Σύμφωνα με πληροφορίες του France24, χιλιάδες πολίτες της Ουγγαρίας αγνόησαν τις άσχημες καιρικές συνθήκες και κατέβηκαν την Παρασκευή στους δρόμους της Βουδαπέστης  και διαδήλωσαν κατά του «νόμου σκλάβων» που πέρασε προ ημερών η ακροδεξιά κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν.

Τα σωματεία της χώρας πήραν μέρος στη διαδήλωση απειλώντας ότι θα κηρύξουν απεργία για να ανακαλέσει η κυβέρνηση την απόφαση της. Εκπρόσωπος του σωματείου των δασκάλων δήλωσε σε ομιλία του ότι πρέπει να φέρουν την κυβέρνηση στα όρια της, ενώ εκπρόσωπος των φοιτητών είπε ότι «αν οι εργάτες αποφασίσουν να κλείσουν τα εργοστάσια και να μπλοκάρουν τους δρόμους, θα συνταχθούμε μαζί τους». Τα δημοτικά συμβούλια των πόλεων Szeged και Salgotarjan δεσμεύτηκαν πως δεν θα εφαρμόσουν τον μεσαιωνικό νόμο της κυβέρνησης.

Προκλητική η στάση του Ορμπάν

Σε συνέντευξη που παραχώρησε σε ουγγρικό ραδιόφωνο, ο Ορμπάν αποδοκίμασε τις αντιδράσεις κατά του νόμου, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση του «απλά θέλει να απαλλαγεί από κάποιους χαζούς νόμους έτσι ώστε να μπορούν όσοι θέλουν να δουλεύουν περισσότερο και να κερδίζουν περισσότερα χρήματα».

Παράλληλα, ισχυρίστηκε ότι οι εργαζόμενοι θα πληρώνονται τις υπερωρίες τους κάθε τέλος του μήνα, ενώ ο νόμος που έφερε προβλέπει ότι οι εργοδότες μπορούν να δίνουν τα χρήματα αυτά μετά από τρία χρόνια.

Επανέφερε το ζήτημα του Σόρος, λέγοντας πως «οι πιο εξαγριωμένοι διαδηλωτές είναι πληρωμένοι από τον Τζορτζ Σόρος. Σύμφωνα με τον Ορμπάν, οι υστερικές κραυγές της αντιπολίτευσης είναι κάτι αναμενόμενο και ανάξιο λόγου. «Οι ίδιες υστερικές φωνές ακούγονταν όταν διώξαμε το ΔΝΤ από την Ουγγαρία, όταν μειώσαμε φόρους, όταν εισάγαμε το πρόγραμμα δημοσίων έργων. Η αντιπολίτευση και τότε κραύγαζε περί σκλαβιάς».

Τι είναι ο «νόμος σκλάβων»

Η ουγγρική κυβέρνηση κατάφερε να περάσει προ ημερών από τη Βουλή το νομοσχέδιο που μεταξύ άλλων, δίνει το δικαίωμα στους εργοδότες να απασχολούν εργαζόμενους για 400 ώρες εκτός του κανονικού ωραρίου, από 250 που προβλέπεται σήμερα. Τα συνδικάτα ονόμασαν «νόμο σκλάβων» το νομοσχέδιο.

Ο νέος νόμος που ψήφισε η ουγγρική κυβέρνηση στα πλαίσια της «μεταρρύθμισης» του Εργατικού Δικαίου, θα σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα υποχρεώνονται να δουλεύουν σχεδόν δύο έξτρα ώρες την ημέρα ή αλλιώς μία επιπλέον μέρα τη βδομάδα.

Η κυβέρνηση, που είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αυξήσει τις υπερωρίες και το 2017, υποστηρίζει ότι το κανονικό ωράριο θα παραμείνει στις 40 ώρες την εβδομάδα και ότι οι εργαζόμενοι θα πληρώνονται για τις υπερωρίες τους, παρουσιάζοντας το νομοσχέδιο ως «ευκαιρία για όποιον θέλει να δουλέψει και να κερδίσει περισσότερα».

Τα συνδικάτα από την πλευρά τους απαντούν πως μια νέα αύξηση θα οδηγήσει πρακτικά σε ως και 800 ώρες υπερωριακής απασχόλησης, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τον προγραμματισμό της ζωής, αλλά ακόμα και την υγεία των εργαζομένων, ενώ καταγγέλλουν ότι ήδη οι περιπτώσεις απλήρωτων υπερωριών στη βιομηχανία και στο εμπόριο είναι πάρα πολλές. Οι ώρες υπερωριακής εργασίας δε θα υπολογίζονται πλέον εντός ενός έτους, αλλά εντός τριών, ενώ οι αμοιβές για τις υπερωρίες θα συμφωνούνται μόνο μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου, ακυρώνοντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Δικαστήρια επιλεγμένα από τον υπουργό Δικαιοσύνης

Μαζί με τον «νόμο σκλάβων» η κυβέρνηση Ορμπάν πέρασε ακόμα έναν νόμο που θεσπίζει την ίδρυση διοικητικών δικαστηρίων , με δικαστές που θα επιλέγονται από τον υπουργό Δικαιοσύνης και θα αναλαμβάνουν υποθέσεις που μέχρι σήμερα βρίσκονταν στην αρμοδιότητα του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας. Οι επικριτές του νέου νόμου καταγγέλλουν ότι αυτό θα οδηγήσει σε ακόμα περισσότερη κυβερνητική αυθαιρεσία και παραβιάζεται βάναυσα η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης

Οι καινούργιες έδρες θα εκδικάζουν κυρίως διαφορές ανάμεσα στους πολίτες και στο Δημόσιο, όπως συμβάσεις προμηθειών, με επικριτές της κυβέρνησης Ορμπάν να καταγγέλλουν πως η Βουδαπέστη επιχειρεί να καταστρατηγήσει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας.

Το νέο σύστημα θα τεθεί σε ισχύ έως το 2020. Ο υπουργός Δικαιοσύνης, υποστηρίζει πως κατ’ αυτόν τον τρόπο το δικαστικό σύστημα θα γίνει αποτελεσματικότερο, ενώ η κυβέρνησή του έχει υποστηρίζει ότι η Δικαιοσύνη θα παραμείνει «ανεξάρτητη», και ότι το νέο πλαίσιο είναι σύμφωνο με αυτό της ΕΕ