«Ήταν πρωτόγνωρη η κατάσταση που ζήσαμε όλο αυτό τον καιρό, του υποχρεωτικού εγκλεισμού και αυτό – πέραν των άλλων επιπτώσεων – είχε και στην ψυχική υγεία σοβαρές επιπτώσεις. Έστω και αν δε συζητιέται και πολύ, παρ’ όλα αυτά υπήρχαν και υπάρχουν και έρευνες που το αποδεικνύουν. Εξ άλλου το βλέπουμε και στην κλινική πράξη, στα κοινωνικά ιατρεία που απασχολούμαστε, βλέπουμε πάρα πολύ συχνά, πολλές από αυτές τις διαταραχές που προκλήθηκαν από τον υποχρεωτικό εγκλεισμό και άλλες οι οποίες προϋπήρχαν και επιδεινώθηκαν μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες» τονίζει στην αρχή της συζήτηση η κ.Μάτσα, εστιάζοντας συγκεκριμένα στην αύξηση των καταθλίψεων, των αγχώδων διαταραχών, αλλά και των εξαρτήσεων, «όχι μονάχα από αλκοόλ και ναρκωτικά αλλά και από το τζόγο και απ’ το διαδίκτυο».

«Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο δύσκολη, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχουν υπηρεσίες ψυχικής υγείας και αυτές που υπάρχουν είναι ελάχιστες, σε σχέση με τις ανάγκες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα ψυχικής υγείας και αντιμετώπισαν φοβερά προβλήματα στελέχωσης, αυτές που υπήρχαν και λειτουργούσαν, γιατί θεώρησε καλό η κυβέρνηση, το Υπουργείο Υγείας, να αποσπάσει προσωπικό, γιατρούς, ψυχολόγους, από τα κέντρα αυτά για να στελεχώσει νοσοκομεία πρώτης γραμμής για τον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα να υπολειτουργούν και έτσι και να μη μπορεί κανείς να απευθυνθεί στη δομή αυτή, την πρωτοβάθμια, για να βοηθηθεί και επίσης, εάν παρακολουθούνταν, η παρακολούθησή του να είναι πολύ πλημμελής. Κάποιες ψυχοθεραπείες διακόπηκαν, κάποιοι άνθρωποι που έπασχαν και βρίσκονταν στην κοινότητα, είχαν κάποιες φορές νοσηλευτεί και βρίσκονταν ήδη στη φάση της κοινωνικής επανένταξης. Ουσιαστικά αισθάνθηκαν εγκαταλελειμμένοι» αναφέρει, ενώ στη συνέχεια σχολιάζει την κατάσταση στις ψυχιατρικές κλινικές, όπου, εν μέσω της καραντίνας, καταγγέλλει ότι οι συνθήκες επιδεινώθηκαν δραματικά:

«Εκεί που ήταν πολύ τραγική η κατάσταση ήταν στα ψυχιατρεία και όχι μόνο. Και στις ψυχιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων. Εκεί οι ελλείψεις σε προσωπικό, γιατί υπάρχει τρομακτική υποστελέχωση, και η ανάγκη να μην δημιουργούν προβλήματα αυτοί οι ασθενείς, η έμφαση δινόταν μόνο στις κλινικές που αντιμετώπιζαν τα προβλήματα του κορωνοϊού, είχαν σαν αποτέλεσμα να επικρατήσουν σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό τα κατασταλτικά μέτρα. Δηλαδή μηχανικές καθηλώσεις, μεγάλες δόσεις ψυχοφαρμάκων, απλά για να είναι ήρεμοι οι ασθενείς. Κόπηκαν εκεί που γινόταν κάποια αθλήματα , κάποιες ασκήσεις, κάποιες έξοδοι σε κήπο, όλα αυτά κόπηκαν. Έμειναν κλεισμένοι μέσα οι άνθρωποι. Μέσα σε συνθήκες πραγματικά απάνθρωπες.»

Προσθέτει ότι στη χώρα μας, «η μηχανική καθήλωση με ιμάντες θεωρείται θεραπευτική μέθοδος, αρκεί να υπάρχει ένα πρωτόκολλο όπως λένε. Να δίνονται πάρα πολλά ψυχοφάρμακα. Να γίνονται ηλεκτροσόκ. Δεν υπάρχει καμία εναλλακτική μέθοδος αντιμετώπισης, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τα δημόσια συστήματα υγείας, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων και με πολύ περιορισμένες ατομικές πρωτοβουλίες σε κάποιες περιπτώσεις. Αλλά κατά κανόνα η αντίληψη είναι αυτή. Ότι ο ασθενής πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί με φάρμακα για να υποχωρήσουν τα συμπτώματά του και από κει και πέρα, μόλις υποχωρήσουν, μόλις εξασφαλιστεί μία κανονική συμπεριφορά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, να πάρει εξιτήριο. Κι έτσι η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση πανευρωπαϊκά, να έχει ένα ποσοστό αναγκαστικών εγκλεισμών, πάνω από το 50% των νοσηλευόμενων ασθενών. Δηλαδή βγαίνοντας από το ψυχιατρείο ή από την ψυχιατρική γενικού νοσοκομείου, οι διαφορές πια δεν υπάρχουν ανάμεσα στις κατηγορίες αυτές. Βγαίνοντας από κει, ουσιαστικά εγκαταλείπεται στη μοίρα του. Δεν υπάρχει φροντίδα για την κοινωνική επανένταξη και την αποκατάσταση του ασθενούς.»

Υπάρχει όμως, όπως εξηγεί η κ.Μάτσα στη συνέχεια, και μία διαφορετική προσέγγιση: «τώρα μία ομάδα ψυχιάτρων, ψυχολόγων, ψυχοθεραπευτών, ασχολούμενων γενικά με την ψυχική Υγεία, βλέπουμε ότι προσεγγίζουν αλλιώς τα πράγματα. Ο βασικός πυρήνας είναι όσοι από την εποχή των μνημονίων κάνουμε δουλειά στα Κοινωνικά Ιατρεία. Τα οποία ξεκίνησαν όταν δεν μπορούσε κάποιος που ήταν ανασφάλιστος να έχει προσέγγιση στο ΕΣΥ, όμως σε κάποια απ’ αυτά συνεχίσαμε και αφού μπορούσαμε όταν ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχουν πρόσβαση στα νοσοκομεία, ακόμα και ανασφάλιστοι, θεωρώντας ότι το ερώτημα είναι τι είδους υγεία θέλουμε; Τι είδους ψυχική υγεία θέλουμε; Ότι αυτή που υπάρχει, που επικρατεί, ο τρόπος δηλαδή αντιμετώπισης της ψυχικής διαταραχής είναι παρωχημένος αντιδραστικός, κατασταλτικός και πρέπει να αλλάξει. Εξάλλου στη φαρέτρα τη θεραπευτική δεν περιλαμβάνεται η ψυχοθεραπεία, η εργοθεραπεία, η συμβολή της τέχνης στην θεραπεία της ψυχικής διαταραχής. Δεν περιλαμβάνεται παρά μόνο όπως είπαμε, το φάρμακο. Και σε κάποιες δομές, αν υπάρχουν, με πολύ μεράκι εργοθεραπευτές να ασχοληθούν λίγο μαζί τους. Δεν γίνονται όλα αυτά με αποτέλεσμα να έχουμε την κατάσταση που υπάρχει τώρα.»

Εξηγώντας περισσότερο την προσέγγιση αυτή, τονίζει ότι «είμαστε αντίθετοι στην αντίληψη ότι αυτός ο άνθρωπος θα μείνει με τα φάρμακα, πολλοί ψυχίατροι το λένε δυστυχώς και είναι πολύ σκληρό να πεις σε έναν άνθρωπο “θα περάσεις τη ζωή σου παίρνοντας ψυχοφάρμακα”. Τα φάρμακα μπορεί να χρειαστούν για κάποιο διάστημα με πολύ προσοχή, αλλά όχι για όλη του τη ζωή και θα μπορέσει αυτός ο άνθρωπος, λειτουργώντας σ’ αυτό το σύνολο να αισθανθεί ότι είναι κοινωνικά ενεργός άνθρωπος, ότι μπορεί δηλαδή να λειτουργήσει σαν μέλος της κοινωνίας, όχι ασθενής και επομένως αυτό θα συμβάλλει στο να ξεπεραστούν πολλά από τα προβλήματά του. Μπορεί να χρειαστεί να παίρνει φάρμακα και ταυτόχρονα να συμμετέχει στη συνέλευση, να συμμετέχει στις εκδηλώσεις που γίνονται, γιατί τα κοινωνικά ιατρεία και αυτές οι δομές γενικά συμμετέχουν σε αντιφασιστικά κινήματα, διοργανώνουν εκδηλώσεις. Πρόσφατα θα σας πω ένα παράδειγμα που ήταν καταπληκτικό, πριν από δύο Κυριακές το κοινωνικό ιατρείο Εξαρχείων, το δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων Νέας Σμύρνης, Ιλίου και Εξαρχείων διοργανώσαμε μία εκδήλωση μαζί με τη συνέλευση Αγωνιζόμενων Ηθοποιών και με το συντονισμό για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην πλατεία Εξαρχείων για την επανοικιοποίηση του χώρου. Όπου υπήρχε αφήγηση παραμυθιών, υπήρχε συζήτηση, υπήρχε μουσική υπήρχαν δρόμενα και πήγε πάρα πολύ καλά. Γέμισε η πλατεία, δεν τόλμησαν οι δυνάμεις καταστολής να χτυπήσουν και αυτό ανοίγει δρόμους.

Τέτοιες εκδηλώσεις ανοίγουν δρόμους. Εκεί συμμετείχε και το 18 άνω και παιδιά απεξαρτημένα, τα οποία είχαν πραγματικά συμβάλλει αποφασιστικά στο να γίνει το κοινωνικό ιατρείο Εξαρχείων, το οποίο στεγάζεται στο χώρο του σωματείου υποστήριξης του 18 άνω, και αυτό δείχνει μία ώθηση στο να φύγουν οι διακρίσεις, οι ταμπέλες, ο στιγματισμός αν θέλετε. Αυτός ήταν τοξικομανής, αυτός ήταν ψυχασθενής, ούτως η άλλως αυτές οι διακρίσεις δυσκολεύουν τη ζωή μας. Δεν την διευκολύνουν και εμείς αγωνιζόμαστε να δημιουργήσουμε τους όρους για να γίνει αποστιγματισμός αυτών των ανθρώπων.»

Καταλήγοντας, δεν θα μπορούσαν να μην μπουν σε αυτήν την πολύ επικίνδυνη εξίσωση για την ψυχική Υγεία των πολιτών, οι σημερινές οικονομικές συνθήκες:

«Υπάρχει φτώχεια. Πολλή φτώχεια. Αυξήθηκε πάρα πολύ τώρα λόγω των μέτρων που πάρθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. Μην ξεχνάμε ότι χιλιάδες δουλειές χάθηκαν, πάρα πολλές χιλιάδες ανθρώπων που κράτησαν τη δουλειά τους παίρνουν τα μισά λεφτά από ότι έπαιρναν πριν, η φτώχεια έχει μεγαλώσει…

Αυτό που κάνουμε εμείς σαν δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων και θα δώσουμε πολύ μεγάλη έκταση στο έργο αυτό είναι να λειτουργούμε ένα δίκτυο ψυχικής υγείας στο οποίο μπορεί να απευθύνεται κανείς και να ζητά βοήθεια, που δίνεται δωρεάν και τα φάρμακα που δίνονται είναι επίσης δωρεάν. Αυτό το κάνουν τα κοινωνικά ιατρεία. Ήδη έχουμε πάρα πολλά αιτήματα απ’ όλη την την Ελλάδα.

Μπορεί λοιπόν η βοήθεια να είναι σε επίπεδο ψυχολογικής υποστήριξης ή και αν χρειαστεί ακόμα και πιο ειδική αντιμετώπιση, μπορεί να γίνεται και διαδικτυακά αλλά και διαζώσης το κοινωνικό ιατρείο των Εξαρχείων και της Νέας Σμύρνης και του Ιλίου και πιστεύω ότι αυτό το δίκτυο  θα μπορέσει να διοργανώσει δράσεις μέσα στην κοινότητα, μέσα στην κοινωνία για συζήτηση πάνω στα θέματα, ώστε να πολεμήσουμε το στίγμα.

Συζήτηση, διάλογο με τον κόσμο, η τέχνη θα μας βοηθήσει, θα γίνουν καλλιτεχνικά δρώμενα και θα καλέσουμε τους ανθρώπους να αγωνιστούν γιατί όταν κανείς μπαίνει σε διαδικασία αγώνα, πραγματικά ξεπερνά πάρα πολλά προβλήματα.

Θα αναφέρω πριν κλείσουμε ένα βιβλίο πάρα πολύ σημαντικό, μία έρευνα που έγινε επί κατοχής από τέσσερις πολύ φωτισμένους ψυχίατρους που αφορούσε την πείνα, το άγχος την ψυχοπαθολογία στη διάρκεια της Κατοχής και εκεί – έγινε σε όλα τα νοσοκομεία της Αθήνας – αποδεικνυόταν ότι όσοι συμμετείχαν στην Αντίσταση δεν είχαν προβλήματα ψυχικής υγείας. Το να μπει λοιπόν κανείς σε κινηματικές, σε αγωνιστικές διαδικασίες είναι ιαματικός παράγοντας και αυτό θέλουμε να το περάσουμε σαν μήνυμα.»

Περισσότερες πληροφορίες γιασ το Δίκτυο αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων, μαζί με τηλέφωνα επικοινωνίας, μπορείτε να βρείτε εδώ.

Ολόκληρη η συνέντευξη, στο ραδιόφωνο του TPP

 

Η ευκαιρία για να τα πούμε με την κυρία Μάτσα είναι ένα Συνέδριο που οργανώνεται από την ομάδα ψυχικής υγείας του δικτύου COVID19-Αλληλεγγύη Θεσσαλονίκης, στην οποία συμμετέχει ο κοινωνικός χώρος για την ελευθερία, το Micropolis, που είναι στη Θεσσαλονίκη και το δίκτυο αλληλεγγύης κοινωνικών ιατρείων στην Αθήνα. Τα παιδιά από το κοινωνικό ιατρείο Εξαρχείων θα κάνουν την παρέμβασή τους στο Συνέδριο μέσα από το στούντιο του TPP. Bοηθάμε και στηρίζουμε τέτοιες δράσεις. Ήτανε νάρθει και η κυρία Μάτσα, επομένως, τι καλύτερο από το να μπει στο στούντιο και να μιλήσουμε για θέματα που δεν αναφέρονται συχνά και έχουν μια αξία παραπάνω, μετά από μία πρωτόγνωρη κατάσταση και μέσα σε μία πρωτόγνωρη κατάσταση. Σωστά;

Πραγματικά ήταν πρωτόγνωρη η κατάσταση που ζήσαμε όλο αυτό τον καιρό, του υποχρεωτικού εγκλεισμού και αυτό – πέραν των άλλων επιπτώσεων – είχε και στην ψυχική υγεία σοβαρές επιπτώσεις. Έστω και αν δε συζητιέται και πολύ, παρ’ όλα αυτά υπήρχαν και υπάρχουν και έρευνες που το αποδεικνύουν. Εξ άλλου το βλέπουμε και στην κλινική πράξη, στα κοινωνικά ιατρεία που απασχολούμαστε, βλέπουμε πάρα πολύ συχνά, πολλές από αυτές τις διαταραχές που προκλήθηκαν από τον υποχρεωτικό εγκλεισμό και άλλες οι οποίες προϋπήρχαν και επιδεινώθηκαν μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες.

Είναι αλήθεια, ότι αυτή την περίοδο του υποχρεωτικού εγκλεισμού αυξήθηκαν πάρα πολύ οι κρίσεις πανικού και ακόμα υπάρχουν. Πάρα πολύ αυξήθηκαν οι καταθλίψεις κάθε τύπου, πάρα πολύ μεγάλος αριθμός αυτοκτονιών έγινε. Επίσης οι αγχώδεις διαταραχές, οι εξαρτήσεις, όχι μονάχα από αλκοόλ και ναρκωτικά αλλά και από το τζόγο και απ’ το διαδίκτυο. Και σε κάποιο βαθμό και τα παραληρήματα. Δηλαδή είναι καταπληκτικό ότι στην Ελλάδα, με κάποιες έρευνες που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες, ένας στους δύο, πιστεύει στις θεωρίες της συνωμοσίας. Καταλαβαίνει κανείς ότι αν προϋπάρχει κάποια ψυχοπαθολογία, μπορεί εύκολα να δημιουργηθεί ένα παραλήρημα, σε σχέση με τον κορωνοϊό.

Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο δύσκολη, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχουν υπηρεσίες ψυχικής Υγείας και αυτές που υπάρχουν είναι ελάχιστες, σε σχέση με τις ανάγκες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα ψυχικής υγείας και αντιμετώπισαν φοβερά προβλήματα στελέχωσης, αυτές που υπήρχαν και λειτουργούσαν, γιατί θεώρησε καλό η κυβέρνηση, το Υπουργείο Υγείας, να αποσπάσει προσωπικό, γιατρούς, ψυχολόγους, από τα κέντρα αυτά για να στελεχώσει νοσοκομεία πρώτης γραμμής για τον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα να υπολειτουργούν και έτσι και να μη μπορεί κανείς να απευθυνθεί στη δομή αυτή, την πρωτοβάθμια, για να βοηθηθεί και επίσης, εάν παρακολουθούνταν, η παρακολούθησή του να είναι πολύ πλημμελής.

Κάποιες ψυχοθεραπείες διακόπηκαν, κάποιοι άνθρωποι που έπασχαν και βρίσκονταν στην κοινότητα, είχαν κάποιες φορές νοσηλευτεί και βρίσκονταν ήδη στη φάση της κοινωνικής επανένταξης. Ουσιαστικά αισθάνθηκαν εγκαταλελειμμένοι.

Εκεί που ήταν πολύ τραγική η κατάσταση ήταν στα ψυχιατρεία και όχι μόνο. Και στις ψυχιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων. Εκεί οι ελλείψεις σε προσωπικό, γιατί υπάρχει τρομακτική υποστελέχωση, και η ανάγκη να μην δημιουργούν προβλήματα αυτοί οι ασθενείς, η έμφαση δινόταν μόνο στις κλινικές που αντιμετώπιζαν τα προβλήματα του κορωνοϊού, είχαν σαν αποτέλεσμα να επικρατήσουν σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό τα κατασταλτικά μέτρα. Δηλαδή μηχανικές καθηλώσεις, μεγάλες δόσεις ψυχοφαρμάκων, απλά για να είναι ήρεμοι οι ασθενείς. Κόπηκαν εκεί που γινόταν κάποια αθλήματα , κάποιες ασκήσεις, κάποιες έξοδοι σε κήπο, όλα αυτά κόπηκαν. Έμειναν κλεισμένοι μέσα οι άνθρωποι. Μέσα σε συνθήκες πραγματικά απάνθρωπες.

Να τα πάρουμε ένα ένα, γιατί βάζετε πολλά. Θα ξεκινήσω από το τελευταίο, γιατί ήδη υπάρχει μία αντίληψη και πολλές φορές με ίσως άσχημα παραδείγματα, μέσα από ιδρύματα συγκεκριμένα, βγαίνει ότι στην Ελλάδα υπάρχει αυτή η κατασταλτική αντίληψη σε ψυχιατρικές κλινικές. Και απ’ ότι μας λέτε, έγινε ακόμα χειρότερα. Δηλαδή δεν είναι ότι ήμασταν σε καλό επίπεδο και τώρα άλλαξε.

Όχι, όχι. Προϋπήρχε η κατάσταση. Κατ’ αρχήν στην Ελλάδα η κυρίαρχη ψυχιατρική είναι η βιολογική ψυχιατρική. Και θεωρείται πολύ φυσικό να εφαρμόζονται αυτές οι μέθοδοι. Η μηχανική καθήλωση με ιμάντες θεωρείται θεραπευτική μέθοδος, αρκεί να υπάρχει ένα πρωτόκολλο όπως λένε. Να δίνονται πάρα πολλά ψυχοφάρμακα. Να γίνονται ηλεκτροσόκ. Δεν υπάρχει καμία εναλλακτική μέθοδος αντιμετώπισης, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τα δημόσια συστήματα υγείας, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων και με πολύ περιορισμένες ατομικές πρωτοβουλίες σε κάποιες περιπτώσεις. Αλλά κατά κανόνα η αντίληψη είναι αυτή. Ότι ο ασθενής πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί με φάρμακα για να υποχωρήσουν τα συμπτώματά του και από κει και πέρα, μόλις υποχωρήσουν, μόλις εξασφαλιστεί μία κανονική συμπεριφορά, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, να πάρει εξιτήριο.

Κι έτσι η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση πανευρωπαϊκά, να έχει ένα ποσοστό αναγκαστικών εγκλεισμών, πάνω από το 50% των νοσηλευόμενων ασθενών. Δηλαδή βγαίνοντας από το ψυχιατρείο ή από την ψυχιατρική γενικού νοσοκομείου, οι διαφορές πια δεν υπάρχουν ανάμεσα στις κατηγορίες αυτές. Βγαίνοντας από κει, ουσιαστικά εγκαταλείπεται στη μοίρα του. Δεν υπάρχει φροντίδα για την κοινωνική επανένταξη και την αποκατάσταση του ασθενούς.

Είναι σαν να λείπει ένα στάδιο. Δηλαδή έχει κάνει μία πρόοδο μέσα στην κλινική, όπως το καταλαβαίνω εγώ, ως άσχετος…

Έχει ηρεμήσει, έχει γίνει εν πάση περιπτώσει συνεννοήσιμος, είναι σε καλή κατάσταση και αυτός ο άνθρωπος βγαίνει έξω μόνο με συνταγή για φάρμακα. Και μάλιστα μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να του δοθεί και ραντεβού για τα εξωτερικά ιατρεία. Επειδή όμως μέσα στη διάρκεια της νοσηλείας του δεν δόθηκε έμφαση σε ένα παράγοντα που πιστεύω ότι είναι ο καθοριστικός για τη θεραπεία της ψυχικής διαταραχής και αυτός είναι η θεραπευτική σχέση. Να εμπιστευτεί δηλαδή τον ψυχίατρο και τους ψυχολόγους, όσους ασχολούνται μαζί του, να κάνει μία ανθρώπινη σχέση αμοιβαιότητας, εμπιστοσύνης, όπου να μπορεί να επενδύσει στο πρόσωπό τους και να τον σεβαστούν, να αισθανθεί ότι τον σέβονται, ότι τον υπολογίζουν και έτσι, βγαίνοντας να πάει στο ραντεβού, που θα του κλείσουν για τα εξωτερικά ιατρεία και να ακολουθήσει μια μετανοσοκομειακή παρακολούθηση. Αυτό δε γίνεται.

Συνήθως, μετά από κάποιο διάστημα, κόβει και τα φάρμακα και υποτροπιάζει. Ξαναγυρίζει στα παλιά προβλήματα και ξαναγίνεται η ίδια διαδικασία, μέσω του εισαγγελέα, να επανέρχεται πάλι στον αναγκαστικό εγκλεισμό. Το ποσοστό είναι πάρα πολύ μεγάλο. Πάνω από το 50% των εισαγωγών σε ψυχιατρικές δομές, να είναι αναγκαστικές, χωρίς τη θέλησή του.

Ένας μέσος όρος στην Ευρώπη ας πούμε; Πόσο είναι;

Είναι κάτω από 10%. Είναι πολύ μικρό το ποσοστό. Βέβαια θα πρέπει να πάρει κανένας υπόψη στην Ελλάδα ότι τα πράγματα, μολονότι μιλήσαμε πάρα πολύ σ’ αυτή τη χώρα για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, ήταν ένα εγχείρημα η ψυχιατρική μεταρρύθμιση που τελικά απέτυχε. Απέτυχε για πάρα πολλούς λόγους γιατί η αλλαγή ψυχιατρικού παραδείγματος, η προηγούμενη κυβέρνηση χρησιμοποιούσε αυτή την έκφραση πάρα πολύ, αυτή η αλλαγή δεν έγινε.

Μολονότι ισχυρίζονταν ότι έγινε, κάποιοι το ισχυρίζονται ακόμα, δεν έγινε. Αυτό  εάν γινόταν θα δινόταν η έμφαση στην κοινοτική ψυχιατρική, δηλαδή στο να μην χρειαστεί η εισαγωγή στο ψυχιατρείο ή σε ψυχιατρική δομή, να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα εκεί που γεννιούνται. Εκεί που μένει ο άνθρωπος.

Εάν χρειαστεί νοσηλεία σε κάποιες δύσκολες περιπτώσεις να νοσηλεύονται για λίγες μέρες, σε καλές συνθήκες, σε ένα κέντρο ψυχικής υγείας, όπως είχε γίνει στην Ιταλία, όταν έγινε η ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη 10ετία του 70΄ και να ξαναγυρίζει στο σπίτι του. Εκεί που μένει. Όχι να εγκλείεται, να γίνεται αντικείμενο τέτοιας καταστολής. Γιατί αυτό επιδεινώνει την ψυχική του υγεία. Μπορεί να βελτιώνει τα συμπτώματα, αλλά δεν γίνεται καλά ο ασθενής μ’ αυτόν τον τρόπο.

Εξάλλου στη φαρέτρα την θεραπευτική δεν περιλαμβάνεται η ψυχοθεραπεία, η εργοθεραπεία, η συμβολή της τέχνης στην θεραπεία της ψυχικής διαταραχής. Δεν περιλαμβάνεται παρά μόνο όπως είπαμε, το φάρμακο. Και σε κάποιες δομές, αν υπάρχουν, με πολύ μεράκι εργοθεραπευτές να ασχοληθούν λίγο μαζί τους. Δεν γίνονται όλα αυτά με αποτέλεσμα να έχουμε την κατάσταση που υπάρχει τώρα.

Εγώ όπως το αντιλαμβάνομαι και το περιγράφετε, γίνεται πολλές φορές η δουλειά κάπως διεκπαιρεωτικά. Όταν όμως μιλάμε για ψυχικά τραύματα και για ψυχική υγεία δεν γίνεται να είσαι απλά ένας ασθενής που έρχεται και η απάντηση να είναι “ωραία, αυτή είναι η συνταγή”. Βάλατε και το θέμα της ανθρώπινης σχέσης…

Της ανθρώπινης σχέσης, της προσέγγισης καταρχήν αυτού του ανθρώπου σαν μία οντότητα, η οποία έχει μια ιστορία, έχει ένα τρόπο που σκέπτεται, που προσεγγίζει τα πράγματα, κουβαλάει πολλά τραύματα από το παρελθόν. Δεν είναι ένα σύνολο συμπτωμάτων τα οποία πρέπει να ταξινομηθούν στο μυαλό του ψυχιάτρου, να τον κατατάξει σε μία κατηγορία, διαγνωστική κατηγορία και να του δώσει το φάρμακο που αντιστοιχεί σ’ αυτή την κατηγορία. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι μοναδικότητα ο καθένας και σαν τέτοιος, σαν μια προσωπικότητα,  η οποία απλά είναι τραυματισμένη και αυτό θα πρέπει να το σεβόμαστε πάρα πολύ.

Η κυρίαρχη ψυχιατρική δεν τα βλέπει ετσι τα πράγματα. Αυτό που είναι το κύριο εγχειρίδιο στην ψυχιατρική που ασκείται είναι το εγχειρίδιο της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας, το οποίο κατατάσσει σε κατηγορίες ψυχικής διαταραχής και αυτή η κατάταξη δίνει και την κατεύθυνση της επιλογής των φαρμάκων που δίνονται.

Τώρα μία ομάδα ψυχιάτρων, ψυχολόγων, ψυχοθεραπευτών, ασχολούμενων γενικά με την ψυχική υγεία, βλέπουμε ότι προσεγγίζουν αλλιώς τα πράγματα. Ο βασικός πυρήνας είναι όσοι από την εποχή των μνημονίων κάνουμε δουλειά στα κοινωνικά ιατρεία. Τα οποία ξεκίνησαν όταν δεν μπορούσε κάποιος που ήταν ανασφάλιστος να έχει προσέγγιση στο ΕΣΥ, όμως σε κάποια απ’ αυτά συνεχίσαμε και αφού μπορούσαμε όταν ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχουν πρόσβαση στα νοσοκομεία, ακόμα και ανασφάλιστοι, θεωρώντας ότι το ερώτημα είναι τι είδους υγεία θέλουμε; Τι είδους ψυχική υγεία θέλουμε; Ότι αυτή που υπάρχει, που επικρατεί, ο τρόπος δηλαδή αντιμετώπισης της ψυχικής διαταραχής είναι παρωχημένος αντιδραστικός, κατασταλτικός και πρέπει να αλλάξει.

Και αυτό είναι το πνεύμα του διήμερου που διοργανώνεται αυτές τις μέρες. Μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημά του, μόνο στο βαθμό που αντιμετωπίζεται ισότιμα μόνο στους άλλους από τους ανθρώπους που φροντίζουν για την υγεία του. Τους ψυχιάτρους, τους ψυχολόγους, τους αλληλέγγυους, παίζουν πάρα πολύ μεγάλο ρόλο οι αλληλέγγυοι. Ισότιμα λοιπόν με όλους και στο βαθμό που μπορεί κάποια στιγμή αν χρειαστεί μπορεί να του δοθούν και φάρμακα.

Στα κοινωνικά ιατρεία δίνονται δωρεάν. Αλλά με μέτρο και μόνο για όσο διαστημα το έχει ανάγκη. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν όταν είναι σε θέση και αυτό του γίνεται ξεκάθαρο από την αρχή, μπορεί να συνεισφέρει και αυτός από τη μεριά του στην φροντίδα που πρέπει να δοθεί σε άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Η δική μας κατεύθυνση είναι ότι από τη στιγμή που η οποιαδήποτε ψυχική διαταραχή ουσιαστικά εκφράζει, αντανακλά κοινωνικές αντιφάσεις, κοινωνικά προβλήματα, μπορεί να ξεπεραστεί στο βαθμό που αυτός ο άνθρωπος, που λόγω των προβλημάτων του έχει απομονωθεί και λόγω της γενικότερης πολιτικής για την ψυχική υγεία έχει περιθωριοποιηθεί και αισθάνεται κοινωνικά αποκλεισμένος, αυτός ο άνθρωπος πρέπει να ξαναμπεί μέσα στο κοινωνικό σύνολο, να δημιουργηθούν οι όροι, να αισθανθεί ότι έχει εκεί θέση και έτσι να μπορέσει να βοηθήσει και άλλους.

Γι’ αυτό έχει σημασία η συνέλευση σε τέτοιες δομές, όπου συμμετέχουν όλοι, συμμετέχουν και όσοι παίρνουν βοήθεια, όχι μόνο οι λεγόμενοι ασθενείς – θα ‘θελα να μην βάζω την ταμπέλα – και οι αλληλέγγυοι και όσοι είναι ειδικοί.

Αλλά δεν είναι μόνο υπόθεση των ειδικών. Και στο βαθμό λοιπόν που ξαναμπαίνει μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα, στο κοινωνικό γίγνεσθαι και αισθάνεται ότι μπορεί και αυτός να προσφέρει, πολλά πράγματα από την προηγούμενη κατάσταση ξεπερνιούνται. Πολλά από τα προβλήματα, πολλά από τα συμπτώματα αν θέλετε.

Ουσιαστικά βάζετε το ρόλο μιας κοινότητας σ’ όλο αυτό…

Ακριβώς. Επιστροφή στην κοινότητα.

– …και όπως το καταλαβαίνω, είναι σε μία απλώς λίγο πιο έντονη κατάσταση, σαν να έχεις ένα πρόβλημα και σε βοηθάει κάποιος και μετά εσύ  με τη σειρά σου μέσα σ’ αυτή την κοινότητα όταν το ξεπερνάς και είσαι σε μια καλύτερη φάση της ζωής σου, να μπορείς να βοηθήσεις και να ξέρεις… αυτό που θα πεις σε έναν φίλο σου “το ‘χω περάσει αυτό. Κοίτα πώς το διαχειρίστηκα”.

Ακριβώς. Δηλαδή, είμαστε αντίθετοι στην αντίληψη ότι αυτός ο άνθρωπος θα μείνει με τα φάρμακα, πολλοί ψυχίατροι το λένε δυστυχώς και είναι πολύ σκληρό να πεις σε έναν άνθρωπο “θα περάσεις τη ζωή σου παίρνοντας ψυχοφάρμακα”. Τα φάρμακα μπορεί να χρειαστούν για κάποιο διάστημα με πολλή προσοχή, αλλά όχι για όλη του τη ζωή και θα μπορέσει αυτός ο άνθρωπος, λειτουργώντας σ’ αυτό το σύνολο να αισθανθεί ότι είναι κοινωνικά ενεργός άνθρωπος, ότι μπορεί δηλαδή να λειτουργήσει σαν μέλος της κοινωνίας, όχι ασθενής και επομένως αυτό θα συμβάλλει στο να ξεπεραστούν πολλά από τα προβλήματά του. Μπορεί να χρειαστεί να παίρνει φάρμακα και ταυτόχρονα να συμμετέχει στη συνέλευση, να συμμετέχει στις εκδηλώσεις που γίνονται, γιατί τα κοινωνικά ιατρεία και αυτές οι δομές γενικά συμμετέχουν σε αντιφασιστικά κινήματα, διοργανώνουν εκδηλώσεις.

Πρόσφατα θα σας πω ένα παράδειγμα που ήταν καταπληκτικό, πριν από δύο Κυριακές το κοινωνικό ιατρείο Εξαρχείων, το δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων Νέας Σμύρνης, Ιλίου και Εξαρχείων διοργανώσαμε μία εκδήλωση μαζί με τη συνέλευση Αγωνιζόμενων Ηθοποιών και με το συντονισμό για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην πλατεία Εξαρχείων για την επανοικιοποίηση του χώρου. Όπου υπήρχε αφήγηση παραμυθιών, υπήρχε συζήτηση, υπήρχε μουσική υπήρχαν δρόμενα και πήγε πάρα πολύ καλά.

Γέμισε η πλατεία, δεν τόλμησαν οι δυνάμεις καταστολής να χτυπήσουν και αυτό ανοίγει δρόμους.

Τέτοιες εκδηλώσεις ανοίγουν δρόμους. Εκεί συμμετείχε και το 18 άνω και παιδιά απεξαρτημένα, τα οποία είχαν πραγματικά συμβάλλει αποφασιστικά στο να γίνει το κοινωνικό ιατρείο Εξαρχείων, το οποίο στεγάζεται στο χώρο του σωματείου υποστήριξης του 18 άνω, και αυτό δείχνει μία ώθηση στο να φύγουν οι διακρίσεις, οι ταμπέλες, ο στιγματισμός αν θέλετε. Αυτός ήταν τοξικομανής, αυτός ήταν ψυχασθενής, ούτως η άλλως αυτές οι διακρίσεις δυσκολεύουν τη ζωή μας. Δεν τη διευκολύνουν και εμείς αγωνιζόμαστε να δημιουργήσουμε τους όρους για να γίνει αποστιγματισμός αυτών των ανθρώπων.

Μάλιστα και είναι πάρα πολύ θετικό. Έχουμε αφήσει από την αρχή και πήγε σε άλλα ενδιαφέροντα μονοπάτια η κουβέντα, το θέμα του εγκλεισμού και το τι γίνεται τώρα. Γιατί το βάλατε και εσείς, μεγάλη άνοδος ψυχικά νοσήματα, μεγάλη άνοδος σε ουσίες. Είχε βγει νομίζω μία είδηση στα λύματα που βρέθηκαν ίχνη από πολύ μεγάλη κατανάλωση ουσιών που έδειξε μέσω της καραντίνας. Γενικά όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ είναι ένα πρόβλημα που το καταλαβαίνεις ότι υπάρχει στον εαυτό σου, στον περίγυρό σου, από κάποια ήπια κατάθλιψη ας πούμε μες στην καραντίνα, βλέπεις μια τέτοια είδηση και λες “εντάξει λογικό θα αυξήθηκαν οι εξαρτήσεις” και μ’όλη αυτή την ανασφάλεια και το φόβο περί πανδημίας, περί οικονομίας κλπ, αλλά δεν υπάρχει κάτι ξεκάθαρο. Σίγουρα μία κεντρική μέριμνα δεν μπαίνει σε πρώτο πλάνο για να επαναλάβω την αρχική μου τοποθέτηση. Τώρα λοιπόν τι γίνεται για όλο αυτό; Γιατί υπάρχει. Είναι κάπου σιωπηλά γύρω μας.

Να σας πω. Το ότι καταναλώθηκαν πάρα πολύ ουσίες γενικά, κυρίως ψυχοφάρμακα, ψυχοδραστικές ουσίες, όχι μονάχα ναρκωτικά, αλλά κάνουν θραύση τα ηρεμιστικά, γενικά τα ψυχοφάρμακα. Αυτό δεν είναι καινούριο. Απλά αυξήθηκε η ποσότητα τώρα στη διάρκεια του υποχρεωτικού εγκλεισμού. Αλλά είναι κανόνας. Και πιστεύω ότι η ιατρική, η ψυχιατρική η επίσημη έχει πάρα πολύ μεγάλη ευθύνη γιατί τελικά, αυτός που εξυπηρετείται από όλη αυτή την ιστορία είναι ο παράγοντας φαρμακοβιομηχανία. Αυτοί κερδίζουν απ’ την υπέρμετρη κατανάλωση φαρμάκων. Θα σας πω ένα παράδειγμα που δείχνει τον ρόλο των γιατρών στα χέρια των φαρμακευτικών εταιρειών.

Αυτή την εποχή είναι σε εξέλιξη η λεγόμενη επιδημία οπιοειδών στην Αμερική. Δηλαδή εξάρτηση από οπιοειδή συνταγογραφούμενα φάρμακα. Τις γράφουν τις συνταγές ψυχίατροι οι οποίοι είναι ουσιαστικά σε συνεργασία με φαρμακευτικές εταιρείες, παίρνουν τεράστια ποσά, πραγματικά διαφθείρονται αλλά είναι πάρα πολύ μεγάλος ο αριθμός τους.

Είναι εκατοντάδες χιλιάδες εξαρτημένοι με αυτόν τρόπο. Και βέβαια οι φαρμακευτικές εταιρείες και αυτό είναι το σκανδαλώδες, κανείς δεν τις αγγίζει, προβλέπουν στον προϋπολογισμό τους ένα κονδύλι για τις αποζημιώσεις των θυμάτων. Οι οικογένειες κάνουν δικαστικές προσφυγές και προβλέπεται ένα κονδύλι της εταιρείας που θα αποζημιώσει τα θύματα. Τα θύματα όμως υπάρχουν. Και κανείς δεν πειράζει, είναι πανίσχυρες οι φαρμακευτικές εταιρείες.

Πιστεύω λοιπόν ότι το θέμα είναι πολύ πολύπλοκο γιατί τελικά λειτουργώντας μ’ αυτόν τον τρόπο η ψυχιατρική δεν απαλύνει τον ψυχικό πόνο. Γίνεται το όργανο μιας βιοπολιτικής η οποία απλά θέλει να ελέγχει την συμπεριφορά των ανθρώπων. Να χειραγωγεί τους ανθρώπους.

Και κλείνοντας, δράσεις που θα μπορούσαν να γίνουν τώρα και σε πιο κεντρικό επίπεδο για ανθρώπους που είναι σε μια δύσκολη φάση μέσα σε όλο αυτό; Η καραντίνα τέλειωσε, υπάρχει η οικονομική ανασφάλεια, η εργασιακή ανασφάλεια, ο φόβος μήπως επιστρέψει όλο αυτό…

Όχι απλώς ανασφάλεια, υπάρχει φτώχεια. Πολλή φτώχεια. Αυξήθηκε πάρα πολύ τώρα λόγω των μέτρων που πάρθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. Μην ξεχνάμε ότι χιλιάδες δουλειές χάθηκαν, πάρα πολλές χιλιάδες ανθρώπων που κράτησαν τη δουλειά τους παίρνουν τα μισά λεφτά από ότι έπαιρναν πριν, η φτώχεια έχει μεγαλώσει.

Αυτό που κάνουμε εμείς σαν δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων και θα δώσουμε πολύ μεγάλη έκταση στο έργο αυτό είναι να λειτουργούμε ένα δίκτυο ψυχικής υγείας στο οποίο μπορεί να απευθύνεται κανείς και να ζητά βοήθεια, που δίνεται δωρεάν και τα φάρμακα που δίνονται είναι επίσης δωρεάν. Αυτό το κάνουν τα κοινωνικά ιατρεία. Ήδη έχουμε πάρα πολλά αιτήματα απ’ όλη την την Ελλάδα. Μπορεί λοιπόν η βοήθεια να είναι σε επίπεδο ψυχολογικής υποστήριξης ή και αν χρειαστεί ακόμα και πιο ειδική αντιμετώπιση, μπορεί να γίνεται και διαδικτυακά αλλά και διαζώσης το κοινωνικό ιατρείο των Εξαρχείων και της Νέας Σμύρνης και του Ιλίου και πιστεύω ότι αυτό το δίκτυο  θα μπορέσει να διοργανώσει δράσεις μέσα στην κοινότητα, μέσα στην κοινωνία για συζήτηση πάνω στα θέματα, ώστε να πολεμήσουμε το στίγμα.

Συζήτηση, διάλογο με τον κόσμο, η τέχνη θα μας βοηθήσει, θα γίνουν καλλιτεχνικά δρώμενα και θα καλέσουμε τους ανθρώπους να αγωνιστούν γιατί όταν κανείς μπαίνει σε διαδικασία αγώνα, πραγματικά ξεπερνά πάρα πολλά προβλήματα.

Θα αναφέρω πριν κλείσουμε ένα βιβλίο πάρα πολύ σημαντικό, μία έρευνα που έγινε επί κατοχής από τέσσερις πολύ φωτισμένους ψυχίατρους που αφορούσε την πείνα, το άγχος την ψυχοπαθολογία στη διάρκεια της Κατοχής και εκεί – έγινε σε όλα τα νοσοκομεία της Αθήνας – αποδεικνυόταν ότι όσοι συμμετείχαν στην Αντίσταση δεν είχαν προβλήματα ψυχικής υγείας. Το να μπει λοιπόν κανείς σε κινηματικές, σε αγωνιστικές διαδικασίες είναι ιαματικός παράγοντας και αυτό θέλουμε να το περάσουμε σαν μήνυμα.