Αν κανείς νομίζει ότι αυτό υπονομεύεται από την ηθική της σωματικής άσκησης, πιστεύω ότι τα πράγματα είναι αντίστροφα. Η οργανωμένη σωματική άσκηση – pilates στο YouTube ή το παραδοσιακό τζόγκινγκ – έρχεται ακριβώς για να καλύψει το κενό μιας ζωής χωρίς σώμα. Όσοι ανήκουν στα σχετικώς εύπορα στρώματα που μπορούν να γυμνάζονται, θα έχουν μια τελετουργική υπόμνηση της ύπαρξης του σώματος, τέτοια που να εξασφαλίζει «κορμί για Instagram», αρκετή ώστε να μπορούν να συντηρούν μια ζωή ασώματη.

Ο άνθρωπος της ψηφιακής εποχής ψωνίζει από το διαδίκτυο, ερωτεύεται από το διαδίκτυο, διασκεδάζει, ακούει μουσική και βλέπει ταινίες από το διαδίκτυο, εργάζεται από το διαδίκτυο, γνωρίζει τη λαγνεία και την αδρεναλίνη από το διαδίκτυο.

Τι απομένει; Το άγγιγμα. Ζει κανείς χωρίς άγγιγμα; Αυτή ήταν μια αντίδραση φίλης στο προηγούμενο κείμενό μου για τα ζευγάρια της καραντίνας, που έγραφε για το χάδι. Τι κάνει το χάδι βιοχημικά στον εγκέφαλό μας κλπ. Όμως αυτά αφορούν τους ήδη πεπεισμένους.

Το ζήτημα είναι ότι αυτά που θα θεωρούσαμε επεισόδιο του Black Mirror, με ανθρώπους κλεισμένους στα σπίτια τους να παίρνουν άδεια από την αστυνομία για να περπατήσουν, χωρίς να επιτρέπονται οι άσκοπες μετακινήσεις, και να διοργανώνουν συνευρέσεις ψηφιακού χαρακτήρα, εργασιακές και ψυχαγωγικές, είναι ξαφνικά η πραγματικότητα της ζωής μας. Έλεγα ότι οι μελέτες για την ψηφιακή εποχή υπενθυμίζουν κατηγορίες συμπολιτών μας που βρίσκουν σε αυτή την επαφή μια σωτήρια αναπλήρωση της αδυναμίας σωματικής συνύπαρξης.

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που παρακολουθούμε αυτά τα ερωτήματα. Η επικοινωνία από απόσταση μπαίνει στη ζωή των ανθρώπων για πρώτη φορά αποφασιστικά με τον τηλέγραφο και τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Για τα άτομα με αναπηρία η απόσταση μπορεί να είναι παράγοντας μεγαλύτερης και ευκολότερης επικοινωνίας, είτε διότι άτομα με αυτισμό μπορεί να επικοινωνούν καλύτερα γραπτά, είτε διότι κάποιος που δεν μπορεί πια να ταξιδέψει μπορεί να συντηρήσει τις σχέσεις που ανέπτυξε χωρίς να κινείται, είτε διότι άτομα της τριτης ηλικίας μπορούν να γνωρίσουν άλλους και να καταπολεμήσουν τη μοναξιά τους. Θα μπορούσε να συνεχιστεί ο κατάλογος, να συμπεριλάβει ξενιτεμένους κα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν αυτό που παρουσιάζουμε είναι ή όχι υποκατάστατο, και τι ακριβώς σημαίνει αυτό.

Ας δούμε όμως τι δεν μπορεί να γίνει αυτές τις μέρες. Δεν στέκομαι μόνο στις επαγγελματικές δραστηριότητες που απαιτούν σωματική παρουσία, όπως είναι ο τουρισμός και η εστίαση. Δεν λειτουργούν τα θέατρα. Δεν γίνονται συναυλίες. Οι μουσικοί έχουν βαλθεί να βγάζουν σύντομα βίντεο με μουσική από το σπίτι τους, οι ηθοποιοί μπορεί να ξεδίνουν κωμικά στο tik-tok αλλά δεν μπορούν να αναπληρώσουν το κενό. Το ερώτημα είναι: αυτό που μας λείπει σε μια συναυλία ή μια παράσταση είναι κάτι που δεν αναπληρώνεται; Ο μουσικός παράγει μουσική με το κορμί του. Εμείς γιατί πρέπει να είμαστε εκεί;

Ξέρω την απάντηση που θα δώσουν οι περισσότεροι φιλότεχνοι, αλλά το ερώτημά μου είναι περιγραφικό περισσότερο, δεν αφορά πρωτίστως το αν εγώ θα επιθυμούσα αυτή ή την άλλη λύση. Θυμίζω ότι η κουβέντα αυτή δεν είναι καθόλου καινούργια, είναι μια συζήτηση που έγινε όταν το σινεμά κέρδιζε το κοινό από τις παραστάσεις του Καραγκιόζη, ο Ηλίας Πετρόπουλος έγραφε ότι  τον Καραγκιόζη τον πολέμησε η αστυνομία αλλά τον κέρδισε ο κινηματογράφος, και ο Κιουρτσάκης σχολίαζε ότι η διαφορά είναι η άμεση σωματική παρουσία του κοινού στον Καραγκιόζη.

Πόσο απαραίτητη είναι η άμεση σωματική παρουσία για τον θεατή; Το θέατρο που έπαιζα εγώ με τους Τσιριτσάντσουλες ήταν σωματικό θέατρο, δεν ήταν θέατρο απαγγελίας. Ήταν ένα θέατρο που βασιζόταν στον κορμί του ηθοποιού. Σύμφωνοι. Το ίδιο για τον χορό, για τον Τσάπλιν ας πούμε, που σε ηλικία 9 ετών χόρευε φορώντας τα ξυλοπάπουτσα που φορούσαν στα ορυχεία. Όμως τι διαφορά έχει για τον θεατή αν βλέπει τον ηθοποιό από κοντά ή από μια οθόνη; Αυτό είναι πιο δύσκολο ερώτημα.

Η δυνατότητά μου να γράφω σχόλια, να βάζω emoticons και να συζητώ στη διάρκεια μιας μαζικής διαδικτυακής προβολής, είναι ή δεν είναι παρουσία; Γιατί να μην με καθιστά «κοινό» μιας παράστασης αυτή η αντίδραση; Ισχύει αυτό που γράφει ειρωνικά ο Κουτσολέλος, ότι άμα δεν σε φτύσει ο ηθοποιός δεν καταλαβαίνεις θέατρο;

Το βιβλίο Alone Together παρουσιάζει μια κοινωνία βουτηγμένη στην εξ αποστάσεως επαφή, μια κοινωνία εν πολλοίς ρομποτική. Η ταυτόχρονη παρακολούθηση ταινιών στο Netflix μού θυμίζει πως η συγγραφέας θεωρεί πως η ταυτόχρονη παρουσία μας σε ένα σπίτι για να δούμε ταινία είναι γεγονός κοινωνικό, σε αντίθεση με το διαδίκτυο που μας χωρίζει σε διαφορετικούς χώρους. Στη δική μου οικογένεια το να κοιτάμε όλοι μαζί μια οθόνη, αντί να κοιτάμε ο ένας τον άλλον, είναι ήδη γεγονός αντικοινωνικό. Όλα αυτά όμως χρειάζεται να τα διαπραγματευτούμε από την αρχή.

Το θέατρο έχει επιβιώσει έχοντας να ανταγωνιστεί τιτάνες της τέχνης του κινηματογράφου, οπότε μπορούμε να ευελπιστούμε ότι θα αντέξει στην πίεση που ασκεί το YouTube. Όμως αυτό δεν καταργεί το ερώτημα τι ακριβώς χάνει ο θεατής όταν βλέπει από μακριά. Τι είναι η σωματική εγγύτητα για το μάτι και το αυτί; Όλοι παραπονιόμαστε ότι δεν μπορούμε να δούμε θέατρο από την οθόνη, αλλά πολύ συχνά αυτό οφείλεται στο ότι οι βιντεοσκοπήσεις γίνονται άτεχνα, για αρχειακή μόνο χρήση. Να λέμε ότι το θέατρο είναι για να το βλέπεις από κοντά είναι σαν να λέμε ότι θέλουμε να μυρίζουμε τα βιβλία και δεν μας αρέσει η ανάγνωση από οθόνη. Μπορεί να είναι όλη η αλήθεια του κόσμου για αυτόν που το λέει, αλλά δεν μας βοηθάει να καταλάβουμε τι αλλάζει την ώρα που αλλάζει.

Παρακολουθούμε τη διερώτηση για το τι είναι το κορμί και μάλιστα τι είναι το κορμί σε σχέση με την ανθρώπινη φαντασία που του δίνει περιεχόμενο. Ποτέ δεν σκεφτόμαστε το σώμα μόνο υλικά. Εμπειρίες του σώματος που το συμβολίζουν αυτό είναι ο οργασμός, το βασανιστήριο και η ασθένεια. Είναι οι κατ’ εξοχήν σωματικές εμπειρίες, για τις οποίες όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχουν χωρίς τον νου που κινεί και τις υποδέχεται ως σωματικές εμπειρίες.

Στα ασκητικά κείμενα του 10ου αιώνος υπάρχει ένας πόλεμος εναντίον του σώματος, με στόχο τον «εν σώματι ασώματο βίον». Στους ασκητές αυτό φτάνει μέχρι τον αυτοβασανισμό, τα 53 έτη ζωής σε στύλο, από τα οποία τα 14 δεν άλλαξε πλευρό, ο Συμεών ο στυλιτης, ή με τον ίδιο τρόπο που εγκλείεται ο Μακάριος ο Αλεξανδρινός οικειοθελώς σε κελί που δεν μπορεί να απλώσει τα πόδια του. Το βασανιστήριο γίνεται μαζί στην ψυχή και στο σώμα, ακόμη και με την απλοϊκή έννοια που περιγράφουν βασανισθέντες, πως το βασανιστήριο είναι πρωτίστως η αναμονή του βασανισμού, και ο οργασμός, θα μας το πουν πλήθος εκλαϊκευτικές σοφίες και τηλεοπτικές συνεντεύξεις στον δρόμο, είναι «εγκεφαλική υπόθεση». Όσο για την ασθένεια, είναι κοινός τόπος ότι υπάρχει ψυχική παράμετρος. Σε όλα αυτά όμως, δεν παραμένει ένας πυρήνας “καθαρά” σωματικός; Στον στυλίτη, σε αυτόν που φτάνει σε οργασμό ή τον νοσούντα; Τι αλλάζει λοιπόν αν είμαστε ή δεν είμαστε εκεί; Η μυρωδιά;

Επειδή ακριβώς δεν υπάρχει αδιαμεσολάβητη σαρκική εμπειρία, δεν είναι καθόλου βέβαιο τι είναι αυτό που στερούμαστε όταν ξαφνικά μας πουν (μας λένε ήδη) ότι οι επαφές μας με τον κόσμο θα γίνονται με όλα τα μέσα, πλην της άμεσης σωματικής παρουσίας. Θα μιλάμε, θα βλέπουν τις εκφράσεις του προσώπου μας, θα χειρονομούμε, θα έχουν άμεση χρονικά πρόσβαση στην εικόνα μας, αλλά δεν θα είμαστε στον ίδιο χώρο.

Το ίδιο  συμβαίνει με τους δασκάλους. Ειρωνεύονται λέγοντας ότι ένας υπολογιστής δεν είναι σχολείο, αλλά πρέπει να αναρωτηθούμε: τι δίνει η σωματική παρουσία του δασκάλου; Προσπερνώ εδώ ομολογουμένως πολύ σοβαρά ερωτήματα εργασιακών δικαιωμάτων και ωραρίων, μόνο διότι με απασχολεί να απαντήσουμε τι χάνεται όταν καθηγητές/τριες και μαθητές/τριες δεν βρίσκονται στον ίδιο χώρο. Δεν λέω εμπρός να καταργηθούν οι αίθουσες διδασκαλίες και τα γραφεία, οι συνέπειες είναι για διάφορους ανυπολόγιστες, ιδίως ως προς την εργασιακή εκμετάλλευση, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να παρακάμπτεται το ερώτημα: πόσα είναι αυτά που δεν γίνονται χωρίς σωματική παρουσία;

Εις ό,τι με αφορά, έχω αναμνήσεις από τότε που ήμουν «τύπος αθλητικός», γι’ αυτό και δεν διαχωρίζω ανάμεσα στην καλή και την κακή χρήση του υπολογιστή, την χαυνωτική καταβύθιση στο YouTube και το Facebook ή την ανάγνωση μελετών στο Kindle και την παρακολούθηση ταινιών. Όλα αυτά συνιστούν αυτό που λένε στα Αγγλικά «screen time», οι άλλες διαφορές είναι δευτερεύουσες.

Δεν νομίζω ότι έχει νόημα εδώ να επιχειρήσουμε να απαντήσουμε αν αυτό που συμβαίνει είναι καλύτερο ή χειρότερο. Πιστεύω όμως ότι η καραντίνα αναδεικνύει μια αλλαγή που έχει ήδη συμβεί και που θα βαθαίνει όλο και περισσότερο, και η αλλαγή αυτή είναι ο ασώματος άνθρωπος. Το πρώτο μέλημα θα ήταν λοιπόν για μένα να αναγνωρίσουμε τι δεν κατανοούμε επαρκώς όταν αναλύουμε. (Δεν εξαιρώ τον εαυτό μου, όταν το λέω αυτό)

Αν δεν υπάρχει επαγγελματική σχέση με το σώμα, είτε σε χειρωνακτικά επαγγέλματα είτε π.χ. στις απολαύσεις και τις τέχνες, βαδίζουμε ολοταχώς προς μια εποχή ασώματη. Το σώμα θα υπάρχει ως μεταφορά, όπως στην έκφραση «βαδίζουμε προς μια εποχή», όπου κανείς πια δεν βαδίζει παρά μόνο για σπορ, αλλά η παρουσία του θα χρειάζεται δικαιολόγηση, δεν θα είναι ποτέ αυτονόητη. Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό; Με διαφορετικές αφορμές, θεολογικές και άλλες, έχουν ξανατεθεί παρόμοια ερωτήματα. Είναι υπόθεση των φιλοσόφων να στοχαστούν πάνω στον χωρισμό σώματος-ψυχής και τα ρέστα, αλλά είναι επείγουσα υπόθεση όλων μας να σκεφτούμε τι είναι σήμερα το κορμί μας, όταν ό,τι κάνουμε γίνεται κατά ένα ποσοστό συντριπτικό με ένα πληκτρολόγιο, ένα ποντίκι και δύο μάτια. Τα ερωτήματα που θέτει η καραντίνα δεν θα είναι μόνο πολιτικά, δεν θα αφορούν μόνο την παρακολούθηση και την ελαστική εργασία. Θα αφορούν βαθύτερα τη σχέση μου με τα χέρια, το στομάχι και τα πόδια μου, και τελικά τι με κάνει άνθρωπο.