Στη Βουλή βρίσκεται από το βράδυ της περασμένης Πέμπτης το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας που θεσμοθετεί τον ανταγωνισμό ιδιωτικής και δημόσιας υγείας, παγιώνοντας τη λογική του πελάτη για όσους έχουν ανάγκη περίθαλψης, και ανοίγοντας διάπλατα τις πόρτες του δημοσίου συστήματος υγείας για την άλωση του από το ιδιωτικό.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, κορωνίδα του νέου νομοσχεδίου του Βασίλη Κικίλια είναι η θέσπιση της Ανώνυμης Εταιρείας Οργανισμός Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία Α.Ε. (ΟΔΙΠΥ Α.Ε.).

Όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας – Ιδρυση και καταστατικό του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία Α.Ε. (ΟΔΙΠΥ Α.Ε.) και άλλες επείγουσες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας», η εταιρεία αυτή δημιουργείται «για τη διενέργεια αξιολόγησης όλων των παρόχων υπηρεσιών υγείας της χώρας». Αξιοσημείωτο πάντως το γεγονός πως τα ίδια τα κριτήρια αυτά δεν γνωστοποιούνται στο νομοσχέδιο, και παραπέμπονται στο εγγύς μέλλον.

Με το δημόσιο σύστημα στο στόχαστρό της, και την προώθηση του ιδιωτικού στα πεδία που υπάρχει «περιθώριο», όπως οι χρόνιες ελλείψεις προσωπικού, η έλλειψη υποδομών, η απενεργοποιημένη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και η μόνιμη υποχρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος υγείας, η εταιρεία φέρεται να στοχεύει «στην αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας».

Κατά το νομοσχέδιο, η ΟΔΙΠΥ θα προχωρήσει στην καταγραφή των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας ιδιωτικού και δημόσιου συστήματος υγείας, στην ανάπτυξη διαδικασιών και προτύπων ποιότητας, στη διαμόρφωση διεθνώς αποδεκτών δεικτών αξιολόγησης, στην αξιολόγηση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας, στην υποβολή προτάσεων στο αρμόδιο όργανο του υπουργείου Υγείας για παροχή ανταμοιβών και επιβολή κυρώσεων. Ακόμα, προβλέπεται η εκπαίδευση και κατάρτιση των Παρόχων Υπηρεσιών Υγείας, στην διερεύνηση των αναγκών υγείας, στον εντοπισμό των ελλείψεων, και στη διατύπωση προτάσεων για την κάλυψή τους, περιλαμβάνοντας φυσικά «λύσεις» όπως η συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Επίσης, προβλέπεται η σύσταση μητρώου πιστοποιημένων Παρόχων Υπηρεσιών Υγείας.

Ακόμα, όπως εξηγεί το δημοσίευμα, το νομοσχέδιο προβλέπει αξιολόγηση σε δύο στάδια, με το πρώτο να ανατίθεται από την ΟΔΙΠΥ σε «γραφεία ποιότητας ή άλλα τμήματα και υπαλλήλους», το οποίο συνίσταται σε αυτοαξιολόγηση που καταγράφει τις υφιστάμενες δυσλειτουργίες και τις αποκλίσεις ως προς τους δείκτες του Κοινού Πλαισίου Αξιολόγησης. Το δεύτερο στάδιο, περιλαμβάνει διενέργεια αξιολόγησης από «ανεξάρτητη ομάδα» της ΟΔΙΠΥ, αποτελούμενη από πραγματογνώμονες, η οποία θα συντονίζεται από εμπειρογνώμονα μόνιμο υπάλληλο της ανώνυμης εταιρείας, ο οποίος θα είναι επικεφαλής της ομάδας αξιολόγησης.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι αξιολογήσεις θα γίνονται με εφόδους στα νοσοκομεία, με πρόσβαση σε έγγραφα και φακέλους, ενώ θα συντάσσεται έκθεση που θα υποβάλλεται στο υπουργείο Υγείας. Έπειτα, όσα νοσοκομεία έχουν αξιολογηθεί θετικά θα μνημονεύονται και θα ανταμοίβονται, ενώ όσα έχουν αρνητική αξιολόγηση θα αντιμετωπίζουν κυρώσεις, με ανοικτό το ενδεχόμενο να κλείνουν ή να «αλλάζουν χαρακτήρα», με ότι αυτό συνεπάγεται και για τους εργαζόμενους.

«Υποκρισία» και ζεστό κρατικό χρήμα στα επιχειρηματικά συμφέροντα

«Η κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει ως πρότυπο τα συστήματα υγείας των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών που έθαψαν κάτω από τα σαθρά θεμέλιά τους εκατόμβες νεκρών την περίοδο της επιδημίας. Με εφόδιο την πολύτιμη παρακαταθήκη που της άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ, κλιμακώνει την επίθεσή της σε βάρος της υγείας του λαού» δηλώνει, μεταξύ άλλων, στην εφημερίδα η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος, Αφροδίτη Ρέτζιου.

Όπως εξηγεί η Αδρ. Ρέτζιου, «ο κυβερνητικός ισχυρισμός ότι σκοπός του συγκεκριμένου νομοσχεδίου είναι η αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας είναι υποκριτικός. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, μετά τα DRG της προηγούμενης κυβέρνησης, είναι ένα ακόμη βήμα στην κατεύθυνση της πλήρους εναρμόνισης των δημόσιων μονάδων υγείας με τους κανόνες της επιχειρηματικότητας και της εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών τους ώστε να είναι αυτοχρηματοδοτούμενα, να περιορίζεται δραστικά η κρατική χρηματοδότηση και να διοχετεύεται ζεστό κρατικό χρήμα στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα».

Στη δήλωσή της, η πρόεδρος των Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών της χώρας κατηγορεί την κυβέρνηση πως σχεδιάζει για το κράτος έναν ρόλο ρυθμιστή των κανόνων του ανταγωνισμού μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών μονάδων υγείας με βάση τους νόμους της αγοράς, «αντί να σχεδιάζει την ανάπτυξη των υπηρεσιών υγείας με κριτήριο την ικανοποίηση των αναγκών των ασθενών».

«Το μόνο που θα εξασφαλίζεται από το κράτος θα είναι ένα βασικό πακέτο παροχών πτωχοκομείου για τους ασθενείς. Αυτό θα είναι το κριτήριο αξιολόγησης και των υγειονομικών. Θα αξιολογείται, π.χ., θετικά ο γιατρός όταν στερεί από τον ασθενή αναγκαία φάρμακα, εξετάσεις που ξεφεύγουν από τον στενό κορσέ των αντιεπιστημονικών διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων τα οποία θα τον αναγκάζουν να εφαρμόσει για να κοστίζει λιγότερο ο ασθενής-πελάτης στο δημόσιο νοσοκομείο-επιχείρηση» προσθέτει η ίδια, ενώ υπογραμμίζει πως «δεν πρόκειται να βάλουμε πλάτη για να υλοποιήσουν τη βάρβαρη πολιτική τους. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε στο πλευρό του λαού μας για απολύτως δωρεάν, υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας».