Στην εκτέλεση κρατουμένου ο οποίος είχε καταδικαστεί σε θάνατο, προέβησαν οι σωφρονιστικές αρχές της Ταϊλάνδης. Ήταν η πρώτη θανατική ποινή που επιβλήθηκε από το 2009 όταν και είχαν εκτελεστεί δύο έμποροι ναρκωτικών. Η Διεθνής Αμνηστία έκανε λόγο για «λανθασμένη» προσπάθεια της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει το έγκλημα. Υψηλόβαθμος αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης της Ταϊλάνδης τόνισε ότι «η θανατική ποινή εξακολουθεί να ισχύει, δεν την έχουμε ακόμη καταργήσει».
 
Πρόκειται για τον Τιρασάκ Λόνγκι, 26 ετών, ο οποίος εκτελέστηκε με ένεση τη Δευτέρα στις κεντρικές φυλακές, Βόρεια της Μπανγκόκ. Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, ο Τ. Λόνγκι είχε καταδικαστεί σε θάνατο για τη δολοφονία ενός αγοριού 17 ετών το 2012, όπως αναφέρει το Reuters. Το 2012 είχε μαχαιρώσει το θύμα του 24 φορές προκειμένου να του κλέψει το κινητό του τηλέφωνο και τα χρήματά του, σύμφωνα με τη Deutsche Welle.
 
Μέχρι το 2003 η Ταϊλάνδη πυροβολούσε όσους είχαν καταδικαστεί με θανατική ποινή, ενώ με τις θανατηφόρες ενέσεις προσπάθησε να επιβραδύνει τον ρυθμό των εκτελέσεων. Σημειώνεται ότι έξι άνθρωποι εκτελέστηκαν από το 2003 ως το 2009. To αρμόδιο τμήμα για τις εκτελέσεις κρατουμένων υποστήριξε ότι η εκτέλεση έγινε ως «υπενθύμιση σε αυτούς που σκέφτονται να διαπράξουν τέτοια σοβαρά εγκλήματα». Επιπλέον, στην ανακοίνωση του υπογράμμισε ότι το τμήμα «θέτει ως προτεραιότητά την προστασία της κοινωνίας και των πολιτών για να μην γίνουν θύματα τέτοιων ενεργειών».
 
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης της χώρας, 510 άτομα έχουν καταδικαστεί σε θάνατο μέχρι το τέλος του 2017. Η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε την εκτέλεση ως «αξιοθρήνητη παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή», ενώ στη συνέχεια κατηγόρησε την Ταϊλάνδη ότι δεν υλοποίησε τις δεσμεύσεις της για την κατάργηση της θανατικής ποινής.
 
Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, η Διεθνής Αμνηστία έκανε έκκληση «προς τη διεθνή κοινότητα, κυρίως τη γαλλική και τη βρετανική κυβέρνηση, να χρησιμοποιήσουν όλα τα διπλωματικά μέσα ώστε να σταματήσουν οι εκτελέσεις», ενώ στη συνέχεια τόνισε για τη χώρα ότι «η Ταϊλάνδη βρισκόταν στα πρόθυρα να κλείσει δέκα χρόνια χωρίς εκτελέσεις το 2019 και η Διεθνής Αμνηστία ήταν έτοιμη να κατατάξει τη χώρα ξανά μεταξύ αυτών που έχουν ντε φάκτο καταργήσει την εσχάτη των ποινών».