επειδή η ρίζα του τραγουδιού, όπως κάθε τραγουδιού, έχει ένα είδος σπόρου, που κάποιος ή ο κόσμος σου παραδίδει, και αυτό είναι που κάνει την όλη διαδικασία του να γράψεις ένα τραγούδι τόσο μυστηριώδη» είχε δηλώσει σε μία του συνέντευξη.

«Αλλά ήρθε απλώς ακούγοντας, ή διαβάζοντας, ή γνωρίζοντας για τα στρατόπεδα του θανάτου, δίπλα σε κρεματόρια, σε ορισμένα από τα στρατόπεδα του θανάτου, ένα κουαρτέτο εγχόρδων πιέστηκε για να παίξει, ενώ αυτός ο τρόμος βρισκόταν σε εξέλιξη. Εκείνοι οι άνθρωποι έζησαν εξίσου τη φρίκη, αφού έπρεπε να παίζουν κλασσική μουσική, ενώ οι συγκρατούμενοί τους σκοτώνονταν ή βασανίζονταν. Έτσι, η μουσική, “Dance me to your beauty with a burning violin”, εννοώντας την ομορφιά εκεί που υπάρχει η ολοκλήρωση της ζωής, το τέλος της ύπαρξης και το στοιχείo του πάθους σε αυτή την ολοκλήρωση» συμπληρώνει τότε, για να εξηγήσει αμέσως μετά:

«Όμως αυτή είναι  η ίδια γλώσσα που χρησιμοποιούμε για να παραδοθούμε στον έρωτα, οπότε για το τραγούδι δεν έχει πλέον σημασία να γνωρίζεις τη γέννησή του, επειδή η γλώσσα έρχεται από εκείνη την παθιασμένη πηγή και είναι σε θέση να αγκαλιάσει κάθε πάθος» καταλήγει μαγεύοντας με την απλότητά του.

Το Everybody knows (1988) μπορεί να χαρακτηρίζεται ως το πιο απαισιόδοξο τραγούδι του, ωστόσο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα εγχειρίδιο της ζωής, της ωμής αντιμετώπισης της πραγματικότητας και βαθιά πολιτικό. Με αναφορές για το πώς λειτουργεί το σύστημα, οι σχέσεις, το ζήτημα της θρησκείας, το AIDS και άλλα κοινωνικά προβλήματα.

Everybody knows that the dice are loaded
Everybody rolls with their fingers crossed
Everybody knows the war is over
Everybody knows the good guys lost
Everybody knows the fight was fixed
The poor stay poor, the rich get rich
That's how it goes
Everybody knows

Εκτός όμως από τις καταπληκτικές μουσικές και τη βραχνή και μυστηριώδη φωνή του, που σε βυθίζει μεμιάς σε σκοτεινές περιπλανήσεις, ο Leonard Cohen υπήρξε επίσης σπουδαίος ποιητής και μυθιστοριογράφος. Στην Ελλάδα κυκλοφορούν 5 βιβλία του: τρεις ποιητικές συλλογές και δύο μυθιστορήματα.

George Michael

Με πατέρα εστιάτορα από την Κύπρο και μητέρα Αγγλίδα χορεύτρια, ο George Michael ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες ο πιο δημοφιλής Κύπριος στον κόσμο. Το 2004, η Ακαδημία Ραδιοφώνου ανακοίνωσε ότι ήταν ο καλλιτέχνης του οποίου τα έργα παίχτηκαν περισσότερο στο βρετανικό ραδιόφωνο την περίοδο 1984-2004, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως ο πρώτος σόλο δίσκος του μετά την επιτυχία των Wham!, Faith, που κυκλοφόρησε το 1987, έχει πουλήσει περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Ο George Michael κατάφερε να φτάσει πολλές φορές στην κορυφή των βρετανικών τσαρτ, ενώ σκαρφάλωσε και 8 φορές στο Billboard Hot 100 των ΗΠΑ.
 
Το τραγούδι του Freedom 90, ήταν το πέρασμα του Michael από την εποχή των Wham! στη μετέπειτα-σόλο εποχή του, επινοώντας τον νέο του εαυτό. Το τραγούδι θεωρείται «το συντομότερο τραγούδι εξήμισι λεπτών στην ιστορία της ποπ μουσικής», γιατί όλοι αισθάνονται τη δυναμική του όταν το ακούσουν, παρά τη μεγάλη του διάρκεια.
 

 
Εξάλλου, στο τραγούδι Everything She Wants, εν έτει 1984, δηλαδή αρκετά πριν επισήμως «βγει από την ντουλάπα» και δηλώσει δημοσίως πως είναι ομοφυλόφιλος, ο ίδιος δεν διστάζει να κάνει λόγο για τη θέληση και την αδυναμία του να κάνει ευτυχισμένη τη γυναίκα σύντροφό του, αλλά και για την απουσία συναισθημάτων προς αυτήν. Σε έναν στίχο του, τραγουδάει «my god, I don't even think i love you» (θεέ μου, δε νομίζω καν πως σ’ αγαπώ). Επιβεβαιώνοντας έτσι, τρόπον τινά, τη συνέπεια του, έστω και εκ των υστέρων.
 
«Θέλω να δηλώσω πως δεν έχω πρόβλημα να γνωρίζουν οι άνθρωποι πως αυτή την περίοδο είμαι σε σχέση με έναν άντρα, δεν νιώθω καμία ντροπή. Νιώθω ηλίθιος, απερίσκεπτος και αδύναμος επιτρέποντας στη σεξουαλικότητά μου να εκτεθεί με τέτοιο τρόπο, αλλά όπως και να χει, δεν νιώθω καμία ντροπή» δήλωσε τον Απρίλιο του 1998 στο CNN.
 

 
Λίγους μήνες αργότερα, θα δήλωνε στο Usa Today πως μπορεί να μοιάζει πως μόλις αποκαλύφθηκε, αλλά «έχω αποκαλυφθεί στο τελευταίο μου άλμπουμ, έδωσα συνεντεύξεις όπου μίλησα για τα πάντα, εκτός από αυτές τις τρεις λέξεις που ήθελαν όλοι να ακούσουν. Προσπαθούσα να διατηρήσω την ιδιωτική ζωή και την αξιοπρέπειά μου χωρίς ψέματα» αναφορικά με τον τρόπο που τα media διαχειρίστηκαν την προσωπική του ζωή και τις σεξουαλικές του επιλογές.
 
Το Careless Whisper είναι ένα τραγούδι του που, τουλάχιστον όσοι είμαστε πάνω από 35 ετών, σίγουρα θα έχουμε χορέψει έστω για μία φορά, στα αξέχαστα… μπλουζ της εφηβικής μας ζωής. Το τραγούδι που έγραψε ο Michael μαζί με το ντουέτο του, Andrew Ridgeley, έγινε πολύ γρήγορα μεγάλη επιτυχία.

Μάλιστα, χτύπησε την κορυφή στα chart 25 χωρών, καθώς και αυτήν του Billboard's των ΗΠΑ. Ωστόσο, σύμφωνα με τον δημιουργό του, ποτέ δεν σήμαινε κάτι για τον ίδιο. Το 1991, ο  Michael δήλωσε σε συνέντευξή του πως «το τραγούδι δεν σήμαινε τίποτα, τότε, σε σχέση με την συναισθηματική μου κατάσταση. Με απογοητεύει όταν μπορεί να γράψω ένα τραγούδι, λυρικό μα επιπόλαιο -και μάλιστα όχι ιδιαίτερα λυρικό- και αυτό μετά να μπορεί να σημαίνει τόσα πολλά για τόσους πολλούς ανθρώπους. Κάτι τέτοιο προσγειώνει έναν δημιουργό» δήλωσε, δηλώνοντας λυπημένος (!) για τη μεγάλη του επιτυχία.

Prince

Τραγουδώντας το Purple Rain, ο Prince κατάφερε να φτάσει γρήγορα στην κορυφή των charts. Εξηγώντας το νόημα του τραγουδιού, είπε τότε πως «όταν υπάρχει αίμα στον ουρανό υπάρχει κόκκινο και μπλε, δηλαδή μωβ, η βροχή αναπαριστά το τέλος του πολέμου, και το να είσαι με αυτούς που αγαπάς και να αφήνεις την πίστη/θεό να σε οδηγεί μέσα από την βροχή».
 
Πολλοί λένε μάλιστα πώς, ό,τι ήταν το θρίλερ για τον Michael Jackson, ήταν το Purple Rain για τον Prince.
 

 
Εκτός από τα τραγούδια του Prince που έστειλαν τον ίδιο στην κορυφή, αξίζει να σημειωθεί πως αρκετά τραγούδια του έγιναν επιτυχίες από άλλους καλλιτέχνες στους οποίους τα παραχώρησε.

Από τους Art of Noise και τον Tom Jones, το τραγούδι «Kiss» το 1988, από την Sinead O'Connor, το «Nothing Compares 2 U» (1990) καθώς και το τραγούδι «Manic Mondey», από τους the Bangles το 1986.

Paul Kantner

Ο Kantner θεωρείται ο πατέρας του ψυχεδελικού ήχου των Jefferson Airplanes που μετέπειτα μετονομάστηκαν σε Jefferson Starship. Σε αυτόν οφείλουμε τα ταξίδια που χαρίζουν δεκαετίες μετά οι ήχοι του σπουδαίου αυτού συγκροτήματος. Η συμμετοχή του στο συγκρότημα μας χάρισε τραγούδια όπως το Somebody to love και το White Rabbit.

Ένα από τα τραγούδια που έγραψε ο Kantner μαζί με τον Marty Balin για τους Jefferson Airplanes ήταν το Volunteers, ένα single του συγκροτήματος το 1969 για να προωθήσουν το ομώνυμο άλμπουμ.

Σύμφωνα με την ιστορία, ένα πρωινό ο Marty ξύπνησε από το θόρυβο ενός φορτηγού που τύχαινε να έχει ζωγραφισμένο από τη μία του πλευρά το λογότυπο των Volunteers of America. Έτσι ο Marty ξεκίνησε να γράφει τους στίχους και ακολούθως ζήτησε από τον Paul να τον βοηθήσει με τη μουσική. Οι Volunteers of America  είναι μία θρησκευτική μη κερδοσκοπική οργάνωση, που παρέχει στέγαση και άλλες υπηρεσίες σε χαμηλόμισθους των Hνωμένων Πολιτειών. Μάλιστα, το 2010 η οργάνωση κατάφερνε να εξυπηρετήσει περί τα 2 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, μεταξύ αυτών αστέγους βετεράνους, παιδιά και οικογένειες ατόμων με κινητικές ή άλλες δυσκολίες, πρώην χρήστες και φυλακισμένους.

Στον ίδιο δίσκο, Volunteers, ο Kantner θα γράψει το We can be together. Το τραγούδι, συνεπές στον τίτλο του δίσκου, επιχειρεί να μεταφέρει τα μηνύματα για εθελοντισμό και προσφορά στο σύνολο.

Στο τελευταίο κομμάτι του άλμπουμ, τα μέλη του συγκροτήματος θα δηλώσουν «we are volunteers of America» (είμαστε όλοι εθελοντές της Αμερικής), πιστοί στο συναδελφικό και αντιπολεμικό κλίμα της εποχής.

Ένα ακόμη βαθιά αντιπολεμικό τραγούδι, το Wooden Ships, χρωστάει την ύπαρξή του (και) στον Kantner. Μαζί με τον David Crosby και τον Stephen Stills, έγραψαν ένα τραγούδι που περιγράφει τις συνέπειες ενός πολέμου που συνοδεύεται από πυρηνική αποκάλυψη.

Η εποχή είναι αυτή του πολέμου στο Βιετνάμ, όπου Αμερική και Σοβιετική Ένωση βρίσκονται βαθιά χωμένες στον Ψυχρό Πόλεμο. Στους στίχους του τραγουδιού μπορεί κανείς να διακρίνει τη φρίκη που αντιμετωπίζουν οι επιζώντες ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος, μετά την πλήρη καταστροφή των δύο αντιπάλων.

Στους στίχους του, το συγκρότημα αναρωτιέται «ποιος τελικά κέρδισε», σε ένα τραγούδι που σαν ξύλινα καράβια, των οποίων το ξύλο δεν κινδυνεύει από την ραδιενέργεια των μετάλλων, κουβαλούν τους επιζώντες μακριά από τις μολυσμένες ακτές από τη ραδιενέργεια:

Black sails knifing through the pitchblende night
Away from the radioactive landmass madness
From the silver-suited people searching out
Uncontaminated food and shelter on the shores
No glowing metal on our ship of wood only
Free happy crazy people naked in the universe

Ο Paul Kantner είχε δηλώσει πως, «εάν μπορείς να θυμηθείς οτιδήποτε σχετικά με τη δεκαετία του εξήντα, τότε δεν ήσουν πραγματικά εκεί». Μία ακόμη φημισμένη αποστροφή του κιθαρίστα των Jefferson είναι πως «νομίζω ότι οι μη χριστιανοί που προσπαθούν να είναι καλοί άνθρωποι είναι πιθανότατα καλύτεροι χριστιανοί από τους χριστιανούς».

Sharon Jones

Η Sharon Jones είναι μία τραγουδίστρια που άργησε να την ανακαλύψει το ευρύ κοινό, αφού κατέκτησε ουσιαστική απήχηση μετά το 2000. Ίσως και να άργησε… μία εποχή, καθώς η παρουσία και η μουσική της θυμίζουν παλιούς ήχους. Πολλά κομμάτια της, δύσκολα μπορεί κάποιο αυτί να διακρίνει πως έχουν ως ημερομηνία δημιουργίας εντός της περασμένης δεκαετίας.
Ένα στοιχείο που κέντρισε, και ακόμα κεντρίζει, το ενδιαφέρον των ακροατών, είναι η ατμόσφαιρα της μουσικής της στους τρεις δίσκους που έκανε με τους The Dap-Kings. Κατάφεραν, εν έτει 2000 να αναβιώσουν έναν ήχο που βρισκόταν μερικές δεκαετίες πίσω.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το τραγούδι τους 100 Days, 100 Nights.
Σύμφωνα με το συγκρότημα, το τραγούδι αναφέρεται στον χρόνο που χρειάζεται η καρδιά ενός άνδρα «για να ανοιχτεί». Ακούγοντας ωστόσο το τραγούδι και παρακολουθώντας το βιντεοκλίπ, εύκολα κανείς ταξιδεύει στη δεκαετία του '60. Αξίζει να σημειωθεί πως για τα γυρίσματα, που έγιναν το 2007, όταν και βγήκε ο δίσκος, αγοράστηκαν από το ebay δύο παλιές κάμερες των 50 δολαρίων, κάτι που γίνεται εμφανές στο αποτέλεσμα.

Το τραγούδι της Stranger To My Happiness γράφτηκε και ηχογραφήθηκε λίγο πριν η Jones διαγνωστεί με καρκίνο στο πάγκρεας. Ωστόσο, τα γεγονότα που ακολούθησαν έδωσαν άλλο νόημα στο τραγούδι.

Σύμφωνα με την ίδια, σε συνέντευξή της στο περιοδικό Relix, «δεν έχει σημασία σε τι είδους σχέση έχεις μπει. Νιώθεις ξένος με την ευτυχία, εάν αυτή δεν έρθει ποτέ. Όμως τώρα το τραγούδι έχει νέο νόημα. Αφού ηχογραφήσαμε το “Stranger to my happiness”, η ευτυχία μου αφορούσε τις περιοδείες που θα κάναμε και που θα έβγαινε το άλμπουμ. Όμως μετά… Θα πρέπει να φύγω, εξαιτίας του καρκίνου μου».

«Τώρα, νιώθω ξένη στην ευτυχία» συνέχισε. «Κάναμε ένα βίντεο στο οποίο είμαι φαλακρή και στέκομαι με ένα λαμπερό φόρεμα -έχει σαν θέμα μία γαμήλια τελετή. Αρχικά δεν ήθελα να κάνουμε βίντεο. Φαινόμουν χλωμή, αλλά ξέρετε κάτι; Ήταν υπέροχο βίντεο. Η ευτυχία επιστρέφει τώρα, γιατί μπορεί να έχω μερικές ακόμη χημειοθεραπείες, αλλά είμαι έτοιμη να βγω ξανά στον δρόμο» συμπλήρωσε.

Glenn Frey

Το Smuggler's Blues αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα κομμάτια του Glenn Frey. Εν έτει 1984, ο Frey καταφέρνει με μια ροκιά από τις καλύτερές του, όχι μόνο να συζητηθεί για την ταινία μικρού μήκους που προηγείται του τραγουδιού στο βιντεοκλίπ, αλλά επειδή το κομμάτι τού δίνει εισιτήριο για την μικρή οθόνη και ένα επεισόδιο του Miami Vice.

Μάλιστα, το επεισόδιο κυριολεκτικά γράφτηκε επάνω του, καθώς παίζει έναν βετεράνο του Βιετνάμ στην Κολομβία, ενώ το επεισόδιο έχει πάρει τον τίτλο του από αυτόν του τραγουδιού, Smuggler's Blues.

Το τραγούδι των Eagles, Take it Easy (1971) ήταν το πρώτο single του συγκροτήματος, παρά το γεγονός πως αρχικά προσπαθούσε να το γράψει ο τραγουδιστής Jackson Browne.

Για την ακρίβεια, ο Browne είχε γράψει τον πρώτο στίχο, όταν ζήτησε τη βοήθεια του Frey. Ο Browne δήλωσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη πως «γνώριζα τον Frey από εκείνα τα κλαμπ που μπορούσες να ανέβεις στο μικρόφωνο και να τραγουδήσεις. Μια μέρα, πέρασε ο Glenn από το στούντιο για να πει ένα “γεια”. Κάτσαμε παρέα, του έπαιξα την αρχή του τραγουδιού και με ρώτησε εάν πρόκειται να το βγάλω σε δίσκο, και εγώ του απάντησα πως δεν ήταν έτοιμο ακόμα. Εκείνος μου απάντησε πως θα το βάλουμε, “επειδή του άρεσε”. Αλλά δεν ήταν έτοιμο, και αφού με πίεσε να το τελειώσω, τελικά το ολοκλήρωσε ο ίδιος. Μετά, για καιρό αρνούμουν να δεχτώ να ολοκληρώσει εκείνος το τραγούδι μου, αλλά μετά είπα “οκ”. Και εκείνος το έκανε με έναν τρόπο που ήταν κατά πολύ καλύτερος απ' ό,τι εγώ είχα προσπαθήσει».

Το πρώτο single των Eagles έκανε τεράστια επιτυχία, η οποία επιβεβαιώθηκε και από το νο. 12 στο Billboard Hot 100. Το τραγούδι έλαβε επιπλέον συναισθηματικές διαστάσεις, όταν αποτέλεσε το «sountrack» της επανένωσης του συγκροτήματος το 1993.

Για το Hotel California έχουν γραφτεί πολλά και έχουν ειπωθεί ακόμα περισσότερα. Οι στίχοι ανήκουν στον Glenn Frey, ενώ για τη μουσική είναι υπεύθυνοι οι Don Felder και Don Henley. Το σόλο του τραγουδιού αποτελεί για το περιοδικό Guitarist Magazine, το νο. 1 σόλο όλων των εποχών.

Τα ίδια τα μέλη του συγκροτήματος θεωρούσαν το τραγούδι ως μία περιγραφή της «υψηλής ζωής» που ζούσαν στο Los Angeles, ενώ στο ντοκιμαντέρ History of Eagles το χαρακτηρίζουν ως «ένα ταξίδι από την αθωότητα στην εμπειρία…».
Οι ερμηνείες που έχουν επιχειρήσει να δοθούν στο τραγούδι είναι δεκάδες, ενώ έχει κατηγορηθεί, μεταξύ άλλων, για παραπομπές στον σατανισμό, προώθηση της μαριχουάνας και της ηρωίνης, έως και του… κανιβαλισμού.

Για τις πολλαπλές ερμηνείες, ο Henley είχε δηλώσει το 2007 στην Daily Mail πως «μερικές από τις πιο άγριες ερμηνείες του τραγουδιού είναι καταπληκτικές. Ήταν πράγματι για τις υπερβολές της αμερικάνικης κουλτούρας και για ορισμένα κορίτσια που γνωρίζαμε. Όμως ήταν, επίσης, για τη δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στην τέχνη και το εμπόριο».