γράφει ο Μηνάς Κωνσταντίνου

«Αυτό που προέχει τώρα είναι να σπάσουμε τη ρουτίνα της πολιτικής. Να ταράξουμε λίγο τα λιμνάζοντα νερά φέρνοντας νερό από το ΠΟΤΑΜΙ». Κάπως έτσι περιέγραφε την ανάγκη παρουσίας του Ποταμιού στα πολιτικά πράγματα του τόπου ο Σταύρος Θεοδωράκης, λίγους μήνες πριν τις ευρωεκλογές του 2014 και ενόψει της πολιτικής αλλαγής που ερχόταν λίγο αργότερα, τον Ιανουάριο του 2015, με την έλευση της «πρώτης φοράς Αριστερά».

Η υποδοχή που του επιφύλαξε ένα σημαντικό κομμάτι της κοινής γνώμης και του προοδευτικού -τότε- Τύπου δεν ήταν η καλύτερη. Ο Σταύρος Θεοδωράκης κατηγορήθηκε ως «άνθρωπος των συμφερόντων», πως έρχεται «να δώσει το φιλί της ζωής στον καταρρέοντα δικομματισμό», πως «στήνει ανάχωμα στον Τσίπρα που έρχεται» και άλλα τέτοιες… ζωηρές κατηγορίες. Με απλά λόγια, δικάστηκαν πρώιμα οι προθέσεις του, με την κατηγορία πως έρχεται να ξεπλύνει τα κόμματα που κυβέρνησαν αυτόν τον τόπο επί δεκαετίες στη φάση εκείνη που κατακρημνίζονταν.

Ακολούθως ήρθαν οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις, με τον Σεπτέμβριο του 2015 να τον βρίσκει με 11 βουλευτές στο ελληνικό κοινοβούλιο. Πριν ξημερώσει το τρίτο μνημόνιο με τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, είχε από την πλευρά του κόμματος του Στ. Θεοδωράκη παρασχεθεί η πλήρης και «καθαρή» νομιμοποίηση στην αντιπολίτευση του «υπογράψτε ό,τι σας δίνουν» και το «βάστα Σόιμπλε» του καλοκαιριού, απέναντι στο πρώτο εξάμηνο του ΣΥΡΙΖΑ. Ουσιαστικά, με τα φρέσκα -τότε- νερά του Ποταμιού του, φρόντισε να παράσχει στην αντιπολίτευση των «Σαμαροβενιζέλων» που μόλις είχαν χάσει την εξουσία το πρόσημο του «μετώπου της λογικής». Για το Ποτάμι, αυτό το επίτευγμα θεωρείται από τις μεγάλες του επιτυχίες.

Από εκεί και έπειτα ξεκίνησε ουσιαστικά η αντίστροφη μέτρηση. Ο Στ. Θεοδωράκης είδε το ένα μετά το άλλο στελέχη του να αποχωρούν για την αγκαλιά της Νέας Δημοκρατίας, ενώ στο ενδιάμεσο προσάραξε στην όχθη του ΠΑΣΟΚ για λίγο, στην προσπάθεια της Φώφης Γεννηματά να το αναβαπτίσει ως «Κίνημα Αλλαγής». Με αφορμή τον συγκεντρωτισμό της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ απέναντι στο Μακεδονικό, το Ποτάμι «άδειασε» και τις τελευταίες προοδευτικές δυνάμεις που ενείχε, πριν αναχωρήσει και πάλι για την γαλάζια ακτή.

Η τρίτη ουσιαστική πράξη της συμβολής του στα πολιτικά πράγματα ήρθε στη συνέχεια και πάλι με το Μακεδονικό, όπου την πρότερη μετριοπαθή στάση του και την θετική προαίρεση που διατύπωνε ενόψει πιθανής συμφωνίας κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του χρόνιου προβλήματος με τον βόρειο γείτονά μας, διαδέχθηκε ο πλήρης και επικίνδυνος «σκεπτικισμός» του, που και πάλι προσέφερε μία προβιά «λογικής» στην υιοθέτηση της εθνικιστικής ρητορικής από πλευράς ΝΔ – ΚΙΝΑΛ.

Εν μέσω εκατέρωθεν πιέσεων και σεναρίων γύρω από το όνομά του, τελικά προσέφερε την όποια στήριξη του είχε απομείνει στη συμφωνία, την ώρα που το κόμμα του είχε ήδη αρχίσει να παίρνει χαρακτηριστικά μορφώματος ετερόκλητων απόψεων. Ήταν μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο που τα σενάρια ήθελαν τον επικεφαλής του Ποταμιού να έχει δύο «μυστικές συναντήσεις» με τον Κ. Μητσοτάκη, με τα δημοσιεύματα να τοποθετούν στο τραπέζι της «διαπραγμάτευσης» τη στάση του κόμματός του στο Μακεδονικό. Εκείνος τότε αντέδρασε με χιούμορ, απαντώντας πως εκτός από την «προσφορά» εκλόγιμης θέσης στο Επικρατείας της ΝΔ, ο Κ. Μητσοτάκης του προσέφερε και «μία μόνιμη θέση πάρκινγκ στην Πειραιώς και δύο ντενεκέδες λάδι από το κτήμα στο Ακρωτήρι».

Η αποχώρηση Αμυρά και Ψαριανού έδωσε τελικά τη χαριστική βολή και έριξε το παραβάν, πίσω από το οποίο κρυβόταν ο γυμνός βασιλιάς. Τελικά το Ποτάμι του Στ. Θεοδωράκη -και όχι των ψηφοφόρων του- μάλλον ήταν απλώς ο Αμυράς και ο Ψαριανός. Στη Νέα Δημοκρατία βρέθηκαν τελικά πέντε από τους ανθρώπους που εξελέγησαν υπό τη σημαία του, στο ΠΑΣΟΚ τουλάχιστον άλλοι δύο και στον ΣΥΡΙΖΑ ένας.

Μετά τις ανακοινώσεις της Τρίτης και την απόφαση της Τετάρτης για μη συμμετοχή στις επερχόμενες εκλογές, ουσιαστικά ολοκλήρωσε το τελευταίο μέρος της προσφοράς του στο πολιτικό σκηνικό. Το Ποτάμι, επιβεβαιώνοντας και την τελευταία ψηφίδα της κριτικής που του άσκησε ένα μέρος του Τύπου και της κοινωνίας όταν ξεκινούσε να κυλάει, οδηγεί και τους τελευταίους ψηφοφόρους του στην αγκαλιά του «παλιού πολιτικού συστήματος» -με τα λόγια του ίδιου του αρχηγού του, ολοκληρώνοντας έναν πλήρη κύκλο προστασίας του συστήματος αυτού. Άλλωστε, πίσω από την εύκολη πρώτη ερμηνεία που λέει πως «εάν δεν υπάρχει το Ποτάμι για να αφαιρέσει λίγες ψήφους εκτός Βουλής, η αυτοδυναμία του πρώτου δυσκολεύει», υπάρχει η δεύτερη ανάγνωση, που λέει πως εάν δεν υπάρχει το κόμμα του, η διασπορά της ψήφου είναι αυτονόητα μικρότερη.

Με ακόμα πιο απλά λόγια, ναι μεν η παρουσία του Ποταμιού με ένα ποσοστό από το 1% έως το 2,99% θα έριχνε 0,4% έως 1% τον πήχη της αυτοδυναμίας για τον Κ. Μητσοτάκη, όμως ο κίνδυνος συγκέντρωσης μερικών χιλιάδων «μετριοπαθών κεντροδεξιών» από την ίδια δεξαμενή με τη Νέα Δημοκρατία, εν μέσω τέτοιας πόλωσης που έπεται, ενδεχομένως να κόστιζε περισσότερο στην Πειραιώς από τη μη συμμετοχή του Ποταμιού στις εκλογές. Συνεπώς, ακόμα και εάν δεν ανακοινώνει τη στήριξή του σε κανέναν, για όσους θέλουν γνήσιο φιλελευθερισμό «υπάρχει ο Μητσοτάκης», για τους υπόλοιπους υπάρχει πάντα το ΚΙΝΑΛ. Με μία κίνησή του, δίνει πολύ περισσότερο οξυγόνο στα δύο κόμματα απ' ότι με οποιαδήποτε άλλη στραγητική επιλογή. 

Πως να νιώθουν άραγε σήμερα εκείνοι που πίστεψαν και στήριξαν το Ποτάμι ως μία κίνηση που «δεν θα ξεπλύνει το παλιό πολιτικό σύστημα», ενώ σε όλη του την κοινοβουλευτική παρουσία λειτούργησε καταβρέχοντας με φρέσκο νεράκι τα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας; Αν η πρώτη κυβέρνηση της χώρας που δεν ήταν Νέα Δημοκρατία ή ΠΑΣΟΚ θεωρούνταν το 2014 «ρουτίνα» για τον Στ. Θεοδωράκη και το Ποτάμι, πως κρίνεται το ενδεχόμενο μίας κυβέρνησης Μητσοτάκη, μίας ακόμα κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ;

«Κύριε Δανέλλη αυτό που κάνατε δεν είναι έγκλημα είναι κάτι χειρότερο: είναι λάθος. Στο έγκλημα μπορεί να υπάρχει πάθος, ένστικτο, απερισκεψία, στο λάθος όμως υπάρχει σκέψη, υπάρχει μελέτη υπάρχει υπολογισμός» είχε πει στον Σπύρο Δανέλλη, όταν ο βουλευτής του αποφάσιζε να στηρίξει μόνος του τα τελευταία ψήγματα προοδευτισμού του Ποταμιού, όπως το ίδιο το κόμμα τα είχε διατυπώσει.

«Αν Τσίπρας και Μητσοτάκης βγουν ενισχυμένοι, η ζωή μας θα είναι ένας συνεχής εμφύλιος» δήλωνε ο ίδιος πριν από λίγες ημέρες, δίνοντας την αίσθηση πως, εάν το 2015 υπήρχε μία φορά η ανάγκη για ψύχραιμες φωνές στο ενδιάμεσο, σήμερα αυτή θα ήταν ακόμα πιο επιτακτική. Δεν γνωρίζω εάν αυτό που κάνει σήμερα ο Στ. Θεοδωράκης και «το Ποτάμι του» είναι έγκλημα ή λάθος. Σίγουρα όμως, το λουκέτο στο Ποτάμι μοίαζει να είναι αποτέλεσμα και σκέψης, και μελέτης, και υπολογισμού.