Η αλήθεια είναι ότι τον θεωρούσα χρήσιμο τον Τατσόπουλο, ως διαφορετική φωνή, αλλά κυρίως για το λόγο ότι είναι καλός στη δουλειά του. Το βέβαιο είναι ότι γράφει καλύτερα από ό,τι μιλάει, πράγμα υγιές: συγγραφέας είναι, όχι ρήτορας. Τα προβλήματα ξεκινούν από τη στιγμή που ο ίδιος μοιάζει να μην το αντιλαμβάνεται, κι ακόμα περισσότερο από τη στιγμή που προτιμά να λειτουργεί ως τηλεοπτική περσόνα και όχι ως συγγραφέας. Ως συγγραφέας θα μπορούσε ίσως να εκτιμήσει την αξία της σιωπής – ως τηλεοπτική περσόνα αδύνατον.
 
Εδώ πάντως υπάρχει κίνδυνος να χαθεί ένα ευρύτερο στοίχημα, κατά πόσον ένα δημόσιο πρόσωπο με ισχυρό λόγο, που βρίσκεται εκτός κομματικών μηχανισμών, μπορεί να λειτουργήσει μέσα σ’  ένα συλλογικό πλαίσιο χωρίς να καθυποταχθεί σ’ αυτό, χωρίς να υποστείλει τον αυτόνομο λόγο του αλλά και χωρίς να ιεραρχήσει το εγώ του πάνω από το εμείς. Εδώ, σ’ αυτό το υπερεγώ, κρίνονται συχνά τέτοια  πειράματα. Και ο Τατσόπουλος το έχασε στο τέλος το παιχνίδι (παρά την ευελιξία και την υπομονή που επέδειξε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ), αποφασίζοντας μόνος του να φύγει, και μάλιστα κρατώντας τη βουλευτική έδρα της Β’ Περιφέρειας Αθηνών, ενώ είχε σε ανύποπτο χρόνο δεσμευτεί ρητά για το αντίθετο.
 
Αλλά αυτό που ενδιαφέρει εντέλει δεν είναι ο Τατσόπουλος, είναι η Αριστερά. Έχει να κάνει με το μελλοντικό εύρος και με τις προοπτικές της. Ισχυρίζεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πως αν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας δεν πρόκειται να στηριχτεί στα δικά του στελέχη μόνο, αλλά θα πραγματοποιήσει ευρύ αξιοκρατικό άνοιγμα σε ικανούς και έντιμους, χωρίς να κολλάει σε κομματικές ταμπέλες.
 
Πρόκειται κατά την άποψή μου για σοφή -αλλά συνάμα και άκρως επισφαλή- επιλογή. Θα έχει τότε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, κάτω από συνθήκες πολύ πιο σύνθετες και πιέσεις πολύ πιο έντονες απ’ αυτές που αντιμετωπίζει σήμερα, με εκατοντάδες Τατσόπουλους, που δεν θα είναι μάλιστα μόνο Τατσόπουλοι αλλά και Παναγούληδες, και Διαμαντόπουλοι, και Μητρόπουλοι, και Κοτζιάδες, και Κοτσιακάδες. Θα είναι διάφοροι τεχνοκράτες, διανοούμενοι, άνθρωποι των επιχειρήσεων. Πολλοί εξ αυτών θα είναι αξιόλογοι, αλλά μερικοί ενδέχεται να φανούν στην πράξη ανίκανοι και  υπερεκτιμημένοι φαφλατάδες. Κάποιοι μπορεί τελικά να αποδειχτούν ακόμα και λαμόγια, ή να καταντήσουν λαμόγια με τον τρόπο που η κάθε εξουσία ξέρει να τα δημιουργεί, να τα εκπαιδεύει και να τα συντηρεί στον κόρφο της.
 
Ένα τέτοιο σχήμα είναι παρόλα αυτά το ζητούμενο, αλλά θα είναι δύσκολο να το διαχειριστεί ένα κόμμα που μεγάλωσε απότομα, ένα κόμμα που παρά την πολυφωνία στις γραμμές του, συχνά δυσκολεύεται να αποδεχτεί το άλλο, το διαφορετικό. Ένα κόμμα που στο πλαίσιο της ελευθερίας του λόγου, για την οποία του βγάζω κατά τα άλλα το καπέλο, αφήνει μέσα από την εφημερίδα του και τα site που επηρεάζει να διατυπώνονται σκληρά άρθρα για έναν βουλευτή του, παραπέμποντας σε άλλες εποχές.
 
Η περίπτωση του Τατσόπουλου συνδέεται κατά παράδοξο τρόπο με την αφορμή που τον οδήγησε στη ρήξη: με την υπόθεση της 17 Νοέμβρη. Τι έκανε ο Χριστόδουλος Ξηρός; Δραπετεύοντας από τις φυλακές κατάφερε ισχυρό πλήγμα στις προσπάθειες κοινωνικοποίησης του σωφρονιστικού συστήματος. Εκείνος μεν γλύτωσε -αν γλύτωσε-, αλλά οι συνέπειες στις ζωές εκατοντάδων άλλων κρατουμένων θα είναι ανυπολόγιστες, κλασικό σύνδρομο μιας «υπερεπαναστατικής» λογικής που στο όνομα ενεργειών μηδενικής πολιτικής αποτελεσματικότητας ενισχύει στην πράξη τους μηχανισμούς καταστολής.
 
Ε, κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την περίπτωση του Τατσόπουλου. Ενώ όλη αυτή η κόντρα γίνεται υποτίθεται στο όνομα της πολυφωνίας, στην πράξη ενισχύει την καχυποψία και βάζει εμπόδια σε άλλα -πολύ πιο μεγάλα και κρίσιμα- πολιτικά και κοινωνικά ανοίγματα στα οποία είναι υποχρεωμένο να προχωρήσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
 
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επέδειξε -παρά την αρνητική κατάληξη αυτής της περιπέτειας- εξαιρετική ψυχραιμία και ευελιξία, όπως το έχει κάνει και σε άλλες περιπτώσεις, όταν κατά καιρούς της ζητούνται, έξωθεν ή έσωθεν, τα κεφάλια διαφόρων στελεχών του χώρου επί πίνακι. Θα χρειαστεί ωστόσο στο μέλλον να επιδείξει μεγάλη αποφασιστικότητα και αυτοπεποίθηση ώστε να μην ενδώσει στην εσωστρέφεια και να οδηγήσει το χώρο σε πολλαπλά ανοίγματα και διευρύνσεις, επί τη βάσει αρχών φυσικά, πριν αλλά και μετά από την -πιθανότατη πλέον- ανάληψη της εξουσίας.