του Κωνσταντίνου Πουλή

Τότε μήπως το πρόβλημα είναι ότι συνιστούν υπολογίσιμη ιδεολογική απειλή; Δηλαδή ότι θα υπάρξει μια τέτοια διάχυση των αναρχικών ιδεών ώστε να απονομιμοποιηθεί ιδεολογικά το κράτος; Κανένα από τα δύο σενάρια δεν θεωρώ ότι συνιστά υπολογίσιμο κίνδυνο, τέτοιο που να εξηγεί τη μανία με την οποία αντιμετωπίζεται ο αναρχικός χώρος από την αστυνομία και τη δικαιοσύνη.

Δεν μιλώ βεβαίως εξ ονόματος κανενός, μόνο προσπαθώ να καταλάβω τι διακυβεύεται. Δεν γνωρίζω το αυθεντικό νόημα των δράσεων καμίας πλευράς. Έχω όμως την εντύπωση ότι υπάρχουν κάποια στοιχεία που θα τα θεωρούσα πολύ σημαντικότερα από τα χειροπιαστά αποτελέσματα της μαχητικότητας, δηλαδή από τη στάθμιση του πραγματικού ενδεχομένου στις παρούσες συνθήκες να υπάρξει μια τέτοια γενίκευση της αντεξουσιαστικής δράσης, ώστε να κλυδωνιστεί η εξουσία.

Το πρώτο είναι η εντελώς ασυνήθιστη πολιτική γενναιότητα με την οποία αυτοί οι άνθρωποι αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους. Δεν συγκρίνω με το υποτιθέμενο άλλο άκρο, την εξευτελιστική δειλία με την οποία οι χρυσαυγίτες αποκηρύσσουν την ιδεολογία τους κάθε φορά που έρχονται αντιμέτωποι με τη  δικαιοσύνη. Συγκρίνω με την τρέχουσα κοινωνική αναισθησία, που μονίμως υπαγορεύει πως ο άνθρωπος καλό είναι να λουφάζει όποτε κινδυνεύει η βολή του. Αυτός ο χώρος λοιπόν έχει ένα χαρακτηριστικό που δεν το συναντά κανείς συχνά: ανθρώπους διατεθειμένους να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πράξεών τους χωρίς να αποκηρύξουν τις ιδέες τους.

Αυτό από μόνο του εκτιμώ ότι δημιουργεί έναν φθόνο, εκ μέρους μιας κοινωνίας που είναι τόσο βαθιά συμφιλιωμένη με τον καθημερινό εξευτελισμό: με τον γραβατωμένο που γελάει με τα αστεία του αφεντικού, και που μαζί με τη γραβάτα φοράει αθλητικά παπούτσια που παριστάνουν τα λουστρίνια, προκειμένου να συνδυάζει την κομψότητα του στελέχους με τη σβελτάδα του υπηρέτη. Πώς αυτός ο άνθρωπος να μη θέλει να φάει ζωντανό το νιάνιαρο που είναι μαύρο απ’  το ξύλο και φωνάζει «Αναρχία ρε!» περικυκλωμένο από μπάτσους; Μισώντας τον ίδιο τον συμβιβασμό τους, δεν είναι λογικό να εχθρεύονται τον Θεοφίλου που εξακολουθεί να χαμογελάει ακόμη και σιδηροδέσμιος;

Το δεύτερο στοιχείο που προκαλεί φθόνο είναι οι δράσεις της ανιδιοτελούς αλληλεγγύης. Είναι πλεοναστική η διατύπωση, αλλά μέσα στον ορυμαγδό των «αλληλέγγυων» εταιρειών και οργανώσεων, υπάρχουν και άνθρωποι υποαπασχολούμενοι ή άνεργοι που βρίσκουν όντως χρόνο και ενέργεια για να αφιερώσουν σε άλλους. Για να μιλήσουν για τους φυλακισμένους και τους πρόσφυγες, να τους συντρέξουν, να τους βοηθήσουν. Ίσως αυτό είναι το δεύτερο κομμάτι που δεν ανέχεται η λογική της εξουσίας. Επιδιώκει να μας πείσει πως όλα κρίνονται στο επίπεδο της βίας και της καταστολής της. Πασχίζει με αυτόν τον τρόπο να αποσιωπήσει ότι η αναρχία είναι ένας ολόκληρος κόσμος ιδεών και δράσεων που συμπεριλάμβανε και τη βία όταν χρειάστηκε. Δεν εξαντλείται όμως σε αυτήν.

Οι ποινές προς τους αναρχικούς που παραβιάζουν τον νόμο είναι κατά κανόνα σκανδαλωδώς αυξημένες, σαν να πρόκειται για την κατ’  εξοχήν επιβαρυντική περίσταση. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως αυτό γίνεται τόσο κραυγαλέα, που προκαλεί μια συσπείρωση που ξεπερνά τα όρια του αναρχικού χώρου.

Τι εξυπηρετεί αυτό; Έχω μια ακόμη εκτίμηση, την οποία θέτω προς συζήτηση. Πιστεύω ότι αποσκοπεί στην εξαγρίωση αυτού του χώρου. Αυτό το ήξερε ήδη ο Νετσάγεφ: Μια θερμή συνάντηση με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους ατσαλώνει το φρόνημα. Τα αποτελέσματα είναι τα αντίστροφα από αυτά που δηλώνει ότι θα επιθυμούσε η εξουσία. Γιατί να επιδιώκει να εξαγριώσει την αναρχία;

Ποιο το όφελος; Ένα βέβαιο όφελος έγκειται στην εμπέδωση της άποψης εκ μέρους της υπόλοιπης κοινωνίας ότι υπάρχει ένα άκρο βίαιο και αιμοδιψές, που είναι η αναρχία, και υπάρχει από την άλλη ένα κατεστημένο που υπερασπίζεται τη νομιμότητα και εγγυάται την ασφάλεια, που είναι το κράτος. Το κέρδος από αυτήν την άποψη είναι σημαντικό: κάνει τους πολίτες να κοιτάζουν τον Βενιζέλο, τον Τσοχατζόπουλο, τον Γιάννο Παπαντωνίου, και να βλέπει εκπροσώπους της αστικής δημοκρατίας που διασφαλίζουν την κοινωνική ειρήνη απέναντι σε τρομοκράτες. Όσο εξωφρενικό κι αν ακούγεται αυτό, νομίζω ότι είναι το βασικό όφελος που αποκομίζει το κράτος από αυτή την αντιπαράθεση. Εξάλλου δεν χρειάζεται να πάμε μακριά, η παρουσία ασφαλιτών σε επεισόδια τι άλλο εξυπηρετεί;

Δεν είμαι σε θέση να δίνω συμβουλές σε κανέναν, προσπαθώ όμως να σκεφτώ τι μπορούμε να αποκομίσουμε από μια τέτοια συνθήκη. Οι κατασταλτικοί/προπαγανδιστικοί μηχανισμοί του κράτους πασχίζουν να εμφανίσουν τους αναρχικούς ως βίαια τέρατα. Αυτό εξυπηρετεί την προπαγάνδα τους, διότι αυτό είναι το μόνο κομμάτι που καταλαβαίνουν. Η αθώωση του Θεοφίλου είναι ένα αμυντικό ζητούμενο, που καλύπτει το στοιχειώδες αίτημα να μην τιμωρούνται κάποιοι άνθρωποι για τις ιδέες τους ή τις συναναστροφές τους. Μαζί με αυτό, νομίζω ότι έχουμε ανάγκη να θυμίζουμε πάντα σε κοντινούς και μακρινούς, φίλους και εχθρούς, ότι την ώρα που στον πλανήτη ΣΥΡΙΖΑ συζητάνε πώς δικαιολογείται η άσκηση μνημονιακής πολιτικής επειδή δεν αντέχεις τις κλειστές τράπεζες, κάποιοι άλλοι συζητούν ότι είναι διατεθειμένοι να τα χάσουν όλα ζητώντας να είναι όλα αλλιώς.

Η βαθύτερη αξία αυτής της χειρονομίας για μένα έγκειται στο ότι δίνει θάρρος σε όλους μας για να πούμε ακριβώς αυτό: ότι ίσως γίνεται και αλλιώς, ανάλογα με το πόσα είμαστε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε. Μόλις αυτοί οι άνθρωποι κερδίσουν την ελευθερία τους, αυτό το νόημα θα επιθυμούσα να εμπνεύσει η περιπέτειά τους, όσο μου πέφτει λόγος.

Εύχομαι στον Θεοφίλου να είναι πάντα γελαστός και να κρατάει ζωντανή τη φλόγα του θάρρους.