Το ακίνητο της Δ. Αρεοπαγίτου και τα πρώτα δημοσιεύματα

Ήδη από το 2004 ο πολυτελής γάμος και η πολυέξοδη ζωή του Α. Τσοχατζόπουλου είχαν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, καθώς οι νόμιμες αμοιβές του δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τέτοια οικονομική άνεση. Στις εκλογές του 2007 ο Τσοχατζόπουλος δεν κατόρθωσε να εκλεγεί βουλευτής και το 2009 αρνήθηκε να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα. Η αγορά του ακινήτου στη Δ. Αρεοπαγίτου από τη συζύγό του, Βίκυ Σταμάτη, στις 16 Απριλίου του 2010 ήταν κάτι παραπάνω από επαρκής για να εγείρει τα πρώτα στοιχειοθετημένα ερωτηματικά.

Στις 30 Μαΐου 2010 η εφημερίδα Καθημερινή σε δημοσίευμα  της αναφέρει: «Τρεις ημέρες πριν από την ψήφιση στη Βουλή του νόμου 3842/2010 «περί αποκατάστασης της φορολογικής Δικαιοσύνης και αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής», που ανάμεσα στα άλλα πενταπλασιάζει τη φορολογία ακινήτων που ανήκουν σε εξωχώριες (offshore) εταιρείες, η κατοικία του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Άκη Τσοχατζόπουλου μεταγράφεται από offshore εταιρεία στη σύζυγό του, Βίκυ Σταμάτη, για πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ.» Το δημοσίευμα παρουσίαζε ακόμη στοιχεία της διαδρομής της οικείας της Δ. Αρεοπαγίτου από την Torcasso το 1999 (εμπλεκόμενη offshore στην πώληση ακινήτων το 2007 στη Μονή Βατοπεδίου), στη Nobilis το 2001 και μετέπειτα στη Βίκυ Σταμάτη. Την ίδια μέρα δημοσιέυμα  στο Πρώτο Θέμα θέτει μια σειρά ερωτήματα για την οικία της Αρεοπαγίτου, της οποία ο Τσοχατζόπουλος δήλωνε ενοικιαστής.

Με αφορμή τα δημοσιεύματα,  η υπόθεση παραπέμπεται στην Επιτροπή Διαφάνειας του ΠΑΣΟΚ, το ΣΔΟΕ ασκεί σχετική έρευνα , ενώ προκαταρκτική εξέταση διατάσσει και η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, Ελένη Ράικου.  Στις 7 Ιουνίου η επιτροπή του κινήματος ζητά την αναστολή της κομματικής ιδιότητας του Τσοχατζόπουλου, «χωρίς, σύμφωνα με την απόφαση, αυτό να συναρτάται με τη νομική πλευρά της υπόθεσης και να προδικάζει την κατάληξη της δικαστικής διερεύνησης». 

Η εμπλοκή στην υπόθεση Siemens

Τα στοιχεία που αφορούσαν την οικία της Αρεοπαγίτου όμως ήταν μόνο η αρχή. Τον Ιανουάριο του 2011 παραδόθηκε έπειτα από μήνες ερευνών το Πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για την διερεύνηση του σκανδάλου της Siemens. Μεταξύ των ονομάτων των πολιτικών προσώπων, στα οποία αποδόθηκαν ευθύνες, ήταν και εκείνο του Α. Τσοχατζόπουλου.

Συγκεκριμένα ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας το διάστημα 1996-9, ο Τσοχατζόπουλος εμπλέκεται με τις συμβάσεις για τα γερμανικά υποβρύχια, οι οποίες σύμφωνα με καταθέσεις πρώην συμβούλων της Siemens στην Εισαγγελία Μονάχου συνοδεύτηκαν από μίζες πολλών εκατομμυρίων ευρώ: «Εκείνη την εποχή έτρεχε ένα έργο με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Δεν επρόκειτο για επίσημο προϊόν της SIEΜΕΝS, όμως η τοπική εταιρεία ήθελε παρ’ όλα αυτά να πάρει το έργο και ο Sikaczek το υποστήριζε. Για το κλείσιμο της σύμβασης ο στρατός ήθελε <φακελάκι>». (βλ. κατάθεση Sikaczek σε Εισαγγελία Μονάχου στις 8.10.2008 και απολογία Niedl στην Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών του Μονάχου στις 23.11.2007), αναφέρεται στο πόρισμα (σελ. 496-7). Στο στόχαστρο της Επιτροπής τέθηκε όμως και το εξοπλιστικό πρόγραμμα ΕΡΜΗΣ, καθώς όπως σημειώνεται: «Στην κατάθεσή του στην Εξεταστική Επιτροπή ο τότε Υπουργός ανέφερε ότι από ένα στάδιο και μετά δεν παρακολούθησε τις πληρωμές του έργου ΕΡΜΗΣ (βλ. κατάθεση κ. Α. Τσοχατζόπουλου στις 01.09.2010 σελ. 260) και παραδέχθηκε με αυτόν τον τρόπο την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του.»

Το σκάνδαλο των υποβρυχίων και η διαγραφή από το ΠΑΣΟΚ

Τον Φεβρουάριο του 2011 δημοσίευμα του γερμανικού Der Spiegel, επικαλούμενο ανακριτικό υλικό της εισαγγελίας Μονάχου (που αφορούσε έρευνες εις βάρος 50 περίπου στελεχών της Ferrostaal, κατηγορούμενων, μεταξύ άλλων, για δωροδοκία Ελλήνων αξιωματούχων), έκανε λόγο για εξαγορά του πρώην υπουργού, αναφορικά με την συμφωνία  πώλησης τεσσάρων υποβρυχίων των ναυπηγείων του Κιέλου HDW. Στη συμφωνία Ferrostaal – Τσοχατζόπουλου έκανε αναφορά και η εφημερίδα Real News ένα μήνα μετά.

Στις 31 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής αποφάσισε τον έλεγχο του πόθεν έσχες του πρώην υπουργού, καθώς θεωρήθηκε ερευνητέο το ποσό των καταθέσεών του ύψους 178 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ δέκα μέρες αργότερα διαγράφτηκε οριστικά από το ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα το ίδιο κόμμα προχώρησε στην πρόταση σύστασης  Προκαταρκτικής Επιτροπής για το σκάνδαλο των υποβρυχίων, με εγκαλούμενο τον Α. Τσοχατζόπουλο. «Το ατόπημα στο οποίο οδηγούν κάποιοι την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ δεν τους τιμά. Με την περίεργη διαδικασία που επιλέγουν αποκαλύπτουν και στην περίπτωση αυτή, τη βαθιά κρίση πολιτικού προσανατολισμού του ΠΑΣΟΚ αυτή την περίοδο», δήλωνε τότε σε απάντηση ο πρώην υπουργός.

Τον Μάιο του 2011 δημοσιεύονται τα πρώτα στοιχεία που παραδόθηκαν στην παραπάνω  Επιτροπή έπειτα από την έρευνα του ΣΔΟΕ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η τιμή αγοράς του ακινήτου της Διονυσίου Αρεοπαγίτου που αναγράφεται στα συμβόλαια, είναι μικρότερη από την αντικειμενική του αξία.

Η Βουλή αποφασίζει την παραπομπή Τσοχατζόπουλου στη δικαιοσύνη

Στις 6 Ιουνίου κατατίθεται  το πόρισμα της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση αγοράς των γερμανικών υποβρυχίων στον Πρόεδρο της Βουλής. Σε αυτό προτείνεται η παραπομπή του πρώην υπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο και η άσκηση δίωξης εναντίον του για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας (την περίοδο από 1.11.1999 μέχρι 27.9.2007), ενώ προτείνεται  ακόμη η παραπομπή του στην τακτική Δικαιοσύνη για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα . Την 1η Ιουλίου η Βουλή αποφάσισε με 216 «ναι» και 9 «όχι» την παραπομπή του για το πρώτο αδίκημα, και με 215 «ναι» και 9 «όχι» για το δεύτερο.

Δύο μήνες αργότερα, όμως, το πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Άρειου Πάγου, υιοθετώντας εισήγηση του αντεισαγγελέα του Α.Π., Ν. Μαύρου, και του αεροπαγίτη ανακριτή, Β. Λαμπρόπουλου, αποφασίζει την οριστική παύση της ποινικής δίωξης του Α. Τσοχατζόπουλου για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας,  καθώς έχουν παρέλθει από τη διάπραξή του, οι δύο κοινοβουλευτικές σύνοδοι της Βουλής, που απαιτούνται για την παραγραφή  των αδικημάτων υπουργών. Αναφορικά με το αδίκημα της νομιμοποίησης του μαύρου χρήματος, το Συμβούλιο πρότεινε την παραπομπή του στην τακτική δικαιοσύνη.

Τον Οκτώβριο του 2011, ο Τσοχατζόπουλος κλήθηκε ενώπιον των εισαγγελέων με την ιδιότητα του υπόπτου, ενώ μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης ο φάκελος διαβιβάστηκε στον ειδικό ανακριτή Μάλλη, ο οποίος σε συνεννόηση με την Εισαγγελία εξέδωσε τον επόμενο Απρίλιο ένταλμα σε βάρος του.

Στο διάστημα που μεσολάβησε και συγκεκριμένα στις 13 Ιανουαρίου 2012, ο Άκης Τσοχατζόπουλος καλείται και εμφανίζεται στον εισαγγελέα Μπρη ως ύποπτος για ανειλικρινή φορολογική δήλωση του 2010 (χρήση 2009). Στις 10 Απριλίου, ο Γαληνός Μπρης εισηγείται στο Συμβούλιο Εφετών την παραπομπή του στο Τριμελές Εφετείο για την πλημμεληματική κατηγορία της ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες», καθώς σε αυτή δεν περιλαμβάνεται το σπίτι στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ενώ κάποια παλαιότερα περιουσιακά στοιχεία του πρώην υπουργού δεν φαίνεται να δικαιολογούνται με βάση τα εισοδήματά του.

Η σύλληψη

Στις 11 Απριλίου εκδίδεται ένταλμα σύλληψης και ο Άκης Τσοχατζόπουλος συλλαμβάνεται με τις κατηγορίες της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.

Την ίδια ημέρα συλλαμβάνονται με τις ίδιες κατηγορίες ο Νικόλαος Ζήγρας, εξάδελφος του Τσοχατζόπουλου, η Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, λογίστριά του, και ο Γεώργιος Σαχπατζίδης, επιχειρηματίας γνωστός για την εμπλοκή του στην υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου. Την επομένη παραδίδεται και ο τέταρτος για τον οποίο είχε εκδοθεί ένταλμα, ο Αστέριος Οικονομίδης, της κατασκευαστικής εταιρείας Arcon . Και οι τρεις συγκατηγορούμενοι του Τσοχατζόπουλου εμφανίζονται διαχειριστές των offshore, που διακινούσαν το μαύρο χρήμα του πρώην υπουργού. Σύμφωνα με το πόρισμα του εισαγγελέα: «ο Άκης Τσοχατζόπουλος και οι συνεργάτες του συνέστησαν εγκληματική οργάνωση και για την πραγμάτωση του σκοπού τους ίδρυσαν τρεις Off shore εταιρείες, τις BLUBELL, ΝΟΒΙLIS και TORCASO, μέσω των οποίων προέβησαν σε σειρά παράνομων πράξεων, μεταξύ άλλων και νομιμοποίηση παράνομων αμοιβών μέσω του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Σε αυτές τις εταιρίες ιδιοκτήτης φαινόταν να είναι ο Άκης Τσοχατζόπουλος».

Οι εισαγγελείς αναφερόμενοι στους λόγους, για τους οποίους έκριναν επιβεβλημένη την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης σημείωναν:  «Η ανωτέρω υποδομή στην αλλοδαπή, μέρος της οποίας έχει αποκαλυφθεί, συνιστά κατά την άποψή μας παράλληλα και προσπαρασκευή για την διαφυγή των εμπλεκομένων στο εξωτερικό σε οποιοδήποτε χρόνο κρίνουν αναγκαίο. Η υποδομή αυτή είναι βέβαιο οτι εξακολουθεί να υφίσται δεδομένου οτι μέρος μόνο αυτής έχει εντοπιστεί και είναι μέχρι σήμερα άγνωστη η κατάληξη μεγαλων χρηματικών ποσών που περιήλθαν στην κατοχή των ανωτέρω προσώπων, η δε επί μακρόν ανάπτυξη της δράσης τους είναι λογικό να έχει δημιουργήσει υφιστάμενους μέχρι σήμερα σταθερούς δεσμούς εμπιστοσύνης με άλλα άγνωστα πρόσωπα που τους συνέδραμαν στην αλλοδαπή αποκομίζοντας τεράστια οφέλη. Τα ανωτέρο καθιστούν όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα ύποπτα φυγής από το χρονικό σημείο κατα το οποίο θα διαπιστώσουν οτι τα συγκεντρωθέντα σε βάρος τους στοιχεία θα μπορούσαν να τους οδηγήσουν στην φυλακή».

Η προφυλάκιση

Στις 13 Απριλίου, η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, Ελένη Ράικου,  εξέδωσε εντολή για δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του πρώην υπουργού και των υπόλοιπων τεσσάρων κατηγορουμένων, ενώ στις 16 Απριλίου, μετά από πολύωρη απολογία, ο Άκης Τσοχατζόπουλος με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα, κρίθηκε προφυλακιστέος. Την επομένη ο πρώην υπουργός οδηγείται στον Κορυδαλλό, όπως και οι Ζήγρας, Λαμπροπούλου, Σαχπατζίδης, ενώ ο Οικονομίδης είχε ήδη προφυλακιστεί τις προηγούμενες ημέρες.

Στις 25 Απριλίου ξεκινούν ενώπιον του ανακριτή οι απολογίες εμπλεκόμενων προσώπων στην υπόθεση. Τις επόμενες μέρες προφυλακιστέες κρίνονται  η Αρετή Τσοχατζοπούλου, κόρη του Τσοχατζόπουλου, λόγω εμπλοκής της από κοινού με τον Οικονομίδη σε εικονική αγοραπωλησία ακινήτου στο Κολωνάκι, αλλά και η Βίκυ Σταμάτη.

Η απολογία Ζήγρα επιβεβαιώνει και δίνει νέα πρόσωπα

Στις 18 Ιουλίου η συμπληρωματική απολογία του προφυλακισμένου διαχειριστή των οικονομικών του πρώην υπουργού και εξαδέλφου του, Ν. Ζήγρα, θα  προσθέσει σημαντικά νέα στοιχεία στη δικογραφία. Κατά την 9ωρη παραμονή του στο γραφείο του ανακριτή Γαβριήλ Μαλλή, ο Νικόλαος Ζήγρας φέρεται όχι μόνο να επιβεβαίωσε τα στοιχεία της ανάκρισης, αλλά και να έδωσε πολύ σημαντικές πληροφορίες για το ρόλο άλλων προσώπων στη διαδρομή νομιμοποίησης του μαύρου χρήματος, καθώς και να παραδέχθηκε ότι πράγματι διαχειριζόταν, μέσω off shore εταιρειών, χρήματα του Άκη Τσοχατζόπουλου, έως το 2004.

Στον ανακριτή ο Ζήγρας  αναφέρθηκε στο όνομα του πρώην υπουργού Εσωτερικών της Κύπρου, Ντίνου Μιχαηλίδη, κάνοντας λόγο για ενεργό ρόλο του όχι μόνο στην οργάνωση της επιχείρησης για το «ξέπλυμα», αλλά και στη διακίνηση χρημάτων προερχομένων από «μίζες» που δόθηκαν για την επιλογή των ρωσικών όπλων TORM1.

Ως πρόσωπο με σημαντικές αρμοδιότητες στην όλη υπόθεση υπέδειξε ακόμη τον Γιάννη Σμπώκο, πρώην γενικό γραμματέα στη Διεύθυνση Εξοπλισμών και στενό συνεργάτη του Άκη Τσοχατζόπουλου. Ο Σμπώκος συνελήφθη στις  2 Οκτωβρίου και λίγες μέρες μετά κρίθηκε προφυλακιστέος, αρνούμενος τις κατηγορίες.

Η δίκη Τσοχατζόπουλου για ανακριβείς δηλώσεις «πόθεν έσχες»

Στις 4 Μαρτίου ο Άκης Τσοχατζόπουλος καλείται να λογοδοτήσει για το αδίκημα των ανακριβών δηλώσεων περιουσιακής  κατάστασης, που αφορούν τα έτη 2006 έως 2009. Το κατηγορητήριο, το οποίο είχε συνταχθεί σε βάρος του, περιελάμβανε συγκεκριμένα στοιχεία που αφορούσαν στην παράλειψη δήλωσης το 2006 καταθέσεων, μετοχών και αξιόγραφων συνολικής αξίας περίπου 47.000€, το 2007 ποσών περίπου 33.000€  και το 2008 καταθέσεων 20.000€. Τέλος στη δήλωση του 2009 δεν είχε συμπεριληφθεί η αγορά του ακινήτου της Δ. Αρεοπαγίτου από τη σύζυγό του.

Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αποφάσισε ποινή κάθειρξης οκτώ ετών χωρίς αναστολή, 520.000€ πρόστιμο, καθώς και δήμευση του ακινήτου της Δ. Αρεοπαγίτου. «Δυστυχώς σήμερα όχι μόνο δεν προωθήθηκε η δημοκρατία αλλά σκεπάστηκε, κουκουλώθηκε η αλήθεια και η πραγματικότητα. Αυτό οδηγεί σε νομική αστοχία. Πρόκειται για απαράδεκτη απόφαση κατά της οποίας θα προσφύγουμε», δήλωσε ο Τσοχατζόπουλος μετά την ανακοίνωση της απόφασης.

Η παραπομπή για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα

Στις 8 Μαρτίου με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, ο Άκης Τσοχατζόπουλος και άλλα 18 άτομα παραπέμπονται σε δίκη με την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, κατ’επάγγελμα και κατ’εξακολούθηση. Η δίκη ορίζεται για τις 22 Απριλίου. Κατηγορούμενοι είναι οι:

• Άκης Τσοχατζόπουλος
• Αστέριος Οικονομίδης, επιχειρηματίας στον χώρο των κατασκευών
• Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, λογίστρια
• Νίκος Ζήγρας, επιχειρηματίας, εξάδελφος του πρώην υπουργού
• Γιώργος Σαχπατζίδης, επιχειρηματίας
• Αρετή Τσοχατζοπούλου, κόρη του βασικού κατηγορούμενου
• Βίκυ Σταμάτη, σύζυγος του βασικού κατηγορούμενου
• Γιάννης Σμπώκος, πρώην γενικός γραμματέας της Διεύθυνσης Εξοπλισμών
• Ταλίτα Μαρία Τσεκούρα, δικηγόρος
• Νίκος Γεωργουλάκης, εμφανιζόμενος ως ιδιοκτήτης υπεράκτιας εταιρείας
• Παναγιώτης Σταμάτης, αδελφός της συζύγου του πρώην υπουργού
• Παντελής Ζαχαριάδης, εμφανιζόμενος ως συνιδιοκτήτης υπεράκτιας εταιρείας
• Οράτιος Μελάς, εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Κωνσταντίνος Αντωνιάδης, εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Σπύρος Χατζηνικολάου, δικηγόρος και εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου, πρώην σύζυγος του Τσοχατζόπουλου
• Φώτης Αρβανίτης, επιχειρηματίας στον χώρο των κατασκευών και πρώην βουλευτής Φωκίδας με το ΠΑΣΟΚ
• Νίκος Καρατζάς, ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ
• Γιώργος Κωνσταντάτος, δικηγόρος

Αντίθετα δεν παραπέμπονται σε δίκη η Αικατερίνη Σταμάτη, θεία της συζύγου του πρώην υπουργού, και ο Ευτύχιος Ατσοπάρδης, εκπρόσωπος της εξωχώριας εταιρείας Bluebell. Με το βούλευμα κρίνεται, επίσης, ότι πρέπει να παύσει οριστικά η δίωξη του Άκη Τσοχατζόπουλου και της πρώην συζύγου του για την επιμέρους πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, που αφορά το έτος 1997 και σχετίζεται με αγορά ακινήτου. Επίσης, παύει οριστικά η ποινική δίωξη για όλους τους κατηγορούμενους, που αφορά τη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.