του Κωνσταντίνου Πουλή

Ο Μποτρίνι επιτελεί τον φυσικό του σκοπό, όπως θα έλεγε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης: Ασκεί την κυριαρχία του και απολαμβάνει τα οφέλη της. Τα οφέλη αυτά είναι προφανώς υλικά αλλά όχι μόνο.  Απηχούν και μία σαδιστική ευχαρίστηση από την κατασκευή ενός δούλου ο οποίος δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Όπως όμως μας έχει διδάξει ο Λα Μποεσύ, η ματιά πρέπει να στραφεί στον σκλάβο. Να αναρωτηθούμε όχι γιατί φέρεται έτσι το αφεντικό, αλλά πώς το επιτρέπουν οι εργαζόμενοι.

Ξεκινώ πρώτα από το τηλεοπτικό προϊόν. Το ιδεολογικό μήνυμα αυτών των εκπομπών είναι πως επιδιώκουν να πείσουν κάθε παιδάριο που πηγαίνει εκεί και εξευτελίζεται, αλλά και κάθε τηλεθεατή, ότι αυτος ο σαδισμός δεν γεννιέται από μία συστημική ανισότητα, αλλά είναι απλώς και μόνο το αναγκαίο σκαλοπάτι μιας οδυνηρής μυητικής διαδικασίας που οδηγεί στη δόξα και την επιτυχία. Κάτι σαν τελετή ενηλικίωσης που απαιτεί ουλές στην πλάτη. Είναι οδυνηρή, αλλά επειδή είναι διαβατήρια τελετή, περνάει.

Θα μου πει κανείς ότι οι εργαζόμενοι που κακοποιούνται μπορεί να μη ζητούν καμία δόξα και επιτυχία, αλλά να προσπαθούν απλώς να βγάλουν το ψωμί τους. Επιμένω όμως ότι το συμβόλαιο εργασιακής ειρήνης που συνάπτουν οι εργαζόμενοι με τα αφεντικά βασίζεται κατά το ήμισυ στο καυτό λάδι. Το άλλο μισό βασίζεται στην πεποίθηση ότι υπάρχει η φαντασίωση μιας ατομικής δικαίωσης, μιας καριέρας που αναδρομικά θα δικαιώσει αυτά τα μαρτύρια. Δεν είναι οι εργάτες της Μανωλάδας τα θύματα εδώ. Οι εργαζόμενοι που φοβούνται ότι δεν θα βρουν δουλειά αλλού, εννοούν ότι δεν θα βρουν στον κλάδο που τους ενδιαφέρει.

Δεν το λέω καθόλου για να κρίνω αυτούς που δεν καταγγέλλουν. Δεν κουνάω το δάχτυλο σε θύματα. Το λέω για τον ακριβώς αντίστροφο λόγο: διότι εκεί που όλοι φοβούνται, ένας 19χρονος καταθέτει επώνυμη καταγγελία. Όπως δύο κορίτσια καταθέτουν στη δίκη της Χρυσής Αυγής για τη δολοφονία του Φύσσα, πάρα τις απειλές εναντίον της ζωής τους.

Ότι στην καταγγελία του ο 19χρονος αναφέρει τον Γιακουμάκη δίνει άλλο νόημα σε αυτή τη διαμαρτυρία. Σημαίνει ότι όταν όλοι φοβούνται, κάποιος ξέρει ότι αυτός ο φόβος μπορεί να είναι μοιραίος, λοιπόν μιλάει.

Το μήνυμα, το οποίο έχω την εντύπωση ότι μας εμφανίζεται μία ευκαιρία να αρθρώσουμε πολύ δυνατά αυτή τη στιγμή, είναι ότι όταν ένα αφεντικό προσβάλλει, και ακόμη περισσότερο όταν τολμάει να απλώσει το χέρι του και να κακοποιήσει σωματικά έναν εργαζόμενο, η απάντηση στην προσβολή πρέπει να είναι σάλτα και γαμήσου, και η απάντηση και στην προσβολή και στην κακοποίηση πρέπει να είναι ότι αυτά τα καθίκια πρέπει να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες των πράξεών τους.