Το καλοκαίρι του 2017, σε θερινό φεστιβάλ του Καΐρου όταν ένας ανοιχτά ομοφυλόφιλος τραγουδιστής μιας λιβανέζικης μπάντας ανέβηκε στην σκηνήμέσα στο πλήθος υψώθηκαν υπερήφανα, πολύχρωμες σημαίες.

Η 30χρονη Χεγκάζι σήκωσε ψηλά τα χέρια της κρατώντας την δική της σημαία με μια φίλη της να απαθανατίζει τη στιγμή και τότε να ξεκινούν όλα τα δεινά της.

Τα στιγμιότυπα προκάλεσαν μαζικές αντιδράσεις στα social media στην Αίγυπτο και αρκετά ομοφοβικά σχόλια από συντηρητικούς παρουσιαστές τηλεοπτικών εκπομπών. Κάτω από το στιγμιότυπο δέχτηκε σχόλια μίσους και απειλές για την ζωή της, όπως περιγράφει ο φίλος της και δικηγόρος Μουσταφά Φουάντ.

Έπειτα, δεκάδες άνθρωποι συνελήφθησαν, ανάμεσά τους και η Χεγκάζι – όλοι με την ίδια κατηγορία της «υποκίνησης της ακολασίας».

Η νομοθεσία στην Αίγυπτο δεν ποινικοποιεί ρητά την ομοφυλοφιλία, αλλά τιμωρεί όσα άτομα ενθαρρύνουν «ανήθικες» πράξεις που δεν ταιριάζουν με τον αιγυπτιακό πολιτισμό.

Όπως η ίδια είχε καταγγείλει, αξιωματικοί την ανέκριναν για τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις και την βασάνισαν δένοντας τα μάτια της και οδηγώντας την σε ένα ανακριτικό δωμάτιο όπου μπορούσε να ακούσει άλλους κρατούμενους να σφαδάζουν από τον πόνο. Της έβαλαν ένα πανί στο στόμα. Την βασάνισαν με ηλεκτροσόκ, όπως είχε καταγγείλει.

Αφού πέρασε όλα αυτά, η Χεγκάζι οδηγήθηκε σε ένα αστυνομικό τμήμα όπου της απαγγέλθηκαν κατηγορίες για υποκίνηση ακολασίας. Στο κελί της, άλλες κρατούμενες την κακοποίησαν με την ενθάρρυνση των αστυνομικών όπως κατήγγειλε. Την μετέφεραν στην φυλακή Qanatir, και την έβαλαν σε απομόνωση.

Στη συνέχεια, τουλάχιστον 75 άτομα κατηγορήθηκαν από τις αρχές για ακολασία, στις εφόδους που ακολούθησαν, σύμφωνα με την ερευνήτρια για ανθρώπινα δικαιώματα Lobna Darwish, που εργάζεται για την Αιγυπτιακή Πρωτοβουλία Προσωπικών Δικαιωμάτων με έδρα το Κάιρο.

Έπειτα από τρεις μήνες και μετά από διπλωματικές πιέσεις απελευθερώθηκε. Όπως αναμενόταν, την είχαν απολύσει από την δουλειά της, όπου εργαζόταν ως προγραμματίστρια και πολλοί συγγενείς της γύρισαν την πλάτη. Λίγους μήνες αργότερα, φοβούμενη ότι κινδύνευε και πάλι να τεθεί υπό κράτηση διέφυγε στον Καναδά όπου έλαβε πολιτικό άσυλο.

Στον Καναδά, η Χεγκάζι βρήκε την πολυπόθητη ασφάλεια αλλά κλείστηκε στον εαυτό της. Ήταν συντετριμμένη από τον θάνατο της μητέρας της που πέθανε από καρκίνο, λίγες εβδομάδες αφότου μετανάστευσε.

Η Σάρα Χεγκάζι αυτοκτόνησε στις 14 Ιούνη του 2020 και άφησε πίσω της ένα χειρόγραφο μήνυμα στο οποίο έγραψε, μεταξύ άλλων: «Για τους φίλους μου, η εμπειρία ήταν δύσκολη, και ήμουν πολύ αδύναμη για να αντισταθώ. Συγχωρέστε με».

«Κάθε Φεμινιστική Κουίρ γωνιά αγώνα του αφιλόξενου αυτού κόσμου, οφείλει να τη θυμάται. Οφείλουμε να τη μνημονεύουμε στις πορείες μας, τους δρόμους, στα στέκια μας.
Κάθε ημέρα πέφτουν τα σώματα των αδελφών μας που δεν γνωρίσαμε ποτέ.

Καμία συγχώρεση στο σύστημα που δολοφονεί. Εμείς θα αγωνιζόμαστε ενάντια στον σκοταδισμό του φασιστικού, σεξιστικού, ομοφοβικού καθεστώτος που καταδικάζει σε θάνατο κάθε άνθρωπο που παλεύει για να ζήσει» σχολιάζει η φεμινιστική οργάνωση «Καμία Ανοχή».