«Εάν τώρα κλωτσήσουμε παρακάτω το τενεκεδάκι και που πούμε “ας αποφασίσουμε σε δύο χρόνια” για το πως θα γίνει το ελληνικό χρέος βιώσομο, τότε οι επενδυτές θα αναβάλουν επίσης τις αποφάσεις τους για επενδύσεις στη χώρα» δήλωσε στην Wall Street Journal ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.
 
Στις παροτρύνσεις του Μπάρακ Ομπάμα για την ελάφρυνση του χρέους, απάντησε άμεσα και αρνητικά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σπρώχνοντας την όποια εξέλιξη στα επόμενα χρόνια. Την ίδια ώρα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος προειδοποίησε πως η αναβλητικότητα μπορεί να υπονομεύσει τις ελπίδες της χώρας για ανάκαμψη το 2017, και πως οι επόμενες εβδομάδες προσφέρουν μια σημαντική ευκαιρία για την ευρωζώνη, να δείξει ότι μπορεί να καθορίσει, αντί να αποφεύγει, τα προβλήματά της.
 
«Εάν αναβάλει απλώς τις πολιτικές αποφάσεις, τότε οι άνθρωποι θα λένε πως δεν λειτουργεί» σημειώνει ο Ευ. Τσακαλώτος, τονίζοντας πως εν μέσω αυξανόμενης ανόδου του πολιτικού λαϊκισμού στην Ευρώπη, η ευρωζώνη θα επιβιώσει μόνο εάν πείθει πως μπορεί να δώσεις λύσεις σε μεγάλες ανοιχτές προκλήσεις.
 
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η Ελλάδα εισέρχεται σε κρίσιμες εβδομάδες, με τη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές, της γερμανική ηγεσία της ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
 
Η Αθήνα προσπαθεί να δείξει στους δανειστές πως πραγματοποιεί το σύνολο των συμφωνηθέντων, συμπεριλαμβανομένων των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και των ιδιωτικοποιήσεων, και τώρα μια αναδιάρθωση του βουνού των δανείων διάσωσης, ώστε να της επιτραπεί να τρέξει μικρότερα πλεονάσματα του προϋπολογισμού στο μέλλον, σημειώνει η WSJ.
 
Η βιωσιμότητα του χρέους θα διευκόλυνε επίσης την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα αγορά ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ένα βήμα που για τον Ευ. Τσακαλώτο θα μπορούσε να συμβεί έως το Μάρτιο του 2017 και να δώσει ώθηση, σύμφωνα με τον υπουργό, στην πολυαναμενόμενη ανάκαμψη. «Θα ήταν πολύ κοντόφθαλμο να σταματήσει η διαδικασία που θα μας έβγαζε από το πρόγραμμα, κάτι που είναι κοντά», είπε.
 
Ο Ευ. Τσακαλώτος απέρριψε πάντως τη θεωρία ότι το Βερολίνο αποφεύγει το θέμα του ελληνικού χρέους λόγω των επερχόμενων εκλογών, παρά τις αρνήσεις που συναντά σε υψηλό επίπεδο. Η ελάφρυνση του χρέους δεν θα «μεταφραζόταν» σε σημαντικό κόστος για τον μέσο ψηφοφόρο στο Αμβούργο, σημείωσε. 
 
Όπως είπε χαρακτηριστικά, η Γερμανία δείχνει μια έλλειψη εμπιστοσύνης στην αποφασιστικότητα της Ελλάδας να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, εάν επιτύχει την ελάφρυνση χρέους. «Σε κάποιο στάδιο μίας σχέσης, πρέπει να εμπιστευτείς τον άλλον, διότι η έλλειψη εμπιστοσύνης έχει τεράστιες συνέπειες».
 
Η αποτυχία να υπάρξει ένα «ενάρετος κύκλος» ανάκαμψης, στον οποίον θα δοθεί ώθηση από την ελάφρυνση χρέους, την εμπιστοσύνη των επενδυτών και την αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ικανότητα της Ελλάδας να βγει από το πρόγραμμα διάσωσης σύμφωνα με τον σχεδιασμό, «κάτι που θα είναι μειονέκτημα τόσο για εμάς όσο και για τους πιστωτές», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών.
 
Ο Ευ. Τσακαλώτος σημείωσε ότι ο συνδυασμός της ελάφρυνσης χρέους, της αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ και της ανάκαμψης, θα έδιναν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αρχίσει και πάλι να εκδίδει ομόλογα στα τέλη του 2017 ή τις αρχές του 2018, προτού λήξει το πρόγραμμα επώδυνο διάσωσης το καλοκαίρι του 2018.
 
Ο έλληνας υπουργός Οικονομικων επέκρινε το ΔΝΤ για τις πιέσεις που ασκεί στην Ελλάδα να σφίξει κι άλλο το δημοσιονομικό ζωνάρι, αντί να βοηθά τη χώρα να πάρει κάποια ανάσα με τη βοήθεια της ελάφρυνσης χρέους, κάτι που και το ΔΝΤ επιθυμεί. Είπε πως οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας χρειάζονται μια διαφορετική σειρά, με την ελάφρυνση χρέους και τους στόχους για τη λιτότητα να γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας από κοινού.
 
Παράλληλα, εξέφρασε την ελπίδα ότι η Ευρώπη θα συνεχίσει να ακούει τον απερχόμενο αμερικανό πρόεδρο, σχολιάζοντας πως η άνοδος του λαϊκισμού στις χώρες της Δύσης, επιτομή του οποίου υπήρξε η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, που αποτελεί προειδοποίηση για τα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης.
 
Η Αριστερά πρέπει να προσδιορίσει «μια ατζέντα ώστε ο κόσμος να μπορέσει να δει τη θέση του σε μια πιο παγκοσμιοποιημένη οικονομία». Κατά τον ίδιο, τα κεντροαριστερά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν αντέδρασαν πολύ καλά στην ευρεία οικονομική ανασφάλεια πολλών ψηφοφόρων της εργατικής και της μεσαίας τάξης, εν μέσω των ταχύτατων οικονομικών αλλαγών.