της Λαμπρινής Χ. Θωμά

Σε ένα ευνομούμενο κράτος, ή έστω σε ένα κράτος όπου τηρούνται στοιχειωδώς τα προσχήματα, η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ θα είχε ήδη διαλευκανθεί από τη δικαιοσύνη. Όσοι υψηλόβαθμοι εμπλέκονταν στην υπόθεση θα είχαν είτε παραιτηθεί από την πρώτη στιγμή ή, έστω, μπει σε διαθεσιμότητα, αναμένοντας από τη δικαιοσύνη να ολοκληρώσει το έργο της. Και δεν θα υπήρχε περίπτωση οποιοσδήποτε (πόσο μάλιστα οι πλέον υψηλά ιστάμενοι εκ των υπόπτων), να γλυτώσει την παραπομπή στη δικαιοσύνη μέσω μιας απλής κοινοβουλευτικής ψηφοφορίας ― μάλιστα όντας μέλος της κυβέρνησης η οποία ελέγχει την πλειοψηφία των βουλευτών.

Αυτά όμως, όπως είπαμε, σε ένα κράτος που τηρεί τα προσχήματα.

Η εκάστοτε κυβέρνηση της τρόικας εσωτερικού, ποτέ δεν μπήκε σε τέτοιο mode. Αποφάσισε, λοιπόν, ότι μια απλή προανακριτική επιτροπή της Βουλής αρκεί ― και πολύ μας πέφτει. Όφειλε, δε, αυτή η επιτροπή να λειτουργήσει στα πρότυπα των προηγούμενων: χρονοκαθυστέρηση και αλλαγές της μπάλας μεταξύ μας, μέχρι να ξεχαστούν τα αδικήματα και να σφυρίξει ο διαιτητής την παραγραφή. Όλα σικέ, όπως συνήθως. Μόνο που τη σούπα τους τη χάλασε μία έμπειρη νομικός με πείσμα και τσαγανό ασυνήθιστα για τα βουλευτικά δεδομένα. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Έτσι, με το που ξεκίνησε το έργο της η επιτροπή για τη λίστα Λαγκάρντ, ξεκίνησαν και οι προσπάθειες υποτίμησης της Ζωής, ανάμεσα στα άλλα, με προσωπικές επιθέσεις και λάσπη. Ξεθάβοντας μια υπόθεση επτά ετών, την κατηγόρησαν ότι «τόλμησε» ως δικηγόρος να υπερασπιστεί κατηγορούμενους για ειδεχθή εγκλήματα. Για τους πελάτες της Κωνσταντοπούλου ξέχασαν και την αρχή της «αθωότητας μέχρι αποδείξεως του εναντίου» και το «δικαίωμα στην υπεράσπιση» που με τόση προθυμία αναγνωρίζουν στους εαυτούς τους και στους κομματικούς συντρόφους τους.

Με λίγα λόγια, το μόνο που βρήκαν …εις βάρος της ήταν η επαγγελματική της επάρκεια και η συνεπής χρήση των δυνατοτήτων που παρέχει ο νόμος σε ένα συνήγορο. Δεν κατάφεραν να πείσουν κανέναν εκτός από αυτούς που ακόμα αγοράζουν «διαρκείας» για το κόμμα. Τσάμπα κόπος δηλαδή, καθότι αυτοί από τη μια δεν χρειάζονται ιδιαίτερο «ψήσιμο», και από την άλλη ούτε περίπτερο δεν γεμίζουν.

Ελλείψει επιχειρημάτων, λοιπόν, άρχισαν να φορτώνουν στη Ζωή Κωνσταντοπούλου όλα τα ελαττώματα που ο μέσος άντρας μισεί στη συμβία του ή την πεθερά του. Γλωσσού, γκρινιάρα, επίμονη, σου σπάει τα νεύρα με ερωτήσεις, το ύφος της την κάνει να μοιάζει με την Κλάραμπελ (!) και τα συναφή.

Περί εντιμότητος ουδείς λόγος ― ήδη είχαν σπάσει τα μούτρα τους. Περί ακεραιότητος μούγγα στη στρούγγα, όσο και να σκάβανε δε βρίσκανε. Περί επιστημονικής και κοινοβουλευτικής επάρκειας λόγος δε μπορούσε να γίνει. Κι από πάνω, η Ζωή είναι από σόι (και το τιμάει), δεν είναι πεινασμένη, έχει μεγαλώσει μες στην πολιτική αλλά χωρίς οφίκια και αλλαξοκωλιές με την εξουσία, είναι εδώ για να προσφέρει και φαίνεται. Οπότε;

Οπότε ξεκατίνιασμα.

Ξεκατινιάστηκαν, λοιπόν, υποβιβάζοντας οι ίδιοι το έργο της επιτροπής και του κοινοβουλίου, μόνο και μόνο για να εμποδίσουν τη Ζωή και να κρύψουν την Αλήθεια (δες τώρα τι ωραία παιγνίδια παίζουν καμμιά φορά από μόνες τους οι λέξεις…).

Ειδικά τις τελευταίες μέρες, με την κατάθεση Βενιζέλου, είδαμε να κορυφώνεται το ξεκατίνιασμα εκ μέρους των δυνάμεων του μνημονιακού τόξου (μνημονιακού και όχι «συνταγματικού», αφού δεν μπορεί να θεωρηθούν μέλη του «συνταγματικού τόξου» αυτοί που επί τριετία καταπάτησαν το Σύνταγμα μας με καθε δυνατό τρόπο. Εκτός αν εννοούν το γερμανικό αντίστοιχο…).

Ανίκανοι να δεχθούν οποιαδήποτε εγχώριο έλεγχο επί της εξουσίας τους (γιατί στην Τρόικα ξέρουν να υποκλίνονται κανονικότατα), με εμφανή δυσαρέσκεια και περιφρόνηση, έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να σαμποτάρουν και γελοιοποιήσουν τη διαδικασία, ώστε να τελειώνουν μια ώρα αρχύτερα, βρε αδερφέ, για να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους.

Πρώτος απ' όλους στην περιφρόνηση της διαδικασίας και την τοποθέτηση εαυτού σε βάθρου πέρα από κάθε κοινοβουλευτικό έλεγχο, εκείνος που τάχα θα υπεράσπιζε «τη δημοκρατία μας» από τη Χρυσή Αυγή, το πιο τρανταχτό «Εγώ» του ελλ. κοινοβουλίου. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

Δεν είχαν τέλος η ειρωνεία, η άρνησή του να σεβαστεί τη διαδικασία, οι φτηνές δικαιολογίες και η εμφανέστατη προσπάθεια να οξύνει το κλίμα, να προκαλέσει και να υποβαθμίσει τα μέλη της επιτροπής και το έργο τους.

Μέχρι και «Ιαβέρη» χαρακτήρισε την κυρία Κωνσταντοπούλου (υπονοώντας ότι ο ίδιος είναι Γιάννης Αγιάννης;!), επειδή δεν μπορούσε να ανεχθεί τις «πολλές ερωτήσεις».  Λες και μας περισσεύουν οι άτεγκτοι «Ιαβέρηδες» εισαγγελείς στην Ελλάδα, και θέλουμε πιο μαλακούς, να αντιμετωπίζουν τους πολιτικούς μας με στοργή και προδέρμ.

Καλό θα ήταν, πάντως, ο κύριος καθηγητής της νομικής να ξαναδιαβάσει τους Αθλίους. Ο Ιαβέρης μπορεί να ήταν επίμονος σε βαθμό ψυχαναγκασμού, αλλά νομικά ήταν ακέραιος: ο Γιάννης Αγιάννης και είχε πράγματι κλέψει και το είχε πράγματι σκάσει από τη δικαιοσύνη. Άσε που ο Γιάννης Αγιάννης κατηγορούνταν επειδή έκλεψε ένα καρβέλι ψωμί για τον ίδιο ― όχι επειδή έκλεψε το ψωμί ενός ολόκληρου λαού. Και, βεβαίως, ο Γιάννης Αγιάννης ομολόγησε και παραδόθηκε όταν κινδύνευσε η ζωή κάποιου άλλου για τα δικά του εγκλήματα. Δεν σκούπιζε την αλήθεια κάτω από το χαλί ελπίζοντας να σκοντάψει η καθαρίστρια.

Πίσω όμως στον λαμπρό εκπρόσωπο του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, Ευάγγελο Βενιζέλο. Που έφτασε στο σημείο να ειρωνευτεί την γυναικεία φύση και τις προσωπικές επιλογές της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Αυτός, ο τελευταίος εκφραστής ενός θνήσκοντος κόμματος που έκανε θρησκεία τον οπορτουνισμό, επιτίθεται σε μια γυναίκα με τρόπο χειρότερο και χυδαιότερο από αυτόν που επετέθη ο Κασιδιάρης στη Δούρου ― γιατί ο τρόπος του Βενιζέλου δεν  είναι απλή ψευτο-μαγκιά του πεζοδρομίου, είναι και πιο ύπουλος και βαθύτατα μισογύνης.

Υποτιμώντας τις γυναίκες (που, ελπίζω να συμφωνούμε, ο ρόλος τους δεν αρχίζει και τελειώνει στην τεκνοποιία), προκλητικός απέναντι σε εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας, ο Ευ. Βενιζέλος της εύχεται, εν μέσω της εξεταστικής διαδικασίας, να «κυοφορήσει». Τέτοιο επίπεδο ― το οποίο μόνο ο ψεύτικος καθωσπρεπισμός της γλώσσας το απομακρύνει από το «άντε μωρή να κάνεις κάνα παιδί»  (είναι εδώ που προτιμάς να είχε αναφέρει στην ύβρι του τον τροπο με τον οποίο γίνονται τα παιδιά ― θα ήταν μια αναλαμπή αυθορμητισμού σε αυτή την προπαρασκευασμένη κακότητα).

Και όμως, τα κόμματα δεν καταδικάζουν, οι γυναικείες οργανώσεις κάθονται και τον κοιτάνε σιωπηλές, τα ΜΑΤ-ΜΜΕ κανουν αόριστα λόγο για βρισιές, ξεχνώντας ποιός ήρξατο χειρών αδίκων και με ποιό τρόπο.

Ασφαλώς ο Βενιζέλος θα ισχυριστεί ότι πρώτη η Κωνσταντοπούλου τον είπε χοντρό (ότι δηλαδή η ερώτηση «Κυοφορείτε κ. Βενιζέλε;» αυτό εννοεί). Όμως το χοντρός διορθώνεται. Και δεν χαρακτηρίζει το φύλο, δεν χώνει βαθειά το μαχαίρι της προσβολής. Ό,τι κι αν είναι η Κωνσταντοπούλου, ακόμα και αν είναι πιεστική και ανυπόφορη, δεν ειρωνεύεσαι ποτέ των ποτών και για κανένα απολύτως λόγο το φύλο της, τα παιδικά της χρόνια, την μήτρα/μητρότητα της, ποτέ. Δείγμα γραφής και αυτό του δημοσίου μας λόγου.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου μπορεί και να μην είναι τέλεια. Είναι όμως έντιμη, είναι επαρκέστατη επιστημονικά, τιμά το ρόλο της βουλευτού και γνωρίζει ποιός και γιατί την έστειλε εκεί. Και δε μασάει. Ούτε απέναντι στην τραβεστί αριστερά, ούτε απέναντι στους κωλοτούμπες της συμπολίτευσης και της κυβέρνησης.

Και η εξεταστική επιτροπή, εδώ δεν χωράει αμφιβολία, δεν είναι τέλεια. Σε ένα ευνομούμενο κράτος, σε ένα κράτος που κρατάει έστω τα προσχήματα, άλλες θα ήταν οι διαδικασίες και άλλες θα ήταν οι επιπτώσεις για μια τόσο σοβαρή υπόθεση. Σε εμάς, πάντως, αυτό μας έτυχε. Και ακόμα και αυτό, με υψηλή συνεργεία, ένοχοι κι αθώοι, μάρτυρες και εισαγγελείς, βουλευτές και αρχηγοί, όλος ο μνημονιακός συφερτός εν ολίγοις, το κατάντησε πλακίτσα, τσίρκο και λάσπη εναντίον της Κωνσταντοπούλου, ακολουθώντας κατά πόδας το παράδειγμα του Μαξίμου, που εδώ και καιρό έχει επιδοθεί σε έναν άνευ προηγουμένου υποβιβασμό του δημοσίου διαλόγου.

Ο πίνακας “Οι άνθρωποι του Προέδρου” είναι της Παναγιώτας Κούβαρη.

To κείμενο ας είναι παρηγορία στο μαθητή που, με εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ και σύμφωνα με όσα λέει το διαδίκτυο, αποβλήθηκε επί πενθήμερο επειδή αστειεύτηκε με αυτό τον τρόπο (“Πρώτη φορά σε μπουρδέλο!”) κατά την επίσκεψη του σχολείου στο κοινοβούλιο. Στο ίδιο κοινοβούλιο, μεταξύ των βουλευτών της ΔΗΜΑΡ βρίσκεται ο ποιητής του “Στης βουλής τα έδρανα αχ κι εγώ να έκλανα”. Αβυσσος…