Ευτυχώς που αυτή τη φορά ο Τζορτζ Κλούνεϊ δεν κατέφθασε στο πλευρό της Αμάλ Αλαμουντίν, οπότε θα κινδυνεύαμε να γίνουμε λούνα παρκ όπως η Βενετία. Μ’ αρέσει ο Κλούνεϊ στις ταινίες του, εκτιμώ τις δημόσιες παρεμβάσεις του γύρω από πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα των καιρών μας, ακόμα ακόμα πίνω και τον εσπρέσο που διαφημίζει για να γουστάρω – αλλά μέχρι εκεί.
 
Ξεκινώντας λοιπόν σήμερα για ένα μεγάλο ταξίδι στη Βόρεια Ελλάδα, σας αφήνω ευχή και κατάρα να μην τσιμπήσετε στο καινούριο επεισόδιο της σειράς «Επιστροφή των Ελγινείων», που έρχεται να ανταγωνιστεί επαξίως την τηλεοπτική  σειρά «Τάφος της Αμφίπολης».
 
Το ξέρουμε πολύ καλά ότι είμαστε λαός με πολλά χιλιόμετρα στο κοντέρ του, κι ότι εκτός από τα αρχαία που έχουμε ξεπουλήσει, θάψει σε θεμέλια πολυκατοικιών, σπάσει με αξίνες και με κομπρεσέρ ή σκεπάσει μέσα στα χωράφια μας για να μη μας τα μπλοκάρει η αρχαιολογική υπηρεσία, υπάρχουν πολλά ακόμα να ανακαλύψουμε την κατάλληλη στιγμή ώστε να τονώσουμε την εθνική μας αυτοπεποίθηση και να προσελκύσουμε ορδές τουριστών που θα μαντρώσουμε σε ξενοδοχεία, χωρίς τελικά να τους δοθεί καν η ευκαιρία να επισκεφθούν τα μνημεία μας.
 
Ουδέποτε ενθουσιάστηκα με όλη αυτή την καμπάνια για τα Ελγίνεια που μας κληροδότησε η Μελίνα Μερκούρη. Εντάξει, ήταν πολύ ηρωική όλη αυτή η διεκδίκηση, αλλά ήταν και κάπως μίζερη και ενοριακή. Προσωπικά δεν με ενοχλεί να εκτίθενται τα μάρμαρα στο Βρετανικό Μουσείο και να τα απολαμβάνουν εκατομμύρια άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο, παρακινούμενοι να γνωρίσουν και το υπόλοιπο μνημείο.
 
Δεν μου αρέσει όλη αυτή η υστερία, για άλλη μια φορά οι Έλληνες να παραπονιούνται, να διεκδικούν, να προβάλλουν την αρχαία καταγωγή τους προκειμένου να αποσπάσουν κάτι σημερινό. Δεν αρνούμαι την ηθική, ίσως και τη νομική (αν και δεν είμαι αρμόδιος), πλευρά της διεκδίκησης. Αλλά θα μπορούσε να γίνει σε πολύ πιο χαμηλούς τόνους, χωρίς φανφάρες και κορώνες. Θα μπορούσε επίσης να κατατείνει σε μια ρεαλιστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των μαρμάρων και σε μια συμφωνία συνεργασίας που θα επέτρεπε με κάποιον τρόπο την επανένωση του μνημείου, αλλά και τη συνέχιση της προβολής του μέσω του Βρετανικού Μουσείου.
 
Αντ’ αυτού παρακολουθούμε μια επιθετική εκστρατεία απροκάλυπτα κτητική και στομφώδη, λες και η παγκόσμια ιστορία και ο πολιτισμός είναι δυνατόν να ανήκουν υπό την στενή έννοια σε επιμέρους κρατικές οντότητες και σε περιούσιους λαούς.
 
Από την άλλη, δεν ξέρω τι είδους περιούσιος λαός είμαστε όταν κάνουμε σαν παλαβοί με την έλευση στη χώρα μας μιας διασημότητας, άλλος να προσπαθεί να της πάρει ένα πλάνο ή μια δήλωση, άλλος να τρέχει μήπως καταφέρει να χωρέσει στο κάδρο δίπλα της κι άλλος να μένει ευχαριστημένος αν καταφέρει ν’ αγγίξει τον χιτώνα της. Δεν μας περιποιεί ιδιαίτερη τιμή όλη αυτή η συζήτηση σχετικά με το τι έφαγε και τι ήπιε η κυρία Κλούνεϊ, το νούμερο των παπουτσιών της ή τη διάθεσή της να ανέλθει στον ιερό βράχο, λες και επρόκειτο να κατεβάσει τη γερμανική σημαία.
 
Από την άλλη, ελάχιστα με απασχολεί το πόσο κόστισε η επίσκεψη. Πολύ περισσότερο με απασχολεί το τι κοστίζει στον τόπο αυτός ο αποπροσανατολισμός, η ενέργεια που ξοδεύεται για το κυνηγητό μιας καινούριας Μεγάλης Ιδέας που δεν απαντάει στις προτεραιότητες του σήμερα, στην ανάγκη να ξεφύγει η χώρα από την εσωστρέφεια και την προγονολατρεία και να διεκδικήσει -με δουλειά και με όραμα- τη θέση της στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.
 
Αλλά επειδή είμαι αντικειμενικός άνθρωπος, πρέπει να παραδεχτώ ότι προέκυψε κι ένα καλό από την επίσκεψη της Αμάλ. Υποθέτω ότι αυτές τις μέρες το συνεργείο που πραγματοποιεί τις ανασκαφές στην Αμφίπολη θα πήρε βαθιές ανάσες, αφού το υπουργείο Πολιτισμού βρήκε άλλο παιχνιδάκι ν’ ασχοληθεί. Η γενική γραμματέας του αναγκάστηκε να κατέβει στην Αθήνα και να πάψει να παριστάνει τον Χάρισον Φορντ, συμμετέχοντας στη διαδικασία της ανασκαφής, διατυπώνοντας άκαιρες και άτοπες εκτιμήσεις για τον χαρακτήρα του μνημείου και πιέζοντας αμέσως ή εμμέσως τους αρχαιολόγους όχι να κάνουν καλά τη δουλειά τους, αλλά να επιταχύνουν τις εργασίες τους, να μπουν σ’ αυτό το απίστευτο κυνηγητό του χρόνου και της δημοσιότητας που καταφανώς παραβιάζει κάθε αρχή επιστημονικής δεοντολογίας και καλής ερευνητικής πρακτικής.
 
Ματαιοπονούν άλλωστε. Ακόμα και τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου να ανακαλύψουν, το πολιτικό μομέντουμ δεν πρόκειται να αλλάξει. Και τα Ελγίνεια δεν πρόκειται να έρθουν στην Ελλάδα -αν επιστραφούν ποτέ- πριν από το εκλογικό ορόσημο του επόμενου Μαρτίου, ούτε πρόκειται να παίξουν κάποιο ρόλο στην επίτευξη του μαγικού αριθμού των 180 βουλευτών. 
 
Στην πιο αισιόδοξη των περιπτώσεων, θα τα υποδεχτεί η επόμενη κυβέρνηση…