Σημειώνεται πως, στις περιπτώσεις που το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση για ένταξη στον νόμο Κατσέλη, ο δανειολήπτης ευθύνεται στο ακέραιο για την αποπληρωμή της οφειλής στην τράπεζα, ενώ ακόμα και στις περιπτώσεις που λαμβάνουν πράσινο φως, συχνά η απομείωση καταλήγει περιορισμένη.
 
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του οικονομικου capital.gr, κατά τα τελευταία στοιχεία των τραπεζών (Ιούνιος 2017), προς όφελος των τραπεζών έχει καταλήξει το 42% των αιτήσεων που έχουν εκδικαστεί. 
 
Συγκεκριμένα, από τις αιτήσεις που αφορούν τα δάνεια με εξασφαλίσεις απορρίπτονται κατά 41%. Μάλιστα, το 40% εξ αυτών αφορούσε στεγαστικά δάνεια, ενώ το 38% καταναλωτικά δάνεια. Ακόμη, για τα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, το ποσοστό κατά το οποίο απορρίπτονται αγγίζει το 44%.
 
Συμπληρώνεται επίσης, πως στις περιπτώσεις που η αίτηση γίνεται αποδεκτή, ο οφειλέτης καλείται να αποπληρώσει το δάνειο, με βάση τις οικονομικές του δυνατότητες, με τους τρόπους διευθέτησης να καταλήγουν οι εξής τρεις: 
 
  • Αποπληρωμή σε μηνιαίες δόσεις για πάνω από 4 χρόνια,
  • Αποπληρωμή σε μηνιαίες δόσεις για πάνω από 20 χρόνια στην περίπτωση που υπάρχει πρώτη κατοικία και προστατεύεται. Στην περίπτωση αυτή το ποσό που καθορίζει τις δόσεις αποπληρωμής κινείται στο 85% της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας,
  • Πώληση ή εκμετάλλευση άλλης ιδιοκτησίας σε ακίνητο.
 

Οι τράπεζες αλλάζουν τον νόμο

 
Αξίζει να σημειωθεί πως στα τέλη Οκτωβρίου αναμένονται οι αναλυτικές προτάσεις των τραπεζών για αλλαγές στον νόμο Κατσέλη, με το δημοσίευμα να υπογραμμίζει πως στο στόχαστρό τους τίθενται οι «στρατηγικοί κακοπληρωτές». Στόχος, όπως τονίζεται, να μειωθεί ο αριθμός των αιτήσεων μέχρι τα τέλη του 2019, από 150.000 σε λιγότερες από 30.000.
 
Μέχρι στιγμής, υπό της προστασίας του νόμου Κατσέλη βρίσκονται δάνεια περί τα 20 δισ. ευρώ, που υπολογίζονται σε περίπου 20% των κόκκινων δανείων. Αυτά, όπως αναφέρεται, είναι κατά 95% καταναλωτικά και στεγαστικά, ενώ το υπόλοιπο 5% είναι μικρά επαγγελματικά. Μάλιστα, στο δημοσίευμα αναφέρεται επίσης η θέση των τραπεζικών, που υποστηρίζουν πως από τα 20 δισ. ευρώ, τα πέντε αφορούν δανειολήπτες που μπορούν να πληρώσουν και εκμεταλλεύονται τον νόμο.