Η UBS θεωρεί πως η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, καθώς το κόστος της αποχώρησής της είναι υπερβολικό, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την ευρωζώνη. 
 
Εάν η Ελλάδα σκεφτεί και μόνο να φύγει από το ευρώ, «οι αγορές, οι διεθνείς εμπορικές εταιρείες και οι καταθέτες θα υποστούν τις συνέπειες. Αυτό και μόνο, θα καταλήξει πιθανότατα σε οικονομικό χάος. Η πρόβλεψη και όχι η ενέργεια της εξόδου, θα οδηγήσει πιθανότατα στην παύση του διεθνούς εμπορίου, σε bank runs, στην ανικανότητα της κυβέρνησης να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές».
 
Επισημαίνει ακόμη ότι στην περίπτωση της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, τα ρίσκα μετάδοσης υπάρχουν. «Και τα ρίσκα βρίσκονται στην μετάδοση από τα bank runs. Εάν συμβούν, θα είναι εξαιτίας των κινδύνων για την ύπαρξη του ευρώ, και όχι τόσο λόγω των κινδύνων φερεγγυότητας ή ρευστότητας των τραπεζικών συστημάτων. Και εάν συμβεί, τότε σχήματα πανευρωπαϊκής εγγύησης καταθέσεων, είναι απίθανο να προσφέρουν κάποια λύση».
 
Η πιθανότητα και άλλες οικονομίες να ακολουθήσουν την Ελλάδα σε μια άτακτη έξοδο, θα πρέπει να θεωρείται πολύ υψηλή, «και είναι αυτό το ρίσκο που κάνει κάποιον να σκεφτεί ότι οι λογικοί άνθρωποι που είναι στη χάραξης πολιτικής, δεν θα θέλουν να τζογάρουν με τις πιθανότητες».
 
Επισημαίνει ακόμη ότι οι επιλογές της Ελλάδας από αυτό το στάδιο, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μια προσεκτική επαναδιαπραγμάτευση των σχεδίων λιτότητας (και πιθανώς νέα αναδιάρθρωση του υπάρχοντος χρέους), ή χρεοκοπία με μια αποκήρυξη του χρέους.
 
«Ασφαλώς και υπάρχουν πολλά προηγούμενα μιας χρεοκοπίας εντός νομισματικής ένωσης, οπότε η έξοδος δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτόματη. Μια χρεοκοπία θα απαιτούσε ένα επανακεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα (που βρίσκεται εν εξελίξει) και μια προσέγγιση για ένα υποχρεωτικό δάνειο για την αναχρηματοδότηση του πρωτογενούς ελλείμματος».
 
Τονίζει δε πως εάν η τρέχουσα κρίση του ευρώ συνεχίσει να διογκώνεται, θα χρειαστούν μέτρα για να αποτραπούν οι επιδράσεις από τη μετάδοση.
 
Μια επιλογή μπορεί να είναι η πρόταση μιας σύγχρονης συνθήκης του Μάαστριχτ. Όπως και η αρχική συνθήκη έθετε ένα χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη νομισματικής ένωσης, έτσι και μια σύγχρονη θα μπορούσε να παρουσιάσει όλα τα απαραίτητα βήματα για τη διόρθωση της δυσλειτουργικής νομισματικής ένωσης που υπάρχει τώρα.