Δεν ήταν κανείς εκεί. Ούτε κόσμος αλλά ούτε και υπάλληλοι. Κοίταξε συνωμοτικά για να δει αν κάποιος παραμονεύει και πέρασε πίσω από τον πάγκο. Είχε το πιάτο με τον σολωμό και τα βραστά λαχανικά, που του άρεσε. Αυτό το πιάτο είναι υπέροχο. Αν δεν ήταν ντροπή να σερβίρεις φαγητό από το ΙΚΕΑ στον γάμο σου, σκεφτόταν, θα ήταν καταπληκτική ιδέα για catering. Όμως δεν υπάρχει κανείς πια που να μην ξέρει τον σολωμό του ΙΚΕΑ. Είναι εξίσου χαρακτηριστικός με τις ξύλινες κουτάλες του ενός ευρώ ή την πολυθρόνα που την κοπανάνε όλη μέρα κάτι ρομπότ για να σου δείξουν πόσο ανθεκτική είναι. Ίσως αν παντρευόταν μία ξένη. Όχι από την Αγγλία ή τη Βουλγαρία, πολύ ξένη. Από μία χώρα που δεν έχει ΙΚΕΑ, πχ την Κούβα. Σε αυτή την περίπτωση, μπορείς να ταΐσεις τους καλεσμένους σολωμό.  Θα έχουν και αυτοί τα παραδοσιακά τους, από το σόι της νύφης, σκέφτηκε, αλλά αυτό μπορώ να το παρουσιάσω για δικό μου. Δεν ξέρουν ότι είμαι από τους Αγίους Αναργύρους, οπότε μία σουηδική λιχουδιά θα τους φανεί «ευρωπαϊκή», δηλαδή αν το δεις από μακριά περνιέται και για δική μου.

Αφού τελείωσε το φαγητό του, ήθελε λίγο καφέ.  Δεν είχε λόγο όμως να κάτσει στο εστιατόριο, αφού έτσι κι αλλιώς ήταν άδειο όλο το μαγαζί.  Πήρε λοιπόν τον καφέ του και πήγε να διαλέξει ένα αναπαυτικό διακοσμημένο σαλονάκι για να τον πιει.

Έχει ένα πολύ ωραίο γωνιακό καναπέ VIMLE (1.163) και πάνω στο βοηθητικό τραπεζάκι TINGBY (39,99)  ακούμπησε πρώτα τον καφέ του και μετά διάλεξε και ένα βιβλίο στην τύχη από μία ωραία λευκή ραφιέρα KALLAX (169 τεμχ.).  Δεν υπήρχε τηλεόραση ούτε internet, λοιπόν δεν του έμενε κάτι άλλο να κάνει.

Επειδή δεν είναι πολύ του διαβάσματος, μετά από λίγο θυμάται ότι θέλει να κατουρήσει.  Προχωράει λοιπόν προς τα μπάνια και κοιτάζει διερευνητικά τις χεστρες που απλώνονταν μπροστά του για να διαλέξει.  Ήταν κάπως υποτιμητική αυτή η διαδικασία, για τις χέστρες, έμοιαζε λίγο με καλλιστεία. Αντί να ευγνωμονεί για την παρουσία μιας λεκάνης την κρίσιμη ώρα, τον είχε πιάσει ένας ιδιότυπος δονζουανισμός: Περνούσε από πάνω τους χωρίς να σταθεί σε καμία. Όταν άρχισε να πιέζει η ανάγκη, κατάλαβε ότι η σχέση τους ήταν βασισμένη στο ψέμα, όπως του Δον Ζουάν, διότι καμιά τους δεν ήταν συνδεδεμένη με αποχέτευση.

Αντίθετα με τις πολυθρόνες, που τις χρησιμοποιείς ακριβώς όπως και στο σπίτι σου, οι τουαλέτες εκπροσωπούσαν ένα είδος απάτης. Έτρεξε λοιπόν προς τις κανονικές τουαλέτες, που ήταν κάπως πιο βαρετές, αλλά τουλάχιστον έλεγαν την αλήθεια. Μετά χαλάρωσε λίγο, και έτσι είχε την ευκαιρία να αναρωτηθεί για πρώτη φορά γιατί το ΙΚΕΑ ήταν άδειο. Κοίταξε έξω από τα παράθυρα και δεν έβλεπε καθαρά τι είχε συμβεί. Μπορούσε μόνο να δει πρώτον ότι ούτε έξω υπήρχε κανείς, αλλά και να διακρίνει μία ελαφριά καταχνιά πάνω από την πόλη, σχετικά απροσδιόριστη.  Τον κούρασε όμως η τόσο εντατική σκέψη και αποφάσισε να ξαπλώσει λίγο.

Αυτή ήταν η πρώτη του μέρα στο ΙΚΕΑ. Όπως συμβαίνει πολύ συχνά με τις μεγάλες αλλαγές, ξεκινούν χωρίς τυμπανοκρουσίες. Είναι λίγο σαν τα παιδιά ή το διδακτορικό. Δεν ξέρουμε πόσοι θα έκαναν αν γνώριζαν από την αρχή τις δυσκολίες. Εκείνη τη μέρα λοιπόν ξεκινούσε για τον Στέλιο μία ζωή παράξενη, ακατανόητη, μονήρης, που ωστόσο αποτελούσε φυσική προέκταση της ζωής του.

Ο Στέλιος ήταν μοναχικός. Του άρεσε η ρουτίνα, όπως αρέσει σε όλους τους μοναχικούς, και μετά από πολλά χρόνια εξάσκησης δεν του έλειπαν πια οι συναναστροφές. Όσοι άθεοι  διαβάζουν αυτές τις γραμμές θα παραξενευτούν, αλλά ο Στέλιος ένιωσε ένα ριζικό κενό όταν τρόμαξε.

Μετά από δύο εβδομάδες που δεν είχε μιλήσει με κανέναν, προστέθηκε μία καταρρακτώδης βροχή.  Οι καταρρακτώδεις βροχές είναι πολύ τρομακτικές αν κοιμάσαι στο δρόμο ή αν έχεις χτίσει το σπίτι σου μέσα σε ρέμα. Για όσους τις παρακολουθούν πίσω από κλειστά παράθυρα είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να σκεφτούν.

Είχαν περάσει ήδη αρκετές μέρες και δεν υπήρχαν πια μαγειρεμένα φαγητά (Είχε πετάξει περίπου 10 κιλά από αυτό τον πολύ ωραίο σολωμό, που δυστυχώς είχε σαπίσει ακριβώς όπως σαπίζει και ο κακομαγειρεμένος σολωμός ή ένα κιλό γόπα. Όμως αυτή είναι η μοίρα και των πραγμάτων και των ψαριών.) Την ώρα λοιπόν που σάπιζαν τα ψάρια στο εσωτερικό και τα φύλλα των δέντρων στο εξωτερικό, έξω από την πόρτα δηλαδή, άρχισαν οι βροντές. Ο Στέλιος δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο και το συνέδεε με αυτή την τρομερή καταχνιά όλων των τελευταίων ημερών. Όμως την πρώτη φορά που άκουσε μία πολύ δυνατή βροντή και ήταν μόνος του σε αυτό το τεράστιο μαγαζί έκανε το σταυρό του. Παράξενο, γιατί αν τον ρωτούσες, θα σου έλεγε ότι δεν είναι θρήσκος, αλλά μερικά πράγματα είναι σαν αντανακλαστικά:  όπως διαβολοστέλνουν οι άθεοι χωρίς να καταλαβαίνουν ότι παραβιάζουν τις φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις. Επειδή όμως και ο θεός και ο διάολος έχουν πολλά ποδάρια, ο Στέλιος μέσα σε εκείνη τη φοβερή μοναξιά και τον κίνδυνο ένιωσε για πρώτη φορά την απουσία του θεού.

Θυμήθηκε μία φορά που περπατούσε στο ισόγειο του Ευαγγελισμού, όταν είχε χειρουργηθεί ο παππούς του και άκουσε μία αγγελική ψαλμωδία. Πλησίασε και βρέθηκε αντιμέτωπος με μία διπλή έκπληξη:  Πρώτον ότι μέσα στο νοσοκομείο υπήρχε μία εκκλησία. Σαν να σου λένε “εγώ θα χειρουργήσω, αλλά αν θα ζήσεις ή θα πεθάνεις το ξέρει μόνο Εκείνος”. Η δεύτερη έκπληξη ήταν ότι αυτές οι αγγελικές φωνές ήταν κονσέρβα. Στην αρχή έγειρε αργά και σεβαστικά το κεφάλι του προς τα μέσα για να ελέγξει. Μπήκε στην εκκλησία και κατάλαβε ότι η όλη φάση ήταν απάτη, σαν λεκάνη χωρίς αποχέτευση. Δεν υπήρχε ψάλτης και παπάς, κάποιο στικάκι την έκανε τη δουλειά.

Το ΙΚΕΑ, σε αντίθεση με το νοσοκομείο, δεν είναι χώρος όπου φλερτάρεις με τον θάνατο κάθε μέρα. Λοιπόν κανείς δεν είχε προβλέψει να κατασκευάσει ένα παρεκκλήσι μέσα στο κτίριο: θα ήταν κάπως αναπάντεχο διακοσμητικά, αφού θα είχε τέμπλα με δυσπρόφερτα σουηδικά ονόματα και την τιμή σε ευρώ. Για την ακρίβεια, πολλά ονόματα είναι και τοπωνύμια από τη Φινλανδία, αλλά η διαφορά είναι μικρή: για Αγία Τράπεζα δεν κάνουν.

Και τότε, ενώ στην αρχή τού φάνηκε αστεία η ιδέα, κατάλαβε μετά ότι όντως αυτό που έλειπε από αυτό το τόσο εξοπλισμένο μαγαζί ήταν μία εκκλησία.

Όσο μπορούσε να χρησιμοποιήσει την κουζίνα και τις τουαλέτες, δηλαδή όσο δούλευαν οι καταψύκτες και η αποχέτευση, αυτό το μέρος ήταν ιδανικό. Ιδίως για κάποιον σαν τον Στέλιο, που φταρνίζεται με τα πεύκα και ξερνάει με τα καράβια, που η φύση δηλαδή τού είναι ένα ατέλειωτο βάσανο.

Μετά όμως από λίγες μέρες, χωρίς και ο ίδιος να μπορεί να καταλάβει γιατί, κάτι του έλειπε. Σκεφτόταν κάτι ανοησίες: άρχισε από τη μοναξιά να μονολογεί και να λέει ότι ο πρωτόγονος που βάζει δύο πέτρες τη μία πάνω στην άλλη και τους μιλάει έχει περισσότερο βάθος από μένα, έτσι έλεγε. Και όντως ο Στέλιος ανακάτευε κονσέρβα SKARPSIL  με σάλτσα SILLROM και μετά κακά και μετά ύπνος «μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων». Αν είχε κάποιον για να τσακωθεί, μπορεί να αποκτούσε νόημα η διαδοχή των ωρών και των ημερών. Θα έλεγε «το πρωί τσακώθηκα με τον Πέτρο, το απόγευμα μιλούσαμε ψυχρά, αλλά μέχρι το βράδυ τραγουδούσαμε παρέα». Τώρα; Τι διαφορά έχει το πρωί από το βράδυ αν δεν συμβαίνει τίποτε; Θα ήταν σκουλήκι σε καναπέ VIMLE αν δεν έβρισκε κάποιο νόημα. Και ενώ δεν ήταν ποτέ θρήσκος, ο συνδυασμός μοναξιάς και τρόμου φαίνεται ότι είχε πολύ κακή επίδραση πάνω του.

Κατέβηκε στον κάτω όροφο, εκεί που ήταν τα μπιχλιμπίδια για την κουζίνα,  δίπλα στα φωτιστικά. Πολύχρωμοι αυγοδάρτες, το γνωστό γουόκ PYRA με τα 9,99, που κρατάει τρεις μήνες, ήταν ένας κόσμος γεμάτος αντικείμενα, και εντελώς άδειος από νόημα.

Είχε μέσα έπιπλα για να εξοπλίσεις ένα γραφείο, τραπεζαρίες για να ταΐσεις έναν προϊστάμενο, κρεβάτι για να απλώσεις την αρίδα σου, από όλα είχε, εκτός από αυτές τις δύο πέτρες που βάζει ο πρωτόγονος τη μία πάνω στην άλλη. Ο Στέλιος αποφάσισε τότε ότι θα διαμορφώσει έναν χώρο σε ναό. Εγώ δεν το κατακρίνω αυτό. Έτσι κι αλλιώς όλοι οι θεοί ίδιοι είναι, επιβλητικοί και ανύπαρκτοι, λοιπόν γιατί να μη λατρέψει κι εκείνος τον δικό του;

Πήγε σε ένα δωμάτιο που είχε μία διακόσμηση κάπως ανατολίτικη, και θυμήθηκε μία φίλη που είχε γίνει οπαδός του Σάι Μπάμπα και είχε μετατρέψει το ένα δωμάτιο του σπιτιού της σε ναό. Αυτός ο χώρος με την ανατολίτικη εσάνς ήταν ο πιο κατάλληλος. Τον άδειασε στο κέντρο για να μπορεί ίσως κάποια μέρα να μπαίνει κόσμος να προσεύχεται. Στο κέντρο του ναού θα έμπαινε το αντίστοιχο της Αγίας Τράπεζας σε ΙΚΕΑ. Λογικά θα ταίριαζαν πολύ αυτά τα μικρά τετραγωνάκια τραπεζάκια LACK των 6,79.

Έψαξε και βρήκε το αγαπημένο του αντικείμενο IKEA. Ήθελε να έχει παράξενο όνομα, αυτό του φαινόταν πολύ λογικό, όπως οι καθολικοί που ακούν τη λειτουργία στα λατινικά. Δεν ήθελε ούτε να καταλάβει ούτε να εξηγήσει, κατά βάθος πίστευε σε αυτές τις κουτάλες: GRIPANDE (5,99). Τις ακούμπησε προσεκτικά πάνω στο τραπεζάκι και σκεφτόταν ότι αν κάνεις προσπαθούσε να τις μετακινήσει από εκεί μπορεί και να τον σκότωνε, τόσο σοβαρά είχα πάρει την καινούργια του θρησκεία.

Κάθε απόγευμα, την ώρα που είχε φάει το πρώτο του φαγητό, επαναλάμβανε τελετουργικά την ίδια διαδικασία, παρότι βεβαίως δεν υπήρχε πια τίποτε άλλο από κονσέρβες και μπισκότα.